«Οι εργαζόμενοι πρέπει να είναι καλά αμειβόμενοι, ικανοποιημένοι με τη δουλειά τους, σε καλές εργασιακές συνθήκες, με διαρκή επιμόρφωση, με επένδυση στις δικές τους δεξιότητες. Ο τουρισμός είναι οι άνθρωποί σας. Το ξέρετε πολύ καλύτερα από εμένα»
«Δεν θα κρύψω ότι η κυβέρνησή μας έχει προτάξει, ως προμετωπίδα της οικονομικής μας πολιτικής για τη δεύτερη τετραετία, τη συνολική αύξηση των μισθών» πρόσθεσε.
Ο πρωθυπουργός επισήμανε ότι καλοί μισθοί υπάρχουν ήδη στον κλάδο του τουρισμού και αυτό συμβαίνει, αφενός διότι η αγορά εργασίας γίνεται πιο ανταγωνιστική, αφετέρου διότι και οι επιχειρηματίες του χώρου αναγκάζονται να επενδύσουν περισσότερο στους εργαζόμενους. «Και όσο πιο ποιοτικές υπηρεσίες παρέχετε, τόσο καλύτερα καταρτισμένους και εκπαιδευμένους και τελικά αμειβόμενους εργαζόμενους θα έχετε» είπε.
Επίσης υπογράμμισε ότι θέλουμε μια τουριστική ανάπτυξη η οποία θα είναι βιώσιμη, η οποία θα είναι ανθεκτική, η οποία θα είναι δίκαιη και συμπεριληπτική, με την έννοια του ότι το όφελος της ανάπτυξης πρέπει να μοιράζεται δίκαια και μεταξύ των εργαζόμενων αλλά και των επαγγελματιών του τουρισμού, αλλά να κατανέμεται, όσο το δυνατόν περισσότερο, σε ολόκληρη την χώρα. «Γιατί ακριβώς ο τουρισμός, ειδικά ο ελληνικός τουρισμός, έχει αυτή τη διάσταση της περιφερειακής ανάπτυξης, η οποία μας επιτρέπει να μπορούμε να βλέπουμε αναπτυξιακές «νησίδες» σε πολλές περιοχές της χώρας. Κυρίως σε καινούργιους προορισμούς, τους οποίους μπορούμε να αναπτύξουμε» ανέφερε, υπογραμμίζοντας ότι η ανταγωνιστικότητα του ελληνικού προϊόντος πρέπει να διασφαλίζεται, πρωτίστως με επένδυση στην ποιότητα και την βιωσιμότητα.
Επιπλέον σημείωσε δίνει μεγάλη βαρύτητα στα περιφερειακά και κυρίως στα τοπικά πολεοδομικά σχέδια, τα οποία θα καθορίσουν συγκεκριμένες χρήσεις γης σε επίπεδο δήμων. «Είναι ίσως η μεγαλύτερη σιωπηρή μεταρρύθμιση που γίνεται στη χώρα, κάτι το οποίο δεν έχει γίνει ποτέ. Θα ολοκληρωθεί μέσα στα επόμενα τρία με τέσσερα χρόνια. θα μας δώσει με πολύ μεγάλη σαφήνεια, για να το πω πολύ απλά, τι μπορούμε να χτίζουμε, πώς μπορούμε να το χτίζουμε, πού μπορούμε να το χτίζουμε, σε μεγαλύτερη εξειδίκευση των οριζόντων κανόνων οι οποίοι ήδη υπάρχουν» τόνισε.
Τέλος ο πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι μόλις υπάρξει δημοσιονομικό περιθώριο, οι πρώτες μειώσεις φόρων τις οποίες θα κάνει η κυβέρνηση αφορούν στις εργοδοτικές εισφορές.
Ακολουθεί η συζήτηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον πρόεδρο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων Γιάννη Παράσχη, στο πλαίσιο της 32ης τακτικής γενικής συνέλευσης του ΣΕΤΕ
Γιάννης Παράσχης: Καταρχήν επιτρέψτε μου να σας καλωσορίσω όλους στη φετινή μας Γενική Συνέλευση και εσάς κ. Πρωθυπουργέ, είναι μεγάλη χαρά και τιμή να βρίσκεστε σήμερα μαζί μας εδώ.
Γνωρίζουμε ότι η εβδομάδα που διανύουμε είναι μία εβδομάδα με ιδιαίτερα βεβαρημένο πρόγραμμα για σας, με υποχρεώσεις σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο μετά τις ευρωεκλογές, των οποίων προηγήθηκαν πολλές εβδομάδες σκληρής δουλειάς και κούρασης για τον πολιτικό κόσμο κι εσάς προσωπικά.
Επιτρέψτε μου λοιπόν να ερμηνεύσω τη σημερινή σας παρουσία εδώ ως μία αναγνώριση, από πλευράς σας, της σημασίας του ελληνικού τουρισμού για την ελληνική οικονομία και κοινωνία, γεγονός που αποδείξατε έμπρακτα με τη στήριξη που παρείχατε στον κλάδο, τόσο εσείς προσωπικά, όσο και η κυβέρνησή σας στη διάρκεια της πανδημίας.
Η αναγνώριση όμως αυτή παραμένει εξίσου σημαντική για τον κόσμο του τουρισμού και για την μετά την πανδημία εποχή, γι’ αυτό σας ευχαριστούμε ιδιαίτερα για την παρουσία σας.
Επιτρέψτε μου μια γενική εικόνα και εισαγωγή για τα θέματα του ελληνικού τουρισμού. Όπως ακούστηκε, ο ελληνικός τουρισμός αφορά πλέον άμεσα και έμμεσα περίπου στο 30% της ελληνικής οικονομίας. Αποτελεί τον δυναμικότερο τομέα της οικονομίας, έναν τομέα που στήριξε την Ελλάδα στα δύσκολα χρόνια της οικονομικής κρίσης, προσφέροντας εισόδημα, θέσεις εργασίας και συμβάλλοντας στην κοινωνική συνοχή, ιδιαίτερα στην περιφέρεια.
