Αυτό το καταστροφικό γεγονός συνεχίζει να αποτελεί αντικείμενο μελέτης και διαμάχης μεταξύ αρχαιολόγων, ιστορικών και ειδικών των φυσικών επιστημών. Μια πρόσφατη έκθεση που δημοσιεύθηκε από το Αρχαιολογικό Πάρκο της Πομπηίας ανοίγει ξανά αυτή τη συζήτηση με μια κριτική και διεπιστημονική προσέγγιση, αμφισβητώντας τις βεβαιότητες που έχουν γίνει αποδεκτές μέχρι στιγμής.
Η παραδοσιακά αποδεκτή ημερομηνία για την τραγωδία, η 24η Αυγούστου 79 μ.Χ., προέρχεται από την αλληλογραφία του Πλίνιου του Νεότερου, του μοναδικού σύγχρονου μάρτυρα που τεκμηριώνει την καταστροφή στις επιστολές του. Ωστόσο, πρόσφατη έρευνα αποκάλυψε ασυνέπειες στη μετάδοση αυτών των πληροφοριών. Σύμφωνα με την έκθεση, φιλολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι τα πρωτότυπα χειρόγραφα παρουσιάζουν παραλλαγές και ορισμένες λανθασμένες ερμηνείες οδήγησαν σε εναλλακτικές ημερομηνίες, όπως η 24η Οκτωβρίου ή ακόμη και ο Νοέμβριος, όλες βασισμένες σε υποθέσεις χωρίς στέρεες βάσεις.
Ο αρχαιολόγος Gabriel Zuchtriegel και η ομάδα του τονίζουν ότι η πρωτότυπη παράδοση χειρογράφων δείχνει κατηγορηματικά την 24η Αυγούστου. Ωστόσο, αυτά τα δεδομένα, αν και σταθερά στα κείμενα, δεν ευθυγραμμίζονται απαραίτητα με τα αρχαιολογικά στοιχεία. Από τον 18ο αιώνα, τα ευρήματα στην Πομπηία και τα περίχωρά της υποδηλώνουν την πιθανότητα μιας φθινοπωρινής έκρηξης, δημιουργώντας πρόσφορο έδαφος για ακαδημαϊκό διάλογο.
Μεταξύ των στοιχείων που τροφοδοτούν αυτή τη διαμάχη είναι βοτανικές, νομισματικές και αρχιτεκτονικές ανακαλύψεις. Για παράδειγμα, το 2018, βρέθηκε μια επιγραφή με κάρβουνο με ημερομηνία 17 Οκτωβρίου στο House of the Garden της Πομπηίας. Αυτό οδήγησε ορισμένους ερευνητές να προτείνουν ότι η έκρηξη μπορεί να συνέβη μετά από αυτήν την ημερομηνία. Ωστόσο, η πρόσφατη έκθεση παρουσιάζει μια πειραματική αρχαιολογική μελέτη που αποδεικνύει ότι αυτές οι επιγραφές θα μπορούσαν να έχουν διαρκέσει έως και δέκα μήνες, απορρίπτοντας τη χρήση τους ως πειστικές αποδείξεις για μια φθινοπωρινή ημερομηνία.
Ομοίως, η παρουσία φρούτων όπως τα κάστανα και τα ρόδια, τυπικά του φθινοπώρου, στα αρχαιολογικά στρώματα του 79 μ.Χ., έχει χρησιμοποιηθεί για να υποστηρίξει την υπόθεση της όψιμης έκρηξης. Ωστόσο, ειδικοί από το Αρχαιολογικό Πάρκο υποστηρίζουν ότι αυτά τα ευρήματα πρέπει να ερμηνευθούν σε ευρύτερα πλαίσια, λαμβάνοντας υπόψη παράγοντες όπως οι ρωμαϊκές γεωργικές και αποθηκευτικές πρακτικές, που επέτρεψαν τη διατήρηση των προϊόντων για μεγάλες περιόδους. Ενδιαφέρον παράδειγμα είναι η συνύπαρξη ροδάκινων, που συνδέονται με το καλοκαίρι, και κάστανων, τυπικά του φθινοπώρου, στα ίδια στρώματα.
Ομοίως, οι αναλύσεις εδάφους και οργανικών υπολειμμάτων επέτρεψαν την ανασυγκρότηση των ρωμαϊκών γεωργικών πρακτικών, εμπλουτίζοντας το ιστορικό πλαίσιο αλλά αποτυγχάνοντας να επιλύσουν το δίλημμα της χρονολόγησης. Σύμφωνα με τους συγγραφείς, αυτές οι έρευνες ανοίγουν νέες προοπτικές, αλλά απαιτούν μια διεπιστημονική προσέγγιση που ενσωματώνει αρχαιολογικά, κλιματικά και πολιτιστικά δεδομένα.
Η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η συζήτηση για την ακριβή ημερομηνία της έκρηξης δεν πρέπει να επικεντρωθεί στην επιλογή μεταξύ των διαφορετικών ημερομηνιών που προτείνονται από την παράδοση χειρογράφων ή τα αρχαιολογικά ευρήματα. Αντίθετα, εγείρει ένα πιο θεμελιώδες ερώτημα: Υπάρχουν επαρκή στοιχεία για να αντικρούσουν την ημερομηνία της 24ης Αυγούστου που μεταδόθηκε από τον Πλίνιο τον Νεότερο; Μέχρι στιγμής, η απάντηση φαίνεται να είναι όχι.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν μια πιο προσεκτική και μεθοδολογική προσέγγιση, αποφεύγοντας τα πρόωρα συμπεράσματα που βασίζονται σε μεμονωμένα ή παρερμηνευμένα στοιχεία. Αντί να βρούμε μια οριστική απάντηση, στόχος μας είναι να παρέχουμε μια σταθερή βάση για αυστηρή και ανοιχτή ακαