Πυρκαγιές στο Λος Άντζελες: Γιατί είναι δύσκολο να ελεγχθούν – Η σύγκριση με την Ελλάδα, vid

Οι σαρωτικές πυρκαγιές στο Λος Άντζελες έχουν αφήσει πίσω τους νεκρούς καθώς και ανυπολόγιστες καταστροφές σε περιβάλλον και περιουσίες

Ήταν 10.30 (τοπική ώρα) της 7ης Ιανουαρίου 2025 όταν οι φλόγες άρχισαν να ξεπηδούν η μία μετά την άλλη από τη συνοικία Palisades του Λος Άντζελες και να εξαπλώνονται μέσα σε λίγα λεπτά με ιλιγγιώδη ταχύτητα στην πλούσια συνοικία μεταξύ του Μαλιμπού και της Σάντα Μόνικα. Και όσο περνούσαν οι ώρες διαφορετικά μέτωπα ξεσπούσαν, γεμίζοντας την ευρύτερη περιοχή του Λος Άντζελες με πνιγηρό και ασφυκτικό καπνό, στάχτες και αποκαΐδια.

Παρότι βρισκόμαστε μέσα στην «καρδιά του χειμώνα» η ξηρασία, η ζέστη και οι πολύ ισχυροί άνεμοι συνέβαλαν στην ταχεία εξάπλωση αυτών των πυρκαγιών καθιστώντας τις, «τις πιο καταστροφικές» που έχουν εκδηλωθεί στην περιοχή του Λος Άντζελες, όπως εξηγεί στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο δρ Κρεγκ Μπ. Κλέμεντς (Craig B. Clements) καθηγητής Μετεωρολογίας στο Πανεπιστήμιο του Σαν Χοσέ των ΗΠΑ και διευθυντής του Διεπιστημονικού Ερευνητικού Κέντρου για τις πυρκαγιές του πανεπιστημίου του Σαν Χοσέ (Wildfire Interdisciplinary Research Centre / San José State University. «Πιθανόν να χρειαστούν πολλές ημέρες για τον έλεγχό τους. Το πρόβλημα είναι ότι η περιοχή του Λος Άντζελες βρίσκεται σε συνθήκες ξηρασίας, καθώς λαμβάνει μόνο το 4% των αναμενόμενων βροχοπτώσεων για αυτή την εποχή του έτους. Έτσι, η υγρασία της καύσιμης ύλης είναι εξαιρετικά χαμηλή, ιδιαίτερα για αυτή την εποχή. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την ακραία ανεμοθύελλα με ριπές ανέμων με ταχύτητα 90+ μίλια την ώρα (144 χλμ/ώρα) δημιουργεί καταστροφικές συνθήκες για την ακραία εξάπλωση της πυρκαγιάς», υπογραμμίζει ο κ. Κλέμεντς.

Οι σαρωτικές πυρκαγιές στο Λος Άντζελες έχουν αφήσει πίσω τους νεκρούς καθώς και ανυπολόγιστες καταστροφές σε περιβάλλον και περιουσίες ενώ όπως τονίζει ο δρ. Γαβριήλ Ξανθόπουλος, τ. διευθυντής Ερευνών στο Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων του ΕΛΓΟ «Δήμητρα», δεν πρόκειται απλώς για πυρκαγιές «ζώνης μίξης δασών οικισμών “Wildland Urban Interface Fires”». «Εδώ πλέον αυτή η πυρκαγιά δεν περνάει μέσα από το μείγμα της δασικής βλάστησης με τα σπίτια. Οι φωτιές αυτές εξαπλώνονται, κι από τη στιγμή που επεκτείνονται στα πρώτα σπίτια, περνάνε λόγω των ανέμων από σπίτι σε σπίτι. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό σε αυτή την περίπτωση και αυτός είναι κι ο λόγος που καθίσταται δύσκολη η κατάσβεσή τους», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Ξανθόπουλος.

«Η Καλιφόρνια γνωστή για τις ιδιαίτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει κατά την διάρκεια των πυρκαγιών λόγω της γεωγραφικής της θέσης»

Γυρνώντας το χρόνο σχεδόν 17 χρόνια πίσω ο αντιπύραρχος και προϊστάμενος επιχειρήσεων της 1ης Ειδικής Μονάδας Αντιμετώπισης Καταστροφών (ΕΜΑΚ), Κωνσταντίνος Τσακίρης θυμάται τη δική του εμπειρία από την επιχείρηση κατάσβεσης πυρκαγιάς στην Καλιφόρνια

Όπως επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ τον Ιούλιο του 2008 είχε συμμετάσχει ως μέλος της ελληνικής αποστολής που αποτελούνταν από πυροσβέστες της 1ης Ειδικής Μονάδας Αντιμετώπισης Καταστροφών (Ε.Μ.Α.Κ.), στην αντιμετώπιση δύο μεγάλων πυρκαγιών (mega fires) για χρονικό διάστημα 28 ημερών στην πολιτεία της Καλιφόρνιας.

«Το 2008 η Καλιφόρνια αντιμετώπιζε μια από τις χειρότερες περιόδους δασικών πυρκαγιών στην ιστορία της. Πριν από την άφιξή μας, είχαμε ενημερωθεί για τις ακραίες συνθήκες που επικρατούσαν στις περιοχές που θα επιχειρούσαμε, οπότε είχαμε προετοιμαστεί ψυχολογικά», σημειώνει ο κ. Τσακίρης τονίζοντας ότι η δουλειά τους εκεί απαιτούσε στενή συνεργασία με τις τοπικές ομάδες δασοπυρόσβεσης. «Πράγματι, άμεσα, ενσωματωθήκαμε στο πεδίο των επιχειρήσεων με τα τοπικά πεζοπόρα τμήματα (hot shots – ειδικά πεζοπόρα τμήματα αντιμετώπισης δασικών πυρκαγιών της δασικής υπηρεσίας της Καλιφόρνιας). Γνωρίζαμε επίσης ότι, η ομαδικότητα ήταν το κλειδί της πετυχημένης συνεργασίας καθώς έπρεπε να συντονίσουμε τις κοινές ενέργειες μας, σε δύσκολες και απρόβλεπτες συνθήκες σε συνδυασμό με την ψυχολογική πίεση η οποία πράγματι στο πεδίο ήταν μεγάλη», επισημαίνει και προσθέτει: « Η συμμετοχή μου στη συγκεκριμένη αποστολή ήταν πράγματι εμπειρία ζωής, έμαθα πολλά, συνειδητοποίησα ακόμη περισσότερο τη δύναμη της φύσης αλλά και την ανάγκη της συνεργασίας όλων των φορέων για την αντιμετώπιση κρίσιμων καταστάσεων».

Σύμφωνα με τον κ. Τσακίρη η Καλιφόρνια είναι γνωστή για τις ιδιαίτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει κατά την διάρκεια των πυρκαγιών λόγω της γεωγραφικής της θέσης, η οποία, όπως λέει, είναι παρόμοια με της Ελλάδας. «Σε αρκετές περιοχές το κλίμα της είναι μεσογειακό, με ξηρά καλοκαίρια και υψηλές θερμοκρασίες που συναντώνται ακόμη και τη χειμερινή περίοδο, όπως και στην Ελλάδα, γεγονός που κατά τη διάρκεια του έτους δημιουργεί μεγάλες περιόδους ξηρασίας, αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο εξάπλωσης των πυρκαγιών. Επίσης, πολλές αστικές περιοχές βρίσκονται εντός δασικών εκτάσεων (Wildlands – urban interfaces) αυξάνοντας τον κίνδυνο πυρκαγιάς σε σπίτια και υποδομές», υπογραμμίζει και προσθέτει ότι η καταπολέμηση των δασικών μεγαπυρκαγιών απαιτεί εξειδικευμένη εκπαίδευση κυρίως, λόγω των ειδικών συνθηκών και των επικίνδυνων ή και ακραίων φαινομένων που αναπτύσσονται κατά την εξέλιξή τους, για τη διαχείριση και το συντονισμό όλων των συναρμόδιων φορέων καθώς και για την αξιοποίηση της τεχνολογίας (drones, θερμικές κάμερες, GPS για εντοπισμό πυρκαγιών).