Ο κλάδος δοκιμάστηκε σκληρά, όπως πολύ καλά ξέρετε, στα χρόνια της υγειονομικής κρίσης, αλλά το brand Ελλάδα έχει επιδείξει ανθεκτικότητα και ιδιαίτερη αναπτυξιακή δυναμική στην μετά την πανδημία εποχή.
Το 2023, όπως ανέφερε και η υπουργός και όλοι πια ξέρουμε, αποτελεί πλέον το νέο ορόσημο και έτος αναφοράς για τον ελληνικό τουρισμό, ξεπερνώντας σε αφίξεις και έσοδα το 2019.
Και για το 2024 τα στοιχεία που έχουμε από τους πρώτους μήνες δείχνουν ότι μπορούμε να είμαστε συγκρατημένα αισιόδοξοι, να περιμένουμε μια θετική χρονιά, παρά τον αυξημένο διεθνή ανταγωνισμό, τις γεωπολιτικές εξελίξεις, αλλά και τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης που επηρεάζουν τον κλάδο.
Θεωρούμε φυσικά ότι η θετική πορεία των τελευταίων δύο ετών δεν μπορεί και δεν πρέπει να αποτελέσει ούτε για εμάς στον χώρο του τουρισμού αλλά ούτε και για την κυβέρνηση λόγο εφησυχασμού και να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι ο τουρισμός έχει μπει με ασφάλεια σε ένα δρόμο ρεκόρ και επιτυχιών.
Ταυτόχρονα όμως, βλέπουμε ότι στη βάση της ανάπτυξης του 2023, σε οικονομικό επίπεδο, η αύξηση των εσόδων από τον τουρισμό έχει οδηγήσει σε μία τάση αυξημένης φορολόγησης του κλάδου.
Σε κοινωνικό επίπεδο, γίνεται κατά τόπους συζήτηση για επιβάρυνση των προορισμών από τις αυξημένες τουριστικές ροές. Σε περιβαλλοντικό επίπεδο βιώσαμε πέρυσι με σκληρό τρόπο τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στην τουριστική δραστηριότητα.
Παρά τις νέες προκλήσεις αυτές, εμείς στο ΣΕΤΕ πιστεύουμε ότι απαιτείται πίστη στην αναπτυξιακή στρατηγική του ελληνικού τουρισμού, με αυξημένη προσαρμοστικότητα και ενσυναίσθηση για ζητήματα που αφορούν στην περιβαλλοντική και κοινωνική βιωσιμότητα. Αλλά χωρίς συντηρητικές, φοβικές προσεγγίσεις, που αποστρέφονται την ανάπτυξη. Οραματιζόμαστε την Ελλάδα ως μια ανοιχτή, φιλόξενη χώρα με μέλλον στο βιώσιμο τουρισμό.
Κύριε Πρόεδρε, πώς κρίνετε την πορεία του ελληνικού τουρισμού και τις προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, καταρχάς θέλω να εκφράσω τη χαρά μου που μου δίνεται η δυνατότητα για μία ακόμα φορά να συμμετέχω στην ανοιχτή γενική συνέλευση του ΣΕΤΕ.
Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω ευχαριστώντας την καθεμία και τον καθένα σας ξεχωριστά, διότι οι μεγάλες επιτυχίες του ελληνικού τουρισμού οφείλονται πρωτίστως σε εσάς, στους επαγγελματίες του τουρισμού. Αυτούς που αναλαμβάνουν ρίσκο, αυτούς που επενδύουν, αυτούς που μας κάνουν παγκόσμιους πρωταθλητές σε έναν κλάδο της οικονομίας ο οποίος, όπως επισημάνατε κι εσείς, είναι απολύτως κρίσιμος για την εθνική αναπτυξιακή μας στρατηγική.
Θέλω επίσης να σας ευχαριστήσω εισαγωγικά για τη διακριτικότητά σας να μην με ρωτήστε τίποτα για τον ενδεχόμενο ανασχηματισμό.
Και να τονίσω ότι η παρουσία μου εδώ σήμερα είναι μια ευκαιρία να μοιραστώ μαζί σας κάποιες σκέψεις για το μέλλον του τουρισμού, σε ένα περιβάλλον το οποίο θα γίνεται διαρκώς πιο σύνθετο και πιο ανταγωνιστικό.
Να ξεκινήσω από εκεί που τελειώσατε. Πράγματι, το 2023 υπήρξε νέα χρονιά – ορόσημο για τον τουρισμό και νομίζω ότι έχουμε κάθε λόγο να είμαστε συνολικά ικανοποιημένοι για την επίδοση του ελληνικού τουρισμού σε πολλά διαφορετικά επίπεδα: και στους γενικούς δείκτες αφίξεων, εισοδημάτων, απασχόλησης, αλλά και στον τρόπο που διαχειριστήκαμε κρίσεις. Διότι είχαμε μια πολύ δύσκολη κρίση να διαχειριστούμε, σε ένα νησί το οποίο αποτελεί μια από τις «ναυαρχίδες» του τουριστικού μας προϊόντος και, με την στήριξη της τοπικής κοινωνίας και των τοπικών επαγγελματιών του τουρισμού, πιστεύω ότι καταφέραμε και το ξεπεράσαμε, με ταχύτητα που πιστεύω ότι αιφνιδίασε πολλούς προς τη θετική κατεύθυνση.
