Η «θύελλα Τραμπ» τα… αλλάζει όλα και σε ό,τι αφορά τα περί «κλιματικής αλλαγής»!
Λίγο μετά τις δηλώσεις για τα φύλα (Θυμηθείτε ΕΔΩ), ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρθηκε και στην περιβόητη «πράσινη μετάβαση», η οποία συντέλεσε στην οικονομική καταστροφή της Ευρώπης.
Στο πλαίσιο της πολιτικής επιβίωσης ( ; ) ο Έλληνας πρωθυπουργός άρχισε και σε αυτή την περίπτωση να αλλάζει ρητορική, έστω και «για τα μάτια του κόσμου».
Έτσι λοιπόν λίγες μόλις ώρες αφότου ο Τραμπ υπέγραψε με προεδρικό διάταγμα το τέλος των «πράσινων πολιτικών» στις ΗΠΑ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε τα εξής ενώπιον του πρώην Ιταλού πρωθυπουργού του, Ενρίκο Λέτα:
«Αν πραγματικά υποφέρετε από αϋπνία, μπορείτε επίσης να διαβάσετε την έκθεση Draghi. Αλλά, πράγματι, και οι δύο εκθέσεις είναι πραγματικά πολύ ενδιαφέρουσες. Θα μπορούσα να μιλάω για ώρες πάνω σε αυτό το θέμα, αλλά επιτρέψτε μου να προσπαθήσω να εστιάσω την απάντησή μου.
Τι είναι η πράσινη μετάβαση; Μια προσπάθεια να μειωθούν οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και να φτάσουμε σε ουδέτερο ισοζύγιο έως το 2050. Γιατί το κάνουμε αυτό; Επειδή θέλουμε να συμβάλουμε στη γενικότερη προσπάθεια να διασφαλίσουμε ότι η θερμοκρασία δεν θα αυξηθεί σε επίπεδο όπου η ζωή στον πλανήτη μας θα γίνει ανυπόφορη. Μπορούμε να λύσουμε το πρόβλημα μόνοι μας; Ασφαλώς όχι, διότι αντιπροσωπεύουμε μόνο το 6% ή, νομίζω, το 7% των παγκόσμιων εκπομπών.
Πρέπει να εφαρμόσουμε την πράσινη μετάβαση με ρυθμό που θα καταστρέψει τη βιομηχανία μας, θα την καταστήσει λιγότερο ανταγωνιστική και θα την επιβαρύνει με περιττές ρυθμίσεις; Η απάντηση, και πάλι, είναι σαφώς όχι, μολονότι κάποια στιγμή υπήρξε ο κίνδυνος να στείλουμε μηνύματα στην αγορά ότι αυτή ήταν η πρώτη προτεραιότητά μας και ίσως ήμασταν υπερβολικά βολονταριστές (σ.σ. αυτοί που πιστεύουν ότι μπορούν να αλλάξουν τα γεγονότα μόνο με την θέλησή τους) στη σκέψη μας, με την έννοια ότι «αν το κάνουμε εμείς, όλοι θα μας ακολουθήσουν» και «θα είμαστε πρωτοπόροι» προς ένα πολύ λαμπρότερο μέλλον. Αποδείχθηκε ότι ο κόσμος είναι πιο περίπλοκος από αυτό.
Πιστεύω ότι σήμερα ο διάλογος αφορά ότι, ναι, πρέπει να γίνει η πράσινη μετάβαση, αλλά με ρυθμό και τρόπο που να μην καταστρέφει την ανταγωνιστικότητά μας και να μην πλήττει τους λιγότερο προνομιούχους. Έχετε απόλυτο δίκιο. Αυτή ακριβώς είναι η νέα ισορροπία που πρέπει να βρεθεί, ιδίως όσον αφορά στο ρυθμιστικό πλαίσιο. Πολλές από αυτές τις οδηγίες για τη βιωσιμότητα είναι απλώς υπερβολικά επαχθείς, όχι μόνο για τις μικρές εταιρείες αλλά και για τις μεγαλύτερες εταιρείες, πρέπει να επαναξιολογηθούν. Η Ursula von der Leyen έχει δεσμευτεί για ένα πολύπλευρο νομοθέτημα που θα αντιμετωπίσει και θα προσπαθήσει να μειώσει τις περιττές ρυθμίσεις κατά 25%.
Με αυτά τα δεδομένα, όταν μιλάμε για την πράσινη μετάβαση, ο βασικός μοχλός είναι η ενέργεια. Η αλήθεια είναι ότι η Ευρώπη υπήρξε ηγέτης στην καθαρή ενέργεια, όχι απαραίτητα ο ηγέτης που προσδοκούσα στην καθαρή τεχνολογία, διότι μας έχουν ξεπεράσει άλλοι, ιδίως οι Κινέζοι. Αλλά, και πάλι, όταν μιλάμε για πράσινη ενέργεια, αιολική και ηλιακή ενέργεια, το τελικό αποτέλεσμα θα πρέπει να είναι χαμηλότεροι λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος. Ο καταναλωτής πρέπει να δει ότι υπάρχει σαφές όφελος από αυτό.
Αυτό δεν συμβαίνει ακόμη για πολλούς λόγους, αλλά ένας από αυτούς τους λόγους είναι επειδή η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη είναι εντελώς κατακερματισμένη, αν όχι διαλυμένη.
Κοιτάμε ίσως τους γείτονές μας, αλλά κανείς δεν κοιτάζει τη μεγάλη εικόνα, τι ακριβώς θα ωφελήσει την Ευρώπη στο σύνολό της. Αυτή είναι ακόμα μια μεγάλη πρόκληση που θα αντιμετωπίσουμε.
Ξέρετε, είμαι πολύ απογοητευμένος από το γεγονός ότι μερικές φορές, ακόμα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αντιμετωπίζουμε το φυσικό αέριο ως κάτι φρικτό. Ναι, αλλά απαλλαγήκαμε από τον άνθρακα, ο οποίος είναι πολύ χειρότερος από το φυσικό αέριο. Όλοι, όμως, γνωρίζουμε ότι θα χρειαζόμαστε το φυσικό αέριο για τα επόμενα 30 έως 40, ίσως 50 χρόνια. Αν χρειαζόμαστε το φυσικό αέριο για τα επόμενα 30 με 40 χρόνια, τότε πρέπει να γίνουν και κάποιες επενδύσεις στο φυσικό αέριο.
Εμείς, για παράδειγμα, πήραμε την απόφαση να αναθέσουμε σε δύο μεγάλες αμερικανικές εταιρείες να αναζητήσουν κοιτάσματα φυσικού αερίου, επειδή δεν θέλουμε να εξαρτόμαστε από χώρες όπως η Ρωσία, οι οποίες μπορεί να μας προκαλέσουν μεγάλους γεωπολιτικούς «πονοκεφάλους» και μας κοστίζει μια περιουσία η εισαγωγή του φυσικού αερίου.
Θα πρότεινα περισσότερο ρεαλισμό και καλύτερη κατανόηση του τι πραγματικά συμβαίνει. Να μην θέτουμε πολύ αυστηρούς κανόνες. Να αφήσουμε τις χώρες να επιλέξουν τον δικό τους δρόμο, τις δικές τους τεχνολογίες. Να εξετάσουμε το τελικό αποτέλεσμα και όχι να προσδιορίζουμε τα πάντα στους ευρωπαϊκούς κανονισμούς, το τι ακριβώς θα πρέπει να κάνουμε».
ΑΠΕΜΠΕ-EPA-COMPIC photo