Για τον κ. Τσακίρη οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι πυροσβέστες στο Λος Άντζελες είναι πολλές λόγω της γεωγραφίας και των ειδικών συνθηκών που επικρατούν στην ευρύτερη περιοχή. Αυτό, όπως εξηγεί, οφείλεται αφενός λόγω του φαινομένου Σάντα Άνα το οποίο έχει σαν αποτέλεσμα την επιτάχυνση της διάδοσης των πυρκαγιών με αποτέλεσμα τη δυσχέρεια των επιχειρήσεων κατάσβεσης καθώς η ταχύτητα μετάδοσης και η συχνά απρόβλεπτη κατεύθυνση των ανέμων θέτουν σε κίνδυνο την ζωή εκείνων που επιχειρούν αλλά και του εξοπλισμού τους και αφετέρου του γεγονότος ότι πολλές περιοχές είναι κοντά σε δάση και βουνά (Γκρίφιθ παρκ και οι λόφοι του Χόλιγουντ). Συνεπώς, όπως αναφέρει, η αστικοποίηση κοντά σε αυτές τις περιοχές, δυσκολεύει τη διαδικασία εκκένωσης και αυξάνει τους κινδύνους για ανθρώπους και περιουσίες. Παράλληλα, καθοριστικοί παράγοντες είναι, όπως αναφέρει ο κ. Τσακίρης, οι γεωμορφολογικές προκλήσεις (λόφοι και χαράδρες), αλλά και το ότι πολλές περιοχές είναι πολυπληθείς καθώς και τα συνοδά φαινόμενα της πυρκαγιάς κυρίως τα τοξικά αέρια που εκλύονται απ’ αυτήν.

«Αντιλαμβανόμαστε όλοι, ότι οι κλιματικές συνθήκες έχουν αλλάξει παγκοσμίως και πλέον έχουμε μεγάλες δασικές πυρκαγιές και τον χειμώνα, συνεπώς πρέπει να είμαστε περισσότερο προσεκτικοί και προετοιμασμένοι», υπογραμμίζει ο κ. Τσακίρης.

Το ισχυρό μετεωρολογικό φαινόμενο γνωστό και ως οι άνεμοι Σάντα Άνα

Οι άνεμοι Σάντα Άνα που πνέουν στην ευρύτερη περιοχή συνέβαλαν καθοριστικά στην ταχεία εξάπλωση των πυρκαγιών που έχουν ήδη κατακάψει εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα. Όπως αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διδάκτωρ μετεωρολογίας και ερευνητής στην πυρομετεωρολογική ομάδα FLAME της μονάδας ΜΕΤΕΟ/ του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, Γιώργος Παπαβασιλείου, πρόκειται για τοπικούς εποχικούς ανέμους, που εμφανίζονται τους ψυχρούς μήνες του έτους στην περιοχή αρκετά συχνά. «Δεν είναι ένα καινούργιο φαινόμενο. Είναι ένα φαινόμενο γνωστό εδώ και πάρα πολλές δεκαετίες, για περισσότερο από έναν αιώνα. Το φαινόμενο αυτό διαμορφώνεται όταν έχουμε ένα μοτίβο καιρού, με υψηλές πιέσεις στα βόρεια της περιοχής του Λος Άντζελες, στα υψίπεδα της Νεβάδα και της Γιούτα (Great Basin), και όταν αυτό συνδυάζεται με χαμηλότερες πιέσεις, κυρίως σε περιοχές νότια του Λος Άντζελες, δηλαδή προς την θαλάσσια περιοχή του Ειρηνικού Ωκεανού και την Μπάχα της Καλιφόρνια. Ουσιαστικά τότε διαμορφώνεται αυτό το ιδανικό πεδίο πιέσεων, ώστε να έχουμε ισχυρούς βορειοανατολικούς ανέμους στην περιοχή. Βέβαια, πέραν του φυσικού φαινομένου αυτού καθ’ αυτού, όταν αυτό συνδυάζεται και με μία μακρά περίοδο ξηρασίας, που καθιστά την βλάστηση εξαιρετικά ξηρή και εύφλεκτη, τότε διαμορφώνονται εκείνες οι πολύ επικίνδυνες πυρομετεωρολογικές συνθήκες για την εκδήλωση τέτοιων περιστατικών, σαν αυτά που είδαμε τις τελευταίες ημέρες. Τέτοια περιστατικά, και μεγάλης έκτασης και με αντίστοιχες, δυστυχώς και τραγικές συνέπειες, με πάρα πολλές απώλειες, είχαμε και πρόσφατα το 2018 στο Camp Fire, το Νοέμβριο του 2018, όπου τότε είχαμε ένα παρόμοιο πυρομετεωρολογικό μοτίβο καιρού στην Βόρεια Καλιφόρνια με την επικράτηση των ανέμων “Diablo” (παρόμοιος με τους ανέμους Santa Ana)», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Παπαβασιλείου και υπογραμμίζει ότι η μακρά περίοδος ξηρασίας αυξάνει τη διαθέσιμη καύσιμη ύλη ευνοώντας την εξάπλωση της πυρκαγιάς.