Ως προς τους κεντρικούς στόχους του μέλλοντος του ελληνικού τουρισμού, νομίζω ότι και εσείς και η υπουργός περιέγραψαν το πλαίσιο στο οποίο θέλουμε να κινηθούμε: θέλουμε μια τουριστική ανάπτυξη η οποία θα είναι βιώσιμη, η οποία θα είναι ανθεκτική, η οποία θα είναι δίκαιη και συμπεριληπτική, με την έννοια του ότι το όφελος της ανάπτυξης πρέπει να μοιράζεται δίκαια και μεταξύ των εργαζόμενων αλλά και των επαγγελματιών του τουρισμού, αλλά να κατανέμεται, όσο το δυνατόν περισσότερο, σε ολόκληρη την χώρα. Γιατί ακριβώς ο τουρισμός, ειδικά ο ελληνικός τουρισμός, έχει αυτή τη διάσταση της περιφερειακής ανάπτυξης, η οποία μας επιτρέπει να μπορούμε να βλέπουμε αναπτυξιακές «νησίδες» σε πολλές περιοχές της χώρας. Κυρίως σε καινούργιους προορισμούς, τους οποίους μπορούμε να αναπτύξουμε.
Έχετε απολύτως δίκαιο να λέτε ότι δεν μπορούμε να συμβιβαζόμαστε και να εφησυχάζουμε με τις καλές μας επιδόσεις. Ο τουρισμός από τη φύση του είναι μια άκρως, παγκοσμίως ανταγωνιστική παροχή υπηρεσιών. Και ξέρουμε πολύ καλά και εμείς ότι οι ανταγωνιστές μας δεν παραμένουν στάσιμοι.
‘Αρα, η ανταγωνιστικότητα του ελληνικού προϊόντος πρέπει να διασφαλίζεται, πρωτίστως με επένδυση στην ποιότητα και την βιωσιμότητα.
Η αναβάθμιση του ελληνικού προϊόντος είναι ένα στοίχημα διαρκείας για την κυβέρνηση αλλά και για τους επαγγελματίες του τουρισμού. Είναι βέβαιον ότι ο τελικός στόχος θα πρέπει να είναι να φέρνουμε επισκέπτες στην πατρίδα μας οι οποίοι να μπορούν να δαπανούν κατά κεφαλήν περισσότερα από όσα δαπανούν σήμερα. Διότι η περιβαλλοντική επιβάρυνση ενός επισκέπτη είναι περίπου η ίδια, ασχέτως του πόσα χρήματα τελικά ο ίδιος ή η ίδια δαπανούν στη χώρα.
Αυτό μας βάζει μπροστά σε μια σειρά από καινούργιες προκλήσεις, οι οποίες έχουν να κάνουν με τον τρόπο με τον οποίο θα συνδυάσουμε την αναπτυξιακή δυναμική με τους επιβεβλημένους περιορισμούς που πρέπει να συμφωνήσουμε ότι θα βάλουμε για να προστατεύσουμε το ίδιο το προϊόν, το οποίο αποτελεί την πηγή του πλούτου μας.
Αυτό αφορά ιδιαιτέρως τους πιο ευαίσθητους τουριστικούς προορισμούς. Πρωτίστως τα νησιά μας, όπου νομίζω ότι θα πρέπει από κοινού να πάρουμε κάποιες αποφάσεις οι οποίες θα διασφαλίσουν την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα και ποιότητα των προορισμών μας. Νομίζω ότι αυτό θα είναι ένα αντικείμενο ενεργούς συζήτησης την οποία θα κάνουμε από εδώ και στο εξής.
Πρέπει να μπορούμε να δούμε και πέρα από τον επόμενο χρόνο, τολμώ να πω- και τον επόμενο εκλογικό κύκλο. Στην Ελλάδα του 2030, του 2035, δεν θέλουμε ποτέ να γυρίσουμε -όλοι μας πιστεύω- να κοιτάξουμε πίσω και να πούμε ότι στον βωμό του εύκολου και βραχύβιου κέρδους κάναμε μια μακροπρόθεσμη ζημιά στο ίδιο το προϊόν μας.
Επειδή θα έχετε και πολλές άλλες ερωτήσεις, πιο εξειδικευμένες, σταματώ εδώ την εισαγωγική μου τοποθέτηση.
Γιάννης Παράσχης: Θα μιλήσουμε στη συνέχεια και ειδικά για τα θέματα της βιωσιμότητας και τις πρωτοβουλίες του ΣΕΤΕ, γιατί το ζήτημα αυτό είναι κεντρικός άξονας της στρατηγικής μας.
Επιτρέψτε μου, κ. πρωθυπουργέ, να έρθω στο θέμα της αγοράς εργασίας. Αποτελεί πλέον κοινή πεποίθηση ότι τα ζητήματα που αφορούν στην αγορά εργασίας, δεδομένων και των δημογραφικών εξελίξεων, θα αποτελέσουν σημαντική δομική πρόκληση για τα επόμενα χρόνια, όχι μόνο για την Ελλάδα και όχι μόνο για τον κλάδο του τουρισμού.
Βρισκόμαστε, ως ΣΕΤΕ, σε διάλογο με τα αρμόδια υπουργεία αναφορικά με τις απαραίτητες παρεμβάσεις που χρειάζονται στην αγορά εργασίας, στη βελτίωση των συνθηκών εργασίας, την άμβλυνση της εποχικότητας, με προγράμματα προσέλκυσης, κατάρτισης, συνεχούς βελτίωσης των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού. Αλλά και για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας του θεσμοθετημένου πλαισίου των μετακλήσεων, έτσι ώστε να ανταποκριθούμε στις νέες απαιτήσεις στο χώρο εργασίας και στις διεθνείς τάσεις που διαμορφώνονται στον χώρο αυτό μετά την πανδημία.
Παράλληλα, θεωρούμε -και εδώ θα ήθελα ένα σχόλιο από εσάς- ότι η μείωση των εργοδοτικών εισφορών μπορεί να συμβάλει περαιτέρω στην αύξηση των θέσεων εργασίας, του χρόνου απασχόλησης, αλλά και τελικά στο καθαρό εισόδημα των εργαζομένων.
