Ειδικότερα, ο υπουργός ξεκίνησε την τοποθέτησή του από τις δύο προτάσεις που έκανε το ΠΑΣΟΚ: πρώτον, να φορολογηθούν οι τράπεζες, πρόταση που δεν έκανε αποδεκτή η κυβέρνηση, δεύτερον να ρυθμιστούν τα επιτόκια, κάτι το οποίο «αντικειμενικά δεν μπορεί να γίνει», όπως είπε. Άλλωστε, συμπλήρωσε, η κρατική ρύθμιση του επιτοκίου καταργήθηκε πριν από δεκαετίες. Και επιχειρηματολόγησε ότι η πολιτική της κυβέρνησης σε θέματα αγοράς εν γένει δεν είναι το κανονιστικό πλαίσιο, αλλά η ενίσχυση του ανταγωνισμού. Μέσω του 5ου πυλώνα επιδιώκεται να αποκατασταθεί η σχέση των επιτοκίων χορηγήσεων – καταθέσεων, όπως και η πιστωτική επέκταση, σημείωσε ακόμη και προειδοποίησε ότι «αν ζητούσαμε τώρα τον αναβαλλόμενο φόρο, θα μπαίναμε σε νέα φάση ανακεφαλοποίησης».
Όμως, ο κ. Βορίδης απάντησε και στη μομφή της αντιπολίτευσης ότι η κυβέρνηση έδωσε… ψίχουλα: Η κυβερνητική παρέμβαση αποτιμάται στα 310 εκατ. ευρώ, όταν η πρόταση του ΠΑΣΟΚ για αύξηση της φορολογίας θα απέδιδε 250 εκατ. Συμπέρασμα; «Τα δικά μας …ψίχουλα είναι περισσότερα από τα …ψίχουλα του κ. Ανδρουλάκη», σχολίασε.
Απάντησε, επίσης, και στο αίτημα μερίδας του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, του βουλευτή Παύλου Πολάκη εν προκειμένω, να κρατικοποιηθεί η Εθνική Τράπεζα. Ο υπουργός Επικρατείας κατηγόρησε, στο σημείο αυτό, τον βουλευτή ότι προτείνει την κρατικοποίηση γιατί στην περίπτωση αυτή θα δίδονται πολιτικές εντολές στην τράπεζα για τη χορήγηση δανείων χωρίς αυστηρά οικονομικά κριτήρια. «Το πολιτικό σύστημα μέχρι τη στιγμή της πτώχευσης ήταν σε ένα άλλο σύμπαν, ήταν …μανιέρα» δήλωσε και πρόσθεσε ότι οι πολιτικές παρεμβάσεις ήταν αυτές που οδήγησαν στην κατάρρευση των τραπεζών.
Κληθείς να σχολιάσει απόφαση του Αρείου Πάγου για τα επιτόκια, εξήγησε ότι το ανώτατο δικαστήριο αυτό που έκανε, ήταν ότι απεφάνθη πως τα επιτόκια μπορούν να πηγαίνουν και προς τα κάτω. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι ούτε ο Άρειος Πάγος ούτε η κυβέρνηση καθορίζουν τα επιτόκια, διευκρίνισε, επισημαίνοντας συγχρόνως ότι τελικώς η Τράπεζα της Ελλάδος επελήφθη του θέματος. Ενώ σε ερώτημα, τέλος, για το δάνειο της ΝΔ είπε ότι εξυπηρετείται κανονικώς.
Σε άλλο θέμα της επικαιρότητας, τη βλάβη στο Μετρό Θεσσαλονίκης, ο υπουργός επανέλαβε ότι ήταν ένα περιστατικό διακοπής ηλεκτροδότησης και κατόπιν τούτου, «εφαρμόσθηκε με απόλυτο τρόπο το πρωτόκολλο ασφαλείας», γεγονός που επιβεβαίωσε ότι «το μέσο είναι απόλυτα ασφαλές».
Ενώ διερωτήθηκε «ποιο είναι το αντικείμενο της πολιτικής συζήτησης» και επέμεινε ότι διακοπές ηλεκτροδότησης μπορούν να συμβούν. Σε όλες τις προηγμένες χώρες, εξάλλου, όταν κάτι παρόμοιο συμβεί, εφαρμόζεται το πρωτόκολλο ασφαλείας. «Καταλαβαίνω την αναστάτωση, όχι την πολιτική συζήτηση», συμπέρανε, κλείνοντας τη συγκεκριμένη απάντησή του.
Σχετικά με τον αποκλεισμό χρηματοδότησης του κόμματος «Σπαρτιάτες», ο υπουργός Επικρατείας επεσήμανε ότι το ζήτημα ανέκυψε όταν τον Ιούνιο το Τμήμα Α1 του Αρείου Πάγου απέκλεισε το εν λόγω κόμμα από τις ευρωεκλογές. Και επέκρινε εκ νέου τον ΣΥΡΙΖΑ, γιατί, ως κυβέρνηση, είχε προβλέψει την αποσύνδεση της χρηματοδότησης κομμάτων από τη συμμετοχή τους στις ευρωεκλογές.
Άλλο θέμα της επικαιρότητας, η πρόθεση του Παύλου, γιού του τέως βασιλιά, να ζητήσει την ελληνική ιθαγένεια. Μετά την αρχική επισήμανση ότι υπάρχει θεσμικό πλαίσιο, ο κ. Βορίδης παρέθεσε σειρά στοιχείων, όπως ότι η συγκεκριμένη βασιλική οικογένεια – εν αντιθέσει με άλλες βασιλικές οικογένειες – δεν έχει επίθετο. Επιπλέον, οι τίτλοι ευγενείας δεν επιτρέπονται από το ελληνικό Σύνταγμα, αλλά, από την άλλη, χρειάζεται ταυτοποίηση του προσώπου, συνεπώς χρειάζεται ένα επώνυμο.
Η συνέντευξη έκλεισε με το οικονομικό κλίμα. Εδώ, ο υπουργός Επικρατείας επέκρινε την αντιπολίτευση γιατί παρουσιάζει εικόνα, που δεν ανταποκρίνεται στην κοινωνική εμπειρία και πραγματικότητα, και τα στατιστικά μεγέθη. «Έχουμε από τους καλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έχουμε αύξηση των εισοδημάτων, έχουμε αύξηση της αγοραστικής δύναμης», τόνισε και διευκρίνισε ότι η χώρα παραμένει χαμηλά σε σχέση με την υπόλοιπη ΕΕ, γιατί επί μια δεκαετία όταν οι άλλοι έτρεχαν με ρυθμούς ανάπτυξης 2% -3%, η Ελλάδα ήταν στο «μείον». Η διαφορά δεν έχει καλυφθεί, αλλά γίνονται βήματα, ανέφερε επίσης.
Κλείνοντας επικαλέσθηκε τις μετρήσεις της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, σύμφωνα με τις οποίες το 16,8% των Ελλήνων είναι κάτω από το όριο της φτώχειας, αλλά το 68% αισθάνεται ότι είναι στα όρια της φτώχειας (υποκειμενική φτώχεια). Τόσο μεγάλη απόκλιση δεν παρατηρείται σε καμία άλλη χώρα, υπογράμμισε και κατέληξε λέγοντας ότι το θέμα αυτό απαιτεί μια ευρύτερη συζήτηση, καθώς ίσως έχει να κάνει με την ανασφάλεια που αισθάνονται οι πολίτες.
ΑΠΕΜΠΕ – φωτο:eurokinissi