Τα προβλήματα υγείας που μπορεί να προκαλέσει το γάλα και τι είναι η δυσανεξία στη λακτόζη

Τελικά ποια είναι η αλήθεια για το γάλο. Κάνει καλό ή όχι;

Ο γαστρεντερολόγος Αντρέι Ζαντβόρνοφ εξήγησε στο Sputnik σε ποιους πραγματικά κάνει καλό το γάλα, τι είναι η δυσανεξία στη λακτόζη και αν πρέπει να αποφεύγουμε την κατανάλωση των γαλακτοκομικών προϊόντων.

Όσο πιο πολύ μεγαλώνει κάποιος τόσο πιο δύσκολο γίνεται

Η λακτόζη, μια μορφή σακχάρου του γάλακτος, η οποία περιέχει έως και το 30% της ενεργειακής αξίας του γάλακτος, μπορεί να προκαλέσει πεπτικά προβλήματα. Κατά κάποιο τρόπο σχετίζεται με την ηλικία.

Στα μικρά παιδιά, φυσιολογικά υπάρχει ένα ένζυμο που ονομάζεται λακτάση και το οποίο διασπά τη λακτόζη που περιέχεται στο γάλα σε μόρια γαλακτόζης και γλυκόζης, τα οποία στη συνέχεια απορροφώνται εύκολα από το λεπτό έντερο. Ωστόσο, μεγαλώνοντας, το σώμα παράγει όλο και μικρότερες ποσότητες λακτάσης, η οποία δεν επεξεργάζεται σωστά το σάκχαρο του γάλακτος, με αποτέλεσμα αυτό να καταλήγει στο παχύ έντερο, όπου δεν αλληλεπιδρά πλέον με τη λακτάση, αλλά με τα βακτήρια. Κατά συνέπεια η λακτόζη δεν απορροφάται.

Εξαιτίας αυτού, μισή ώρα μετά την κατανάλωση των προϊόντων που περιέχουν λακτόζη, μπορεί να εμφανιστούν δυσάρεστα συμπτώματα όπως, μετεωρισμός, πόνος, διάρροια και είναι γνωστά με τον όρο «δυσανεξία στη λακτόζη».

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ιατρικού Γενετικού Κέντρου Genotek, το 48% των Ευρωπαίων έχει δυσανεξία στη λακτόζη. Παγκοσμίως, αυτοί οι αριθμοί είναι ακόμη πιο υψηλοί. Για παράδειγμα, στη Νοτιοανατολική Ασία, το σάκχαρο του γάλακτος δεν απορροφάται από το 98% του πληθυσμού και το ένζυμο λακτάση εξαφανίζεται στα παιδιά ήδη από την ηλικία των πέντε ή έξι ετών.

Πού βρίσκεται η λακτόζη

«Ωστόσο, η λακτόζη δεν βρίσκεται μόνο στο γάλα, αλλά και σε προϊόντα όπως το ανθότυρο, το τυρί, το ξινόγαλα, αν και σε μικρότερες ποσότητες, αφού διασπάται από τα βακτήρια του γαλακτικού οξέος. Το σάκχαρο του γάλακτος προστίθεται σε κάποια προμαγειρεμένα φαγητά, σε προϊόντα ζαχαροπλαστικής, φάρμακα, ακόμα και σε αθλητική διατροφή» ανέφερε ο γαστρεντερολόγος Αντρέι Ζαντβόρνοφ.Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν τόσο υψηλή δυσανεξία στη λακτόζη και δεν αισθάνονται καλά καταναλώνοντας όχι μόνο ένα ποτήρι γάλα, αλλά ακόμη και ένα κομμάτι τυρί. Εάν τα συμπτώματα δεν είναι πολύ έντονα, κάποιος μπορεί να πίνει γάλα επί χρόνια, νιώθοντας κάποια μικρή ενόχληση και χωρίς να καταλαβαίνει τι του συμβαίνει.

Εναλλακτική λύση

«Συχνά οι άνθρωποι, επειδή δε γνωρίζουν για τη δυσανεξία στο σάκχαρο του γάλακτος, απευθύνονται σε γιατρούς παραπονούμενοι για το φούσκωμα της κοιλιάς και διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος. Φυσικά, η δυσανεξία στη λακτόζη δεν είναι ασθένεια. Το πρόβλημα είναι ότι ο οργανισμός απορροφά τα θρεπτικά συστατικά, αλλά όχι με τον σωστό τρόπο» τόνισε ο ειδικός.Αν πιστεύετε ότι τα γαλακτοκομικά προϊόντα σας δημιουργούν κάποια προβλήματα, μπορείτε να κάνετε εξετάσεις, για παράδειγμα, ένα τεστ δυσανεξίας στη λακτόζη. Εάν τα αποτελέσματα επιβεβαιώσουν ότι το σάκχαρο του γάλακτος απορροφάται ελάχιστα, τότε ένας γαστρεντερολόγος θα πρέπει να ρυθμίσει τη διατροφή σας και να αποφασίσει αν χρειάζεται κάποια ειδική θεραπεία.

«Μια πιθανή λύση μπορεί να αποτελεί κάποια φαρμακευτική αγωγή, επειδή σε ορισμένες περιπτώσεις η δυσανεξία στη λακτόζη θεραπεύεται. Το γάλα χωρίς λακτόζη και τα γαλακτοκομικά προϊόντα όπως γιαούρτια, τυριά, κεφίρ χωρίς λακτόζη μπορούν να συμπεριληφθούν στη διατροφή» επισήμαινε ο γαστρεντερολόγος.

Ποσότητα γάλακτος

Δεν χρειάζεται να αποφεύγετε εντελώς το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα. Συγκεκριμένα, το γάλα περιέχει ζωικές πρωτεΐνες, βιταμίνη D, φώσφορο και ασβέστιο. Για παράδειγμα, η χρόνια ανεπάρκεια ασβεστίου δημιουργεί οστεοπόρωση, αδυναμία στα μαλλιά και προκαλεί κατάγματα σε ανθρώπους προχωρημένης ηλικίας.Επιπλέον, το γάλα περιέχει βιταμίνη Α, η οποία είναι υπεύθυνη για ένα υγιές ανοσοποιητικό σύστημα, βιταμίνη Β12 η οποία είναι υπεύθυνη για το κεντρικό νευρικό σύστημα, κάλιο, που βελτιώνει την αρτηριακή πίεση και ριβοφλαβίνη (Β2).

Η ενδεδειγμένη ποσότητα κατανάλωσης γαλακτοκομικών προϊόντων την ημέρα είναι έως και 200 ​​γραμμάρια. Αυτή η ποσότητα θα αποτρέψει τη σαρκοπενία, που αποτελεί την αρχή χαλάρωσης και μετέπειτα απώλειας της μυϊκής μάζας του σώματος καθώς και απώλεια της μυϊκής λειτουργίας, που αυξάνεται σταδιακά και σε συνάρτηση με την ηλικία. Ταυτόχρονα όμως, το θετικό αποτέλεσμα χάνεται εάν η ημερήσια κατανάλωση είναι πάνω από 400 γραμμάρια.

(sputniknews. gr / photo: pexels)

ΠΟΛΙΤΙΚΟΛΟΓΙΕΣ

ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ

ΠΑΡΑΞΕΝΑ

Κύρια Θέματα

ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΑΓΟΡΩΝ

Κάθε μέρα μαζί