Χαρακτηριστικό αυτού του φαινομένου, σύμφωνα με τον κ. Παπαβασιλείου είναι ότι λόγω της προέλευσής του, καθώς δηλαδή οι άνεμοι έρχονται από περιοχές με μεγαλύτερο υψόμετρο (καταβάτες άνεμοι), υπόκεινται σε μία διεργασία που ονομάζεται αδιαβατική θέρμανση. «Ο αέρας, καθώς κατεβαίνει από τους ψηλούς ορεινούς όγκους, συμπιέζεται και θερμαίνεται, ενώ ταυτόχρονια ξηραίνεται σημαντικά με αποτέλεσμα η σχετική υγρασία του να πέφτει κάτω από το 10 %. Επιπέλον, καθώς ο αέρας εξαναγκάζεται να κινηθεί μέσα από στενά τοπογραφικά περάσματα, αλληλεπιδρά με την έντονη τοπογραφία και η ένταση των ανέμων αυξάνεται, με αποτέλεσμα οι αέριες μάζες που φτάνουν κοντά στις παράκτιες περιοχές και περιοχές χαμηλότερου υψομέτρου να είναι εξαιρετικά θερμές και ξηρές συνοδεία ισχυρών ανέμων. Άρα, λοιπόν, αυτό το κοκτέιλ των πολύ ισχυρών θερμών και ξηρών ανέμων, διαμορφώνει εκείνες τις πολύ ευνοϊκές συνθήκες για την ταχεία εξάπλωση μιας πυρκαγιάς, όταν και εφόσον αυτή εκδηλωθεί», σημειώνει.

Από την πλευρά του ο κ. Ξανθόπουλος επισημαίνει ότι οι άνεμοι Σάντα Άνα έχουν συμβάλλει καθοριστικά και στο παρελθόν στην εκδήλωση μεγάλων φωτιών στην περιοχή. « Ο άνεμος Σάντα Άνα έρχεται από την έρημο Μοχάβι, είναι καταβατικός και είναι πάρα πολύ ξηρός. Καθώς κατεβαίνει τις πλαγιές των βουνών του Λος Άντζελες γίνεται όλο και θερμότερος αλλά και ξηρότερος. Αυτόματα όταν ανεβαίνει η θερμοκρασία, πέφτει η σχετική υγρασία με αποτέλεσμα να επιφέρει τις επιπτώσεις που παρακολουθούμε σε συνδυασμό με την ξηρασία που υπάρχει στην Καλιφόρνια και η οποία φτάνει στο σημείο να κάνει εύφλεκτη οποιαδήποτε βλάστηση, επιβαρύνοντας την κατάσταση», υπογραμμίζει ο κ. Ξανθόπουλος ενώ προσθέτει ότι όπως του περιέγραφε καθηγητής του από το Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ στην Καλιφόρνια ο μόνος τρόπος να ελεγχθούν τέτοιου είδους φωτιές είναι να αυξηθεί η σχετική υγρασία.

