Όσα δεν φάνηκαν αμέσως μετά την συνομιλία Πούτιν/Τραμπ – Τι αναφέρεται εντός Ρωσίας

Τοποθετήσεις με αρκετό ενδιαφέρον...

Το πρώτο θέμα στην Ρωσία εξακολουθεί να είναι η τηλεφωνική συνομιλία της Τρίτης μεταξύ του Βλαντιμίρ Πούτιν και του Ντόναλντ Τραμπ! Διαρκώντας σχεδόν δυόμισι ώρες, έγινε η μεγαλύτερη συνομιλία που έγινε ποτέ μεταξύ εν ενεργεία προέδρων των ΗΠΑ και της Ρωσίας.

Ο διάλογός τους επικεντρώθηκε κυρίως στις διμερείς σχέσεις και στην αντιμετώπιση της συνεχιζόμενης σύγκρουσης στην Ουκρανία.

Τόσο το Κρεμλίνο όσο και ο Λευκός Οίκος επαίνεσαν τη συνομιλία ως «πολύ καλή» και πολύ θετική.

Πώς χαρακτήρισαν όμως την συνομιλία ειδικοί εντός Ρωσίας;

Διαβάστε τις σημαντικότερες τοποθετήσεις που δημοσίευσε το RT, καθώς μερικά πράγματα δεν είχαν φανεί εξ’ αρχής:


Konstantin Kosachev, αντιπρόεδρος του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου:


«Το πιο σημαντικό στοιχείο από την πρόσφατη κλήση ήταν ότι ήταν πραγματικά ένας διάλογος, όχι δύο ξεχωριστοί μονόλογοι. Είναι σημαντικό ότι δεν διεξήχθη μέσω τυπικών απαιτήσεων τύπου τελεσίγραφου – «αποδεχτείτε τους όρους μας ή αντιμετωπίστε τις συνέπειες». Η Ρωσία αρνήθηκε να αναλωθεί σε μια τέτοια ρητορική και ευτυχώς, οι Ηνωμένες Πολιτείες απέφυγαν επίσης να λάβουν μια τέτοια μάταιη στάση.

Έγινε ένα αναμφισβήτητο βήμα προς τα εμπρός, καθώς και οι δύο πλευρές έδειξαν γνήσια πρόθεση για την επίτευξη απτών αποτελεσμάτων. Σε αντίθεση με την προκλητική στάση της Ευρώπης – που ισχυρίστηκε πως η Ρωσία πρέπει να αποδεχθεί μια εκεχειρία 30 ημερών ή να χαρακτηριστεί κατά της ειρήνης – η συζήτηση έδινε προτεραιότητα σε ολοκληρωμένες, μακροπρόθεσμες λύσεις έναντι επιφανειακών τεχνασμάτων για δημόσιες σχέσεις.

(…)».


Fyodor Lukyanov, αρχισυντάκτης του Russia in Global Affairs:

«Όπως ήταν αναμενόμενο, η διαφημιστική εκστρατεία γύρω από την συνομιλία Πούτιν-Τραμπ αποδείχθηκε υπερβολική. Οι προσπάθειες να παρουσιαστεί ως αποφασιστική και ιστορική έπεσαν στο κενό. Ωστόσο, παραμένει ένα σημαντικό βήμα προς τα εμπρός, επιτρέποντας αρκετές προκαταρκτικές παρατηρήσεις.

Πρώτον, οι εξελίξεις ευθυγραμμίζονται στενά με την προσέγγιση που προτιμά η Ρωσία. Η Μόσχα αντιστάθηκε στις άμεσες εκκλήσεις για κατάπαυση του πυρός, τονίζοντας την ανάγκη για προσεκτικά δομημένες μακροπρόθεσμες συμφωνίες. Αυτό ουσιαστικά απέτρεψε τον επείγοντα χαρακτήρα της Ουάσιγκτον, ειδικά μετά τις συνομιλίες στην Τζέντα. Η Ρωσία έκανε κομψούς ελιγμούς υποστηρίζοντας την προηγούμενη (αργότερα εγκαταλειφθείσα) πρόταση του Zelensky για αμοιβαία αυτοσυγκράτηση όσον αφορά την στόχευση των ενεργειακών υποδομών και την διασφάλιση της ασφάλειας στη Μαύρη Θάλασσα. Το αν αυτό το μορατόριουμ θα τεθεί σε ισχύ παραμένει αβέβαιο, αλλά η ίδια η συζήτησή του έχει μετατοπίσει την δυναμική προς όφελος της Ρωσίας.

Δεύτερον, οι συνθήκες για την ειρήνη παραμένουν εστιασμένες στην αποστρατικοποίηση της Ουκρανίας – διακοπή των προμηθειών όπλων και στρατιωτικής κινητοποίησης. Αυτό επιστρέφει στους αρχικούς στόχους της Ρωσίας στην Ουκρανία, αν και η πλήρης επίτευξή τους παραμένει περίπλοκη. Έχει προκύψει μια αξιοσημείωτη ένταση: οι ΗΠΑ μπορούν ενδεχομένως να περιορίσουν την βοήθεια, ενώ η Ευρώπη συνέχισε να δυναμώνει την στρατιωτική της δέσμευση στο Κίεβο. Η στρατιωτική ικανότητα πέρασε στο επίκεντρο αντί των εδαφικών ζητημάτων.

