Δεκάδες είναι οι παράγοντες που επηρεάζουν την τελική απόφαση των καταναλωτών για την αγορά ενός αυτοκινήτου. Από το χρώμα και την εξωτερική εμφάνιση του αυτοκινήτου, μέχρι τις επιδόσεις και την κατανάλωση καυσίμου.
Οι περισσότεροι οδηγοί γνωρίζουν ότι το… πόσο «καίει» ένα αυτοκίνητο εξαρτάται από το είδος του κινητήρα και τον κυβισμό του, το βάρος του οχήματος, το μέγεθος των τροχών του κ.ο.κ.
Από την άλλη, υπάρχουν και πολλοί που αγνοούν ότι η κατανάλωση καυσίμου εξαρτάται και από τον τύπο του κιβωτίου, δηλαδή αν αυτό είναι μηχανικό ή αυτόματο.
Αρχικά πρέπει να διευκρινίσουμε ότι ένα αυτοκίνητο με μηχανικό κιβώτιο συνήθως (και ειδικά κατά το παρελθόν) καταναλώνει λιγότερο καύσιμο συγκριτικά με την αντίστοιχη έκδοση του, η οποία εξοπλίζεται με αυτόματο κιβώτιο.
Ενδεικτικές είναι οι παρακάτω καταναλώσεις, σε κύκλο WLTP, από 3 μοντέλα που διατίθενται στην ελληνική αγορά:
1) VW Polo 1.0 TSI 95 PS με μηχανικό κιβώτιο 5 σχέσεων – 5,3 λτ./100 χλμ.
VW Polo 1.0 TSI 95 PS με αυτόματο κιβώτιο διπλού συμπλέκτη 7 σχέσεων – 5,5 λτ./100 χλμ.
2) Mazda CX-30 2,0 λτ. 122 PS με μηχανικό κιβώτιο 6 σχέσεων – 5,9 λτ./100 χλμ.
Mazda CX-30 122 2,0 λτ. 122 PS με αυτόματο κιβώτιο 6 σχέσεων – 6,4 λτ./100 χλμ.
3) Mercedes A-Class (A200) 163 PS μηχανικό κιβώτιο 6 σχέσεων – 5,9 λτ./100 χλμ.
Mercedes A-Class (A200) 163 PS αυτόματο κιβώτιο διπλού συμπλέκτη 7 σχέσεων – 6,0 λτ./100 χλμ.
Ενάς από τους βασικούς λόγους που τα αυτοκίνητα με αυτόματο κιβώτιο καταναλώνουν περισσότερο καύσιμο έχει να κάνει με το γεγονός ότι το σασμάν τους αποτελείται από περισσότερα εξαρτήματα. Αυτό έχεις ως αποτέλεσμα να προσθέτουν επιπλέον κιλά στο όχημα, και έτσι να αυξάνεται η κατανάλωση καυσίμου.
Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι λόγω της πολυπλοκότερης κατασκευής τους, τα αυτόματα κιβώτια «ξοδεύουν» περισσότερη ενέργεια σε σύγκριση με ένα χειροκίνητο.
Αξίζει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι η αγορά ενός αυτοκινήτου με χειροκίνητο κιβώτιο δεν εγγυάται ότι θα δούμε χαμηλότερη τιμή στην κατανάλωση καυσίμου, μιας και καθοριστικό ρόλο παίζει και το πώς οδηγούμε και ειδικότερα πότε αλλάζουμε τις σχέσεις μετάδοσης ενός μηχανικού κιβωτίου ταχυτήτων.
Το προτεινόμενο εύρος στροφών του κινητήρα κατά την εναλλαγή των σχέσεων είναι 1.800 με 2.500 σ.α.λ. σε βενζινοκίνητο αυτοκίνητο και 1.500 με 2.000 σ.α.λ. σε ένα diesel.
Σε περίπτωση, λοιπόν, που αλλάζουμε ταχύτητες σε πολύ χαμηλότερες ή πολύ υψηλές στροφές/λεπτό τότε ζορίζουμε τον κινητήρα, αναγκάζοντάς τον να καταναλώσει περισσότερο καύσιμο, απ’ ό,τι θα «έκαιγε» αν το ίδιο αυτοκίνητο διέθετε αυτόματο κιβώτιο.
Επίσης, κατά την κίνηση στην εθνική οδό με υψηλές ταχύτητες, ένα αυτόματο κιβώτιο – για παράδειγμα – οκτώ σχέσεων κρατά τις στροφές του κινητήρα χαμηλά, περιορίζοντας την κατανάλωση καυσίμου. Αυτό διότι όσο μεγαλύτερος ο αριθμός των σχέσεων, τόσο καλύτερα αξιοποιείται το ωφέλιμο εύρος λειτουργίας του κινητήρα, έχοντας θετικό αντίκτυπο στην κατανάλωση καυσίμου.
Πρέπει, τέλος, να διευκρινιστεί ότι υπάρχουν και τα αυτόματα κιβώτια συνεχούς μεταβαλλόμενης μετάδοσης (CVT) τα οποία αντί για γρανάζια φέρουν έναν χαλύβδινο ιμάντα ο οποίος συνδέει δύο τροχαλίες μεταβαλλόμενης διαμέτρου.
Τα CVT εξελίσσονται συνεχώς και τοποθετούνται σε ολοένα και περισσότερα αυτοκίνητα, έχοντας ως μεγάλο προσόν τους ότι επιτρέπουν στον κινητήρα να διατηρείται στο πιο αποδοτικό σημείο λειτουργίας τους.
ΠΗΓΗ: carandmotor. gr, intime