Υπάρχουν ανάλογα φαινόμενα στην Ελλάδα;

Σύμφωνα με τον κ. Παπαβασιλείου τέτοιου είδους άνεμοι, όπως οι Santa Ana, ανήκουν στη μεγάλη οικογένεια των “καταβατών ανέμων”, οι οποίοι δημιουργούνται όταν ο αέρας κινείται πάνω από ορεινούς όγκους. «Είναι οι τυπικοί άνεμοι, όπως τους ονομάζουμε σε κάποιες περιοχές της χώρας μας, λίβες, καταβατικοί άνεμοι δηλαδή, οι οποίοι ουσιαστικά συναντούν έναν ορεινό όγκο και στη συνέχεια κατέρχονται από τον ορεινό όγκο σε χαμηλότερα υψόμετρα. Τέτοιους ανέμους έχουμε σε αρκετές περιοχές, μιας και η χώρα μας χαρακτηρίζεται από έντονη τοπογραφία. Τους παρατηρούμε σε αρκετές περιοχές, όπως για παράδειγμα στην περιοχή της Θεσσαλίας, της Πελοποννήσου και φυσικά της Κρήτης. Δεν είναι ένα ξένο ούτε πρωτόγνωρο φαινόμενο. Μοιραζόμαστε και αυτό το φαινόμενο με την περιοχή της Καλιφόρνια μαζί με πολλά άλλα που μοιραζόμαστε κλιματολογικά», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Παπαβασιλείου και προσθέτει:

«Αυτό που πρέπει να κρατήσουμε σαν ουσία είναι ότι και στη χώρα μας υπάρχουν μοτίβα καιρού που ουσιαστικά δίνουν τοπικά τέτοιους ανέμους, λίβες, καταβατικούς ανέμους, που διαμορφώνουν αυτές τις επικίνδυνες πυρομετεωρολογικές συνθήκες.

Είναι διαφορετικοί τύποι από περιοχή σε περιοχή». Αναφορικά με το αν καταγράφεται αύξηση σε τέτοια φαινόμενα ο κ. Παπαβασιλείου επισημαίνει ότι έπειτα από σχετική δημοσίευση της πυρομετεωρολογικής ομάδας “FLAME” όπου μελέτηθηκαν οι πυρομετεωρολογικοί τύποι καιρού της Ελλάδας, που δίνουν πιο συχνά αυτόν τον συνδυασμό θερμού, ξηρού και ανεμώδους καιρού σε τμήματα της ανατολικής και νότιας χώρας, παρατήρησαν ότι τα τελευταία 40 χρόνια εμφανίζονται πιο συχνά.

«Ήδη από τις παρατηρήσεις που έχουμε τα τελευταία 40-45 χρόνια περίπου, έχουμε δει μια αύξηση της εμφάνισης εκείνων των μοτίβων καιρού που ευνοούν αυτές τις συνθήκες, κυρίως σε περιοχές της ανατολικής και νότιας χώρας. Ωστόσο, πρέπει να τονίσουμε ότι αυτό απαιτεί μια πολύ περισσότερη εκ βαθέων ανάλυση, την οποία σκοπεύουμε να κάνουμε στην ομάδα μας, έτσι και αλλιώς σε αυτή την κατεύθυνση εργαζόμαστε, ώστε να αποτυπωθούν με μεγαλύτερη λεπτομέρεια αυτές οι περιοχές και φυσικά να εντοπίσουμε πιθανές τάσεις σε πιο τοπική κλίμακα. Μια τέτοια χαρτογράφηση σε βάθος αποτελεί καθοριστικής σημασίας εργαλείο, όχι μόνο από κλιματολογική άποψη αλλά και για την ανάπτυξη προγνωστικών εργαλείων που θα μπορούν να συμβάλλουν ουσιαστικά στη διαχείριση δασικών πυρκαγιών. Η έγκαιρη αναγνώριση περιοχών με αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης εξαιρετικά επικίνδυνων πυρομετεωρολογικών συνθηκών, ειδικά όταν και η βλάστηση βρίσκεται σε κρίσιμη κατάσταση,παρέχει τη δυνατότητα έγκαιρης λήψης μέτρων πρόληψης, μειώνοντας τόσο τον κίνδυνο πυρκαγιών όσο και τις επιπτώσεις τους στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον», σημειώνει.

