, ως «μια αποκάλυψη», «ένα μαγικό διαλογικό κρεσέντο», «ό,τι αρτιότερο, ό,τι πιο συναρπαστικό, ό,τι πιο δηλωτικό και καθηλωτικό», «τόσο εκτυφλωτικά εθιστικό», «ένας ύμνος στη ζωή», όπως γράφτηκε στον Τύπο.
«Κατέβα ουρανέ στη γη/ τα σκοτεινά μας βάραθρα να φέξεις/ να γίνει η αβάσταχτη σιωπή/ κραυγή, λυγμός και λέξεις». Η «Νέκυια» του κορυφαίου δημιουργού της ελληνικής ροκ σκηνής, Γιάννη Αγγελάκα, και του χορογράφου-αποκάλυψη στην Ευρώπη, Χρήστου Παπαδόπουλου, ξεκινά κατανυκτικά, υποβλητικά, μυστικιστικά σαν μια τελετουργική εμπειρία θέασης και ακρόασης της εμβληματικής ραψωδίας λ του ομηρικού έπους, όπως σημειώνουν οι διοργανωτές. Την αφήγηση από σκηνής αναλαμβάνουν η Όλια Λαζαρίδου και ο ίδιος ο Γιάννης Αγγελάκας. Μαζί με δύο μουσικούς, τέσσερις γυναικείες φωνές και τον ηχητικό σχεδιασμό του Coti Κ., μας οδηγούν στην άβυσσο της ανθρωπότητας, του εαυτού μας και, τελικά, της ζωής.
Ο Γιάννης Αγγελάκας αναφέρει για τη δημιουργία του πρότζεκτ: «Ξεκίνησα πριν από 15 χρόνια να διαβάζω, με παρότρυνση της Όλιας Λαζαρίδου, τα ομηρικά έπη από τις μεταφράσεις του Δημήτρη Μαρωνίτη και μαγεύτηκα συνειδητοποιώντας πόσο πρωτοποριακά, πόσο μπροστά ακόμα κι από την εποχή μας είναι αυτά τα υπεράνθρωπα κείμενα. Θα μου πείτε, μετά τα 45 μου ανακάλυψα την Αμερική; Τι να κάνω; Η εμπειρία μου από το σχολείο και την “ελληνική” εκπαίδευση με είχαν απομακρύνει, όπως τους περισσότερους από μας, από το χρυσάφι τους.
Ακόμα και σήμερα δεν χωράει στο μυαλό μου το πώς γίνεται αυτά τα πρώτα καταγεγραμμένα λογοτεχνήματα της αρχαιότητάς μας να φαντάζουν αξεπέραστα και να έχουν στοιχειώσει για τα καλά τον Δυτικό πολιτισμό και την παγκόσμια τέχνη (λογοτεχνία, κινηματογράφο κ.ά.). Η Όλια, πάλι, όταν είδε πως γοητεύτηκα απ’ όλα αυτά, μου πρότεινε να κάνουμε μουσική παράσταση τη Νέκυια. Ξεκίνησα πριν καμιά δεκαετία να δοκιμάζω ατμόσφαιρες, μαζί με τα κορίτσια του πολυφωνικού σχήματος Διώνη, που είχαμε συνεργαστεί στο σάουντρακ της Ψυχής Βαθιάς του Παντελή Βούλγαρη.
Είχα ήδη φανταστεί τον τρόπο που ήθελα να γίνει και έτσι το εγκατέλειψα, μιας και αυτό που φαντάστηκα ήταν πολύπλευρο, πολυδάπανο και ουσιαστικά ανέφικτο για τα δεδομένα της χώρας μας. Με παρότρυνση, αυτή τη φορά, του Παύλου Παυλίδη, πήγα το φθινόπωρο του ’22 στα γραφεία της Στέγης να προτείνω το παλιό σχέδιο της Νέκυιας. Εκεί έζησα μια εξωγήινη ή, μάλλον, εξωελληνική εμπειρία, όπου βρέθηκα με τρεις ανοιχτούς, ζεστούς και ευγενικούς ανθρώπους (την Αφροδίτη [Παναγιωτάκου], τον Δημήτρη [Θεοδωρόπουλο] και τη Θεοδώρα [Καπράλου]) να ακούν, να γοητεύονται και να ενεργοποιούνται με την ιδέα μου. Αργότερα, η Αφροδίτη, όταν ψάχναμε να βρούμε τον σκηνοθέτη της Νέκυιας, μου έστειλε το βίντεο του Larsen C, μιας χορευτικής παράστασης του Χρήστου Παπαδόπουλου που ως τότε δεν είχα ακούσει ούτε είχα δει τίποτα από αυτόν. Όταν τέλειωσε το βίντεο, χωρίς δεύτερη σκέψη και ενθουσιασμένος, απάντησα στην Αφροδίτη: “Αυτός είναι ο άνθρωπός μας! Εύχομαι να δεχτεί την πρότασή μας”».
Ο Χρήστος Παπαδόπουλος, που έχει αναλάβει τη σκηνοθεσία της Νέκυιας, αναφέρει: «Ο Γιάννης Αγγελάκας, με τη μουσική του, μας προτείνει μια κατάβαση. Η Νέκυια είναι τόπος συνάντησης. Με αυτούς που έφυγαν και με τον εαυτό μας. Κατεβαίνουμε μαζί και εξερευνούμε τα σκοτάδια. Παίζουμε εκεί μέσα και γελάμε!».
Η Όλια Λαζαρίδου, που αφηγείται στη σκηνή τη Νέκυια, μαζί με τον Γιάννη Αγγελάκα, σχολιάζει: «Μια βόλτα στον Άδη -που είναι η Νέκυια- και μάλιστα με την προοπτική της ανόδου ξανά στο φως, είναι μια πολύ ελκυστική προοπτική. Πόσο μάλλον όταν βρίσκεσαι στο πλάι ενός σύγχρονου ραψωδού των καιρών μας, όπως είναι ο Γιάννης Αγγελάκας. Χαίρομαι που, παρά τη μακρά μου πορεία στο θέατρο, υπάρχουν ακόμα πράγματα να μαθαίνω».
Μια μουσική κατάβαση σε ένα παράλληλο σύμπαν. Μια μουσική και αισθητική εμπειρία, η οποία μας ωθεί να αντιληφθούμε πόσο ιερός και σημαντικός είναι ο χρόνος που μας έχει δοθεί σε αυτή τη ζωή.
ΑΠΕ-ΜΠΕ / photo: pixabay