Και -ίσως για να σας προλάβω, κ. Πρόεδρε- ο ΣΕΤΕ, ως υπεύθυνος κοινωνικός εταίρος, υποστηρίζει ξεκάθαρα ότι το ανθρώπινο κεφάλαιο παραμένει ο πιο κρίσιμος παράγοντας για τη διαμόρφωση του τουριστικού προϊόντος, ενός ποιοτικού προϊόντος το οποίο δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς ικανοποιημένους, ασφαλείς και καλά αμειβόμενους εργαζόμενους.
Το ζήτημα όμως του ανθρώπινου δυναμικού και της αγοράς εργασίας παραμένει πολύ κρίσιμο. Ποιες είναι οι σκέψεις γι’ αυτό;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Να ξεκινήσω με την τελευταία παρατήρησή σας, ειδικά με εργαζόμενους οι οποίοι πρέπει να είναι καλά αμειβόμενοι, ικανοποιημένοι με τη δουλειά τους, σε καλές εργασιακές συνθήκες, με διαρκή επιμόρφωση, με επένδυση στις δικές τους δεξιότητες.
Ο τουρισμός είναι οι άνθρωποί σας. Το ξέρετε πολύ καλύτερα από εμένα. Δεν θα κρύψω ότι η κυβέρνησή μας έχει προτάξει, ως προμετωπίδα της οικονομικής μας πολιτικής για τη δεύτερη τετραετία, τη συνολική αύξηση των μισθών.
Είναι νομίζω κάτι το οποίο ήδη συμβαίνει στον κλάδο του τουρισμού και συμβαίνει αναπόφευκτα, αφενός διότι η αγορά εργασίας γίνεται πιο ανταγωνιστική, αφετέρου διότι και εσείς οι ίδιοι αναγκάζεστε να επενδύσετε περισσότερο στους εργαζόμενους. Και όσο πιο ποιοτικές υπηρεσίες παρέχετε, τόσο καλύτερα καταρτισμένους και εκπαιδευμένους και τελικά αμειβόμενους εργαζόμενους θα έχετε.
‘Αρα, αυτή νομίζω ότι είναι μία δυναμική η οποία πηγαίνει παράλληλα με την ίδια την πολιτική μας, της αναβάθμισης του τουριστικού προϊόντος.
Θα σταθώ ιδιαίτερα στις συνθήκες εργασίας και στην τήρηση της εργατικής νομοθεσίας. Αυτό νομίζω ότι είναι κάτι το οποίο είναι απολύτως αυτονόητο, αλλά νομίζω ότι σε αυτό θα πρέπει και οι δύο να είμαστε εξίσου αυστηροί.
Υπάρχουν ζητήματα τα οποία έχουν να κάνουν με τη στέγη σε νησιά, ζητήματα τα οποία πρέπει να συνεννοηθούμε με τις τοπικές κοινωνίες, αλλά θα χρειαστούμε και τη δική σας βοήθεια.
Αλλά, από εκεί και πέρα, αν η εξεύρεση εργατικού δυναμικού γίνεται πιο σύνθετη, έχουμε δύο τρόπους να το αντιμετωπίσουμε αυτό. Ο ένας είναι να αυξήσουμε τη συμμετοχή στον τουρισμό του εγχώριου δυναμικού, αυτή πρέπει να είναι η πρώτη μας προτεραιότητα. Αυτό αφορά μία συνολική πολιτική για διεύρυνση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας: περισσότερες γυναίκες, περισσότερα άτομα με αναπηρία, ενδεχομένως άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας, συνταξιούχοι οι οποίοι μπορεί να θέλουν να παρέχουν πια εργασία και μπορούν να το κάνουν χωρίς κατ’ ανάγκη αυτή τη στιγμή να πρέπει να περικόψουμε την σύνταξή τους.
Να δούμε μέσα από μία άλλη ματιά -κι αυτό είναι κρίσιμο- τα ζητήματα της εποχικότητας. Αυτό είναι μία συζήτηση την οποία πρέπει να την κάνουμε με ειλικρίνεια, διότι είναι μία, θα έλεγα, πραγματικότητα στον ελληνικό τουρισμό, ειδικά στους προορισμούς εκείνους οι οποίοι έχουν εποχικότητα. Δημιουργεί όμως και μία πραγματικότητα στην αγορά εργασίας, η οποία μπορεί να δημιουργεί κίνητρα ή ενδεχομένως αντικίνητρα για μία άλλου είδους απασχόληση.
Τα ζητήματα των μετακλήσεων. Είναι ένα ζήτημα το οποίο μας τίθεται συνέχεια. Μπορεί να λειτουργήσει συμπληρωματικά και επικουρικά, θα το τονίσω αυτό, στην αξιοποίηση του εγχώριου δυναμικού. Είμαστε ανοιχτοί σε τέτοιες συζητήσεις, αλλά θέλω να τονίσω και πάλι ότι η πρώτη μας προτεραιότητα θα πρέπει να είναι η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη απασχόληση -και οι περισσότερες ευκαιρίες- ειδικά νέων ανθρώπων στον τουρισμό.
Η δυνατότητα να μπορούν να δούνε τα νέα παιδιά μία καριέρα στον τουρισμό, η οποία δεν θα εξαντλείται στο μυαλό τους στην παροχή κάποιων πολύ βασικών υπηρεσιών. Το career path, δηλαδή, ενός νέου ανθρώπου μέσα στον τουρισμό, τι σημαίνει να κάνεις καριέρα στον τουρισμό. Αυτό συνδέεται με περαιτέρω επένδυση στην εκπαίδευση -νομίζω ότι εκεί έχουμε βήματα να κάνουμε ακόμα.
Δηλαδή, αν θέλουμε να λέμε ότι είμαστε παγκοσμίως ανταγωνιστικοί στον τουρισμό, που είμαστε, θα πρέπει να είμαστε ειλικρινείς και να λέμε ότι πρέπει να προσφέρουμε και παγκοσμίως ανταγωνιστικές υπηρεσίες εκπαίδευσης για τα νέα παιδιά τα οποία θέλουν να μπουν σε αυτή την επαγγελματική διαδρομή.
Νομίζω ότι δεν είμαστε εκεί, αν θέλουμε να είμαστε αυτή τη στιγμή τελείως αντικειμενικοί. Είμαστε, λοιπόν, για το ζήτημα των μετακλήσεων ανοιχτοί, είναι κάτι το οποίο το κάνουμε και το συζητούμε και θέλουμε να διευκολύνουμε και τις μετακλήσεις, όπου είναι απαραίτητες, και με παρεμβάσεις που κάνουμε και σε προξενικές αρχές σε χώρες με τις οποίες μπορούμε να συνεργαστούμε.
Νομίζω ότι υπάρχουν και κάποιες χώρες στις οποίες ενδεχομένως αξίζει κάποιος να επενδύσει. Αλλά, τονίζω πάλι, συμπληρωματικά προς το εργατικό δυναμικό το οποίο έχουμε στη χώρα μας.
Είναι πολύ άδικο για τον τουρισμό -και νομίζω άδικο για όλους μας- να θεωρούμε ότι οι Έλληνες δεν ενδιαφέρονται, για κάποιο λόγο τα νέα παιδιά δεν ενδιαφέρονται για τον τουρισμό και φέρνουμε εργαζόμενους από το εξωτερικό.
Αυτό για τον πρώτο κλάδο της οικονομίας μας θα είναι μια συλλογική αποτυχία.
Γιάννης Παράσχης: Συμφωνούμε απόλυτα. Ένα σχόλιο για το θέμα των εργοδοτικών εισφορών;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Είναι εδώ ο υπουργός Οικονομικών ο οποίος έχει ξεκαθαρίσει ότι από τη στιγμή που θα υπάρχει δημοσιονομικό περιθώριο, οι πρώτες μειώσεις φόρων τις οποίες θέλουμε να κάνουμε αφορούν στις εργοδοτικές εισφορές.
Γιάννης Παράσχης: Σας ευχαριστούμε πολύ και το κρατάμε. Αναφερθήκατε στο θέμα της βιωσιμότητας. Στον ΣΕΤΕ πιστεύουμε ότι το τουριστικό προϊόν επιβάλλεται πλέον να διαμορφώνεται με βάση την κοινωνική και περιβαλλοντική βιωσιμότητα. Σήμερα, στην κλειστή μας Γενική Συνέλευση, το πρωί, ανακοινώσαμε την ενσωμάτωση στη στρατηγική μας μιας νέας σημαντικής πρωτοβουλίας για τη μετάβαση των τουριστικών επιχειρήσεων στην αειφορία.
Την ονομάσαμε «METRON Sustainable Tourism by SETE», γιατί μέτρο σημαίνει μέτρηση αλλά και αναλογία και κανόνας. Ανοίγουμε έτσι με υπευθυνότητα το κεφάλαιο της αυτορρύθμισης του κλάδου.
Σκοπός μας είναι η δέσμευση και η μετάβαση των τουριστικών επιχειρήσεων με βιώσιμη λειτουργία, δημιουργώντας ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα αυτοδέσμευσης, συμμόρφωσης, αυτοαξιολόγησης, στοχοθέτησης και πιστοποίησης των επιχειρήσεων για τη βιώσιμη λειτουργία.
Στο δεύτερο εξάμηνο του 2024 ξεκινάμε με επιλεγμένες επιχειρήσεις στην πιλοτική εφαρμογή. Ταυτόχρονα βέβαια, πιστεύουμε ότι η πράσινη μετάβαση μπορεί και πρέπει να στηριχθεί από το Ταμείο Ανάκαμψης και τα υπόλοιπα χρηματοδοτικά εργαλεία και το τραπεζικό σύστημα, τόσο για τις μεγάλες αλλά και τις μικρομεσαίες τουριστικές επιχειρήσεις.
Γνωρίζουμε τον δικό σας στρατηγικό προσανατολισμό για τη μετάβαση της χώρας στη βιωσιμότητα. Ποιες είναι οι σκέψεις σας για τη βιωσιμότητα του ελληνικού τουρισμού αλλά και τη χρηματοδότηση που απαιτείται για την πράσινη μετάβαση;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Καταρχάς, πληροφορήθηκα την πρωτοβουλία σας και θέλω να σας συγχαρώ γι’ αυτό. Εκτιμώ ότι είναι μια καλοδεχούμενη αλλά ταυτόχρονα και αναγκαστική προσαρμογή στις απαιτήσεις των πελατών σας. Διότι, πια, τα πράσινα χαρακτηριστικά μιας επιχείρησης -θα έρθω στη συνέχεια στα πράσινα χαρακτηριστικά της χώρας- θα είναι ολοένα και περισσότερο κριτήριο επιλογής.
‘Αρα, μην το δείτε ως κάτι που θα το κάνετε αμυντικά, μόνο και μόνο γιατί πρέπει να γίνει. Είναι κάτι το οποίο θα πρέπει να αποτελέσει πια ένα συγκριτικό πλεονέκτημα.
Αυτό σημαίνει πιστοποιήσεις, σημαίνει έναν τρόπο απόδειξης, σε επίπεδο επιχείρησης, του τι σημαίνει μια επιχείρηση να κάνει ό,τι μπορεί για να μπορεί να μειώσει τις εκπομπές της αλλά ταυτόχρονα να διαχειρίζεται και τους πόρους της καλύτερα.
Δεν είναι μόνο η μείωση των εκπομπών. Η πράσινη μετάβαση, συνήθως την βλέπουμε μέσα από το τι σημαίνει μείωση των εκπομπών αλλά, παραδείγματος χάρη, δεν μπορεί ο κλάδος του τουρισμού, της εστίασης γύρω από τον τουρισμό, να μην είναι ο πρώτος σύμμαχος σε μια μεγάλη προσπάθεια που θα κάνουμε για να ανακύκλωση οργανικών αποβλήτων.
Είναι κάτι το οποίο ήδη αρχίζουμε και το δρομολογούμε. Πρέπει να γίνει πολύ πιο συστηματικά. Ζητήματα τα οποία έχουν να κάνουν με την διαχείριση του νερού, θα είναι ζητήματα τα οποία είναι απολύτως κρίσιμα, ειδικά για κάποιους τουριστικούς προορισμούς.
‘Αρα, υπάρχει το ζήτημα της ατομικής ευθύνης της επιχείρησης και των εργαλείων που μπορούμε εμείς να δώσουμε για να διευκολύνουμε αυτή την πράσινη μετάβαση. Τι σημαίνει, ας πούμε, η ενεργειακή αναβάθμιση ενός ξενοδοχείου, για να το πω πολύ απλά. Εκεί υπάρχουν εργαλεία για να μπορεί αυτό να γίνει πράξη.
Και μετά υπάρχουν οι δημόσιες πολιτικές οι οποίες συμπληρώνουν την υποστήριξη της βιωσιμότητας των ίδιων των προορισμών. Αυτό αφορά ζητήματα δόμησης. Αναφέρθηκε η Υπουργός στο ειδικό χωροταξικό, αλλά κυρίως στη σημασία που αποδίδω στα Περιφερειακά και κυρίως στα Τοπικά Πολεοδομικά Σχέδια, τα οποία πια θα καθορίσουν συγκεκριμένες χρήσεις γης σε επίπεδο Δήμων.
Είναι ίσως η μεγαλύτερη σιωπηρή μεταρρύθμιση που γίνεται στη χώρα, κάτι το οποίο δεν έχει γίνει ποτέ. Θα ολοκληρωθεί μέσα στα επόμενα τρία με τέσσερα χρόνια. θα μας δώσει με πολύ μεγάλη σαφήνεια, για να το πω πολύ απλά, τι μπορούμε να χτίζουμε, πώς μπορούμε να το χτίζουμε, πού μπορούμε να το χτίζουμε, σε μεγαλύτερη εξειδίκευση των οριζόντων κανόνων οι οποίοι ήδη υπάρχουν.
Στα ζητήματα τα οποία αφορούν στο νερό θα επιμείνω πολύ, γιατί έχουμε ήδη συζητήσει και με τα συναρμόδια Υπουργεία. Είναι αναγκαστική πραγματικότητα η εκπόνηση μιας στρατηγικής διαχείρισης των υδάτινων πόρων, ειδικά για τα νησιά μας. Σε αυτά συμπεριλαμβάνω την Κρήτη. Διότι θα βρεθούμε αντιμέτωποι με πολύ μεγάλα προβλήματα και δεν είναι δυνατόν αυτό να αντιμετωπίζεται αποσπασματικά σε επίπεδο του κάθε Δήμου, ο οποίος μπορεί κάθε καλοκαίρι να παρακαλεί για μία έκτακτη επιδότηση για να έρθει μία αφαλάτωση.
Αυτό δεν συνιστά κεντρικό σχεδιασμό για τη διαχείριση των υδάτινων πόρων στα νησιά μας. Θα πρέπει να το δούμε σε άλλο επίπεδο, σε άλλη κλίμακα. Υπάρχουν και χρηματοδοτικά εργαλεία τα οποία έχουμε στην διάθεσή μας.
Πολύ σύντομα θα ανακοινώσουμε και τις λεπτομέρειες ενός νέου ταμείου, το οποίο θα αφορά ειδικά τις δράσεις απανθρακοποίησης και βιώσιμης ανάπτυξης για τα νησιά μας, το οποίο δρομολογούμε και για το οποίο έχουμε εξασφαλισμένους πόρους, έτσι ώστε να μπορούμε να διασφαλίσουμε την κρίσιμη ανθεκτικότητα προορισμών ως προς την διαχείριση φυσικών πόρων.
Από κει και πέρα υπάρχουν ζητήματα τα οποία αφορούν στην ίδια τη διαχείριση των προορισμών. Είμαι πάντα λίγο επιφυλακτικός όταν ακούω τον όρο «φέρουσα ικανότητα», διότι μπορεί κανείς να τον ερμηνεύσει με πολλούς διαφορετικούς τρόπους και η φέρουσα ικανότητα συνδέεται και σε μεγάλο βαθμό και με τις υποδομές τις οποίες έχεις. Αν έχεις καλύτερες υποδομές, μπορείς να έχεις καλύτερη…
Γιάννης Παράσχης: Χαιρόμαστε πολύ να το ακούμε, κ. Πρόεδρε.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Μπορείς να έχεις καλύτερη φέρουσα ικανότητα. Δεν είναι ένας οριζόντιος κανόνας η φέρουσα ικανότητα.
Από την άλλη, μπορεί να υπάρχουν λίγοι προορισμοί -δεν θέλω να τους ονοματίσω-, οι οποίοι να αγγίζουν αυτή τη στιγμή σημεία κορεσμού και αυτό είναι κάτι το οποίο σίγουρα πρέπει αυτή τη στιγμή να το συνυπολογίσουμε.
Είναι λοιπόν μία άσκηση, η οποία αφορά την επιχείρηση ατομικά και προφανώς την κλαδική εκπροσώπηση, αφορά τις τοπικές κοινωνίες και αφορά το κράτος ως τον εγγυητή οριζόντιων πολιτικών βιωσιμότητας, που τελικά όμως όλες έχουν και κάποια συγκεκριμένα τοπικά χαρακτηριστικά.
Γιάννης Παράσχης: Πέρυσι βάλαμε πέντε άξονες προτεραιότητας. Έχουμε ήδη αναφερθεί σε δύο απ’ αυτούς: ο ένας αφορά στη βιωσιμότητα, ο άλλος την αγορά εργασίας, ο τρίτος είναι οι επενδύσεις και η ανταγωνιστικότητα.
Οι τουριστικές επενδύσεις, όπως αναφέραμε και σήμερα το πρωί και δείχνουν τα στοιχεία του ΙΝΣΕΤΕ, με 5,1 δισεκατομμύρια ευρώ το 2023 ήταν σχεδόν διπλάσιες του 2019. Βοηθώντας έτσι στη μείωση του κρίσιμου επενδυτικού κενού και επίσης στη διαμόρφωση του παγίου κεφαλαίου που προσμετράται στο ΑΕΠ της χώρας.
Βέβαια, η συνέχιση της θετικής αυτής δυναμικής των επενδύσεων εξαρτάται από μια σειρά από θέματα -θίχτηκαν κάποια απ’ αυτά. Σίγουρα η επενδυτική βαθμίδα και η μείωση των spreads έχει βοηθήσει πολύ, έχουμε πολλές άμεσες ξένες επενδύσεις το τελευταίο διάστημα.
Αλλά μια σειρά από άλλα ζητήματα -αναφερθήκατε, και η Υπουργός, στο ζήτημα του χωροταξικού- είναι πάρα πολύ κρίσιμα. Αυτό που ονομάζουμε «level playing field» στο θέμα των βραχυχρόνιων μισθώσεων είναι κι αυτό μία πολύ κρίσιμη παράμετρος. Είχαμε μία νομοθετική ρύθμιση το Δεκέμβριο που αφορά κυρίως στα φορολογικά ζητήματα και, αν θέλετε, το διαχωρισμό της περιστασιακής, ερασιτεχνικής θα την έλεγα, εκμετάλλευσης από την επαγγελματική δραστηριότητα στη βραχυχρόνια μίσθωση.
Έχετε όμως αναφέρει, κ. Πρόεδρε, ότι σε αυτόν τον τομέα αναμένονται και νέες πρωτοβουλίες. Θα θέλατε να το σχολιάσετε;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Καταρχάς νομίζω ότι έχει μία σημασία να επισημάνουμε -δεν το είπα στην εισαγωγική μου τοποθέτηση, αναφέρθηκε σε αυτό η Υπουργός- το γεγονός ότι η ραγδαία βελτίωση της εικόνας της χώρας έχει κατεξοχήν θετική αντανάκλαση σε έναν τομέα σαν τον τουρισμό.
Νομίζω ότι είναι αυτονόητο αυτό, δεν χρειάζεται να το εξειδικεύσω περισσότερο, αλλά σίγουρα διευκολύνει πολύ και την κινητοποίηση κεφαλαίων σε μία χώρα η οποία, πια, είναι ένας ασφαλής επενδυτικός προορισμός, με χαμηλότερο κόστος χρήματος από αυτό το οποίο προϋπήρχε της κρίσης -ως προς τα spreads τουλάχιστον, γιατί τα επιτόκια προφανώς δεν τα καθορίζει η Ελληνική Κυβέρνηση, αλλά η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα-, αυτή η συνολικότερη αίσθηση ότι η Ελλάδα είναι μία χώρα που πηγαίνει στη σωστή κατεύθυνση.
Και οι επενδύσεις στον τουρισμό, ειδικά στον ποιοτικό τουρισμό, σε ένα προϊόν το οποίο έχει υψηλή προστιθέμενη αξία, είναι επενδύσεις οι οποίες τελικά μπορούν, για τους επενδυτές, να δημιουργήσουν τέτοιες υπεραξίες που να είναι ελκυστικές.
Και βέβαια, να προσθέσω σε αυτό το γεγονός -για να γυρίσουμε λίγο το ρολόι του χρόνου πίσω- ότι πήραμε κάποια λελογισμένα ρίσκα την εποχή της πανδημίας, ανοίξαμε τον τουρισμό με ασφάλεια, ξαναχτίσαμε το brand της χώρας κι αυτό νομίζω ότι δημιούργησε μία θετική δυναμική η οποία ακόμα συνεχίζεται.
Έχω πάντα στο μυαλό μου αυτή την -ήταν για εμένα μία στα όρια του σουρεαλιστικού- εκδήλωση που είχαμε κάνει στη Σαντορίνη, σε μία άδεια Σαντορίνη τότε, προβάλλοντας τον τρόπο με τον οποίον θα ανοίξει η χώρα.
Το κερδίσαμε το στοίχημα αυτό, σε συνδυασμό -πρέπει να το λέμε- με την πολύ σημαντική οικονομική στήριξη της ελληνικής οικονομίας και του κλάδου του τουρισμού, που έσωσε πρακτικά την ελληνική επιχειρηματικότητα τις δύσκολες εποχές της πανδημίας.
Αυτό, λοιπόν, είναι ένα στοίχημα το οποίο η χώρα το κέρδισε. Τώρα καλούμαστε να διαχειριστούμε την επόμενη μέρα και το μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον το οποίο υπάρχει από εγχώρια κεφάλαια, από ξένα κεφάλαια, και το οποίο νομίζω ότι έχουμε και μια υποχρέωση και εμείς οι ίδιοι να το κατευθύνουμε, για εμένα προς δύο… Δύο είναι τα πεδία τα οποία βρίσκω ότι έχουν ένα μεγάλο ενδιαφέρον.
Το πρώτο: από περιβαλλοντικής πλευράς είναι πάντα καλύτερα να παρεμβαίνεις σε ένα υφιστάμενο κτίσμα από το να χτίσεις ένα καινούργιο.
Και βέβαια, είναι πολύ καλό να ανοίγουμε καινούργιους προορισμούς διότι αυτό διευρύνει το αποτύπωμα, το οικονομικό αποτύπωμα του τουρισμού. Αυτό σημαίνει τα νέα προϊόντα για τα οποία μιλάμε αλλά και νέους προορισμούς, με μεγαλύτερη έμφαση και στην ηπειρωτική Ελλάδα, με μεγαλύτερη έμφαση στη σύνδεση τουρισμού και πολιτισμού, η οποία νομίζω ότι ακόμα και τώρα, παρά το τεράστιο πολιτιστικό μας απόθεμα, είναι σχετικά αναξιοποίητη.
