Σύμφωνα με τον καθηγητή, η απόφαση της Γερμανίας δεν αντίκειται στους κανόνες για την ελεύθερη κυκλοφορία του χώρου Σένγκεν, στον βαθμό που προβλέπουν ότι μπορεί να επιτραπεί σε μία χώρα να κλείσει προσωρινά τα σύνορά της, αλλά αντιβαίνει στη Σύμβαση της Γενεύης (1951) για το δικαίωμα στο άσυλο και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (1950), ιδίως σε θέματα οικογενειακής επανένωσης.
Σχετικά με την αντίδραση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ότι μελετά την ουσία αυτών των μέτρων που πρέπει να είναι «αναλογικά» και να παραμένουν «εξαιρετικά», επισημαίνει την ύπαρξη και λειτουργία της Frontex, ως προς την οποία, όπως εκτιμά, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη δύο στοιχεία. «Καταρχάς, η κλήση στην Frontex δεν είναι ντροπή για μία μικρή χώρα όπως η Ελλάδα. Όλοι αντιλαμβάνονται ότι η αντίθεση μεταξύ της επιφάνειάς της και της απεραντοσύνης των θαλάσσιων και χερσαίων συνόρων της, σε συνδυασμό με τη γεωγραφική θέση της και την εγγύτητά της με την Τουρκία, τη δυσκολεύουν να ελέγξει τα σύνορά της με δικά της μέσα. Από την άλλη, αν μία χώρα όπως η Γερμανία ζητούσε βοήθεια από την Frontex, θα ήταν ντροπή για αυτήν, αφού θα σήμαινε ότι δεν είναι σε θέση, με δικά της μέσα, να διασφαλίσει την ασφάλειά της», σημειώνει ο καθηγητής, και προσθέτει: «Η δεύτερη πτυχή είναι πολύ πιο σοβαρή: Εδώ και αρκετά χρόνια έχουν ληφθεί μέτρα, όχι μόνο για να καταστεί αδύνατη η αποστολή της Frontex αλλά και για να γίνει μία Μη Κυβερνητική Οργάνωση απλώς υπεύθυνη για την υποδοχή μεταναστών σε παράτυπη κατάσταση. Ο διευθυντής της Frontex είχε επίσης αναγκαστεί να παραιτηθεί, καθώς ο ρόλος του περιορίστηκε απλώς στο να υποδέχεται μετανάστες, κάτι που απέχει πολύ από τον έλεγχο της παράτυπης μετανάστευσης».
Ο κ. Ντιουμόν αναφέρει ότι είναι εύκολο να καταλάβει κανείς πως η Ευρωπαϊκή Ένωση θέλει μία κοινή μεταναστευτική πολιτική λόγω της κοινής ευρωπαϊκής αγοράς, ωστόσο στην πραγματικότητα τα μεταναστευτικά ζητήματα κάθε χώρας είναι εξαιρετικά διαφορετικά, όπως και οι οικονομικές ανάγκες των χωρών και επιπροσθέτως υπάρχει μία διαφορά στα προβλήματα ένταξης, ανάλογα με τη χώρα. «Ένα από τα προβλήματα της Γερμανίας είναι η ενσωμάτωση πληθυσμών από την Τουρκία και πιο πρόσφατα από τη Μέση Ανατολή, εν αντιθέσει με τη Γαλλία, που η ενσωμάτωση αφορά πληθυσμούς από το Μαγκρέμπ, μία αρκετά διαφορετική γεωγραφική περιοχή, ενώ εξαιρετικά διαφοροποιημένη είναι και η γεωγραφική κατανομή των μεταναστών ανά χώρα». «Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι απλό: Η σκέψη ότι μπορούμε να έχουμε μία κοινή μεταναστευτική πολιτική, παρά τις τόσες δημογραφικές, οικονομικές και γεωγραφικές διαφορές, είναι ένας στόχος αναμφίβολα ιδανικός, αλλά κατά τη γνώμη μου ανέφικτος», καταλήγει ο Γάλλος καθηγητής.
(ΑΠΕ -ΜΠΕ / photo: pixabay)