Μπορούν τέτοιες πυρκαγιές να αποτελέσουν case study για τις μεσογειακές χώρες;

Σύμφωνα με τον δρ. Κλέμεντς η καύσιμη ύλη που συναντάει κανείς στην Καλιφόρνια είναι αρκετά παρόμοια με της Ελλάδας, «όπως επίσης και οι άνεμοι που πνέουν στα ανοιχτά και κατεβαίνουν από τα βουνά». «Αυτό που είναι επίσης παρόμοιο είναι το WUI, (Wildland Urban Interface) όπου τα σπίτια είναι φωλιασμένα ανάμεσα σε δέντρα και πυκνή βλάστηση κατά μήκος των απότομων βουνών κοντά στη θάλασσα/τον ωκεανό. Η Ελλάδα έχει πολύ παρόμοια γεωγραφία με την Καλιφόρνια», σημειώνει ο δρ. Κλέμεντς.

Ωστόσο, όπως εξηγεί ο κ. Ξανθόπουλος, παρότι η Καλιφόρνια είναι μία από τις περιοχές του πλανήτη που έχει μεσογειακό κλίμα ένας παράγοντας που επηρεάζει τις διαστάσεις που λαμβάνουν οι πυρκαγιές εκεί και διαφέρει από τις μεσογειακές χώρες είναι η ανθεκτικότητα των κατασκευών.

«Η βασική διαφορά είναι ότι τα δικά μας σπίτια στη Μεσόγειο, είναι πιο ανθεκτικά. Αυτό είναι κάτι που μας σώζει. Σε εμάς έχουμε πιθανότητα, αν είναι σωστά προετοιμασμένο το σπίτι μας, να το σώσουμε. Εκεί αυτό δεν μπορεί να συμβεί», υπογραμμίζει ο κ. Ξανθόπουλος.

Σύμφωνα με τον κ. Ξανθόπουλο οι πυρκαγιές που αποκτούν χαρακτηριστικά “μεγα-πυρκαγιάς” δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν από οποιονδήποτε τύπο πυροσβεστικών δυνάμεων μέχρι να αλλάξουν οι συνθήκες που επικρατούν στο σημείο. «Είναι έξω από τις δυνατότητες αντιμετώπισης», σημειώνει ο κ. Ξανθόπουλος.

«Αυτό που χρειάζεται να καταλάβουν οι πολίτες είναι ότι όταν επικρατούν τέτοιες συνθήκες ένας τρόπος είναι να προετοιμάσει το σπίτι του για αυτή την περίπτωση», υπογραμμίζει και προσθέτει ότι τα επόμενα χρόνια χρειάζεται να δοθεί έμφαση στον περιορισμό των καταστροφών.

«Όσο κι αν δυναμώνουμε τον πυροσβεστικό μηχανισμό δεν πρόκειται να σταματήσουν ακραίες φωτιές τέτοιου τύπου. Μπορεί και πρέπει να έχουμε τον μηχανισμό να κάνουμε άμεση επέμβαση, να κάνουμε αποτελεσματική δασοπυρόσβεση, να έχουμε καλό σχεδιασμό κλπ. Αλλά θα υπάρξουν οι φωτιές εκείνες που δεν θα μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Ο πολίτης πρέπει ο ίδιος να πάρει τα μέτρα του και να ξέρει τι να κάνει και να προετοιμαστεί. Για εμάς το μήνυμα είναι ότι πρέπει από ένα σημείο κι έπειτα, να σταματήσουμε τυφλά να αυξάνουμε την πυρόσβεση και να δώσουμε ουσιαστική έμφαση στην πρόληψη και με προδιαγραφές ελληνικές διότι κάποια από τα στοιχεία που η ελληνική πολιτική προστασία μετέφερε και προσπάθησε να επιβάλει από πέρσι βγαίνουν από την Αμερική που μιλάμε για διαφορετικό περιβάλλον. Πρέπει να τα ταιριάξουμε στις ελληνικές συνθήκες», επισημαίνει ο κ. Ξανθόπουλος.

(ΑΠΕ -ΜΠΕ / Ιωάννα Καρδάρα / photo:

ΠΟΛΙΤΙΚΟΛΟΓΙΕΣ

ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ

ΠΑΡΑΞΕΝΑ

LATEST

Κύρια Θέματα

ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΑΓΟΡΩΝ

Κάθε μέρα μαζί