Τρίτον, η ουκρανική κρίση ενσωματώθηκε στις ευρύτερες σχέσεις Ρωσίας-ΗΠΑ. Η εκτενής συζήτηση για την οικονομική συνεργασία, όσο συμβολική κι αν είναι, υπογραμμίζει αυτό το ευρύτερο πλαίσιο. Συγκεκριμένα, η Μέση Ανατολή, ιδιαίτερα η ασφάλεια του Ισραήλ, έχει λάβει μεγάλη προσοχή, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι προτεραιότητες του Τραμπ εκτείνονται πέρα ​​από την Ουκρανία. Τέτοιες προτεραιότητες παρουσιάζουν ευκαιρίες για πιθανούς συμβιβασμούς – λιγότερο κρίσιμα ζητήματα για την μία πλευρά που ανταλλάσσονται με τις προτεραιότητες της άλλης.

(…)»


Evgeny Minchenko, διευθυντής του Διεθνούς Ινστιτούτου Πολιτικής Εμπειρογνωμοσύνης:

«Οι χειρονομίες καλής θέλησης της Μόσχας – μια ακόμη ανταλλαγή κρατουμένων, μια 30ήμερη παύση των χτυπημάτων κατά της ουκρανικής ενεργειακής υποδομής και η αποκατάσταση της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας – αντικρούουν τις αντιλήψεις για τη ρωσική ακαμψία. Η Ρωσία έχει σηματοδοτήσει την προθυμία της να διαπραγματευτεί την ειρήνη, υπό την προϋπόθεση ότι θα σταματήσει η δυτική υποστήριξη όπλων και πληροφοριών. Αυτή η συνθήκη περνά έξυπνα την ευθύνη όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά και στην Ευρώπη. Το κακό ιστορικό του Κιέβου στην τήρηση των συμφωνιών, όπως σημείωσε ο Πούτιν, περιπλέκει περαιτέρω την κατάσταση

Ο διάλογος παραμένει διμερής, με επίκεντρο τη Ρωσία και τις ΗΠΑ, και ενισχύεται από ομάδες εμπειρογνωμόνων. Η Ουκρανία και η ΕΕ παραμένουν στο περιθώριο, με την Βρετανία να απομακρύνεται ακόμη περισσότερο. Η ατζέντα εκτείνεται πέρα ​​από την Ουκρανία σε ευρύτερα ζητήματα όπως η σταθερότητα στην Μέση Ανατολή, η παγκόσμια ασφάλεια, η μη διάδοση των πυρηνικών όπλων (με πιθανώς αναφορά στο Ιράν) και η οικονομική συνεργασία.

Ο προτεινόμενος αγώνας χόκεϋ συμβολίζει την διπλωματική αισιοδοξία και τις ευρύτερες φιλοδοξίες για βελτιωμένες σχέσεις»


Ivan Timofeev, διευθυντής προγράμματος του Valdai Club:

«Η συνομιλία μεταξύ Πούτιν και Τραμπ, μαζί με τις επίσημες περιλήψεις του τηλεφωνήματός τους, αντικατοπτρίζει μια συνεχιζόμενη τάση προς μια συγκρατημένη αισιοδοξία. Ένας τέτοιος τόνος φαινόταν αδιανόητος μόλις πριν από λίγους μήνες, και ακόμη και τώρα είναι δύσκολο να το πιστέψει κανείς πλήρως. Και όμως εδώ είμαστε.

Σαφώς, το βασικό θέμα παραμένει η επίλυση της κρίσης στην Ουκρανία. Τα περιγράμματα μιας πιθανής λύσης γίνονται πιο εμφανή, πιθανόν να ξεδιπλώνονται βήμα-βήμα: πρώτα, παύση συγκεκριμένων εχθρικών ενεργειών, μετά περιορισμένες εκεχειρίες, ακολουθούμενη τελικά από ευρύτερη κατάπαυση του πυρός και τελικά ειρήνη. Αυτή η σταδιακή προσέγγιση είναι λογική, δεδομένου ότι η άμεση επίτευξη μιας συνολικής διευθέτησης σπάνια συμβαίνει σε συγκρούσεις όπως αυτή.

Ωστόσο, υπάρχει σημαντικός κίνδυνος στην πορεία – η διατήρηση της διαδικασίας (σ.σ. στο να μείνει) ανέπαφη θα απαιτήσει τεράστια πολιτική αποφασιστικότητα. Το θετικό είναι ότι αυτές οι διαπραγματεύσεις είναι αυστηρά διμερείς, γεγονός που καθιστά δυσκολότερη την δολιοφθορά από τρίτα μέρη, σε αντίθεση με προηγούμενες προσπάθειες στην Κωνσταντινούπολη.

Ένα άλλο πλεονέκτημα είναι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν σημαντική δύναμη για να αναγκάσουν το Κίεβο και τους Ευρωπαίους συμμάχους του να ευθυγραμμιστούν με τις διπλωματικές τους θέσεις.

(…)»

photo ΑΠΕ-ΜΠΕ/EPA-EPA


ΠΟΛΙΤΙΚΟΛΟΓΙΕΣ

ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ

ΠΑΡΑΞΕΝΑ

LATEST

Κύρια Θέματα

ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ ΑΓΟΡΩΝ

Κάθε μέρα μαζί