Δεν έρχεται πρωτίστως ο επισκέπτης στην Ελλάδα για την πολιτιστική μας κληρονομιά -για άλλους λόγους έρχεται- και αυτό είναι κάτι το οποίο πρέπει να το ενισχύσουμε ακόμα περισσότερο.
Την ανάπτυξη του ορεινού τουρισμού. Όλες αυτές είναι πολιτικές που μπορούν να προσελκύσουν σημαντικά κεφάλαια.
Έρχομαι τώρα στο ζήτημα για το οποίο με ρωτήσατε. Η κυβέρνηση έκανε μια παρέμβαση, σωστή, για τα ζητήματα της βραχυχρόνιας μίσθωσης, έτσι ώστε ακριβώς να κάνει έναν φορολογικό διαχωρισμό μεταξύ της περιστασιακής μίσθωσης ενός ακινήτου -η οποία θέλω να θυμίσω ότι ήταν και ο βασικός λόγος για τον οποίο ξεκίνησαν οι πλατφόρμες, «νοικιάζω το σπίτι μου τις μέρες που δεν το χρησιμοποιώ»- και αυτών οι οποίοι χρησιμοποιούν τη βραχυχρόνια μίσθωση ως μια επαγγελματική δραστηριότητα και προφανώς δεν γίνεται να έχουν μια διαφορετική αντιμετώπιση από ένα μικρό ξενοδοχείο ή ένα μεγαλύτερο ξενοδοχείο.
Κάναμε βήματα σε αυτή την κατεύθυνση. Εξακολουθούμε όμως να μελετούμε το ζήτημα της βραχυχρόνιας μίσθωσης, των προδιαγραφών που πρέπει τα σπίτια αυτά να έχουν, αλλά και ενδεχομένως κάποιων επιπρόσθετων περιορισμών που ίσως πρέπει να μπουν. Λέω το «ίσως» γιατί είναι ένα σύνθετο ζήτημα το οποίο πρέπει να μελετηθεί διεξοδικά, διότι η βραχυχρόνια μίσθωση, όταν γίνεται μια επαγγελματική δραστηριότητα πέραν της μίσθωσης του σπιτιού για κάποιες μέρες τον χρόνο, παρεμβαίνει αφενός στη λειτουργία της τουριστικής αγοράς, αφετέρου στην αγορά της στέγης, διότι ουσιαστικά στερεί σπίτια από την αγορά της μακροχρόνιας μίσθωσης.
Είναι ένα ζήτημα το οποίο είναι πολύ σύνθετο. Το εξετάζουμε με τον υπουργό Οικονομικών. Δεν είμαστε έτοιμοι να πούμε κάτι περισσότερο αυτή τη στιγμή. Δεν θα αργήσουμε και πολύ, όμως, να καταλήξουμε στις πολιτικές τις οποίες θα εφαρμόσουμε.
Γιάννης Παράσχης: Κύριε Πρόεδρε, έχω μια σειρά από ζητήματα εδώ, στον κατάλογο. Αλλά είχαμε προγραμματίσει μισή ώρα γι’ αυτή τη συζήτηση. Νομίζω την έχουμε υπερβεί.
Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω ιδιαίτερα για την παρουσία σας εδώ σήμερα και για τη μόνιμη στήριξη, θα έλεγα, που παρέχετε στον κλάδο του τουρισμού και στις δύσκολες αλλά και στις μέρες που διανύουμε, στη σημερινή συγκυρία.
Κλείνοντας, θα ήθελα να πω ότι οι ενδείξεις είναι καλές. Ελπίζουμε όλοι να έχουμε μια καλή χρονιά. Θέλω να ευχηθώ σε όλους μια καλή σεζόν και σας ευχαριστούμε ιδιαίτερα που σε αυτή την δύσκολη συγκυρία είστε μαζί μας.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Κι εγώ θέλω να σας ευχαριστήσω. Εγώ να σας ευχαριστήσω γι’ αυτά τα οποία κάνετε για τον ελληνικό τουρισμό.
Να ευχαριστήσω τον ΣΕΤΕ, δια του Προέδρου, για το γεγονός ότι είστε ένας κοινωνικός εταίρος με πραγματική προστιθέμενη αξία. Αυτό είναι κάτι το οποίο αναγνωρίζω και στο επίπεδο της ανάλυσης των πραγματικών δεδομένων και της συνδιαμόρφωσης πολιτικών. Είμαστε από την ίδια πλευρά.
Και να επαναλάβω το γεγονός ότι η στήριξη στον ελληνικό τουρισμό, όπως το γνωρίζετε καλά, δεν είναι αρμοδιότητα μόνο του Υπουργείου Τουρισμού, διότι πολλά από τα ζητήματα τα οποία θίξαμε είναι ζητήματα συναρμοδιοτήτων, στα οποία εκ των πραγμάτων εμπλέκεται και η Γραμματεία της Κυβέρνησης και εγώ προσωπικά, καθώς γνωρίζετε και το ενδιαφέρον μου αλλά και την προσήλωση μου στον κοινό στόχο, τον οποίο τον έχω πει και θα τον ξαναλέω.
Η Ελλάδα με αυτά τα οποία διαθέτει -και αυτά τα οποία διαθέτει δεν είναι μόνο η φυσική της ομορφιά, η πολιτιστική της παρακαταθήκη, είναι οι άνθρωποι της-, ο στόχος είναι πολύ ψηλά. Είναι το χρυσό μετάλλιο. Είναι το να είμαστε ο καλύτερος προορισμός στον κόσμο.
Δεν θα κουραστώ να το λέω, αλλά αυτό περνάει από εμάς και από εσάς. Οπότε, να ευχηθώ μια καλή σεζόν.
(ΑΠΕ-ΜΠΕ / photo: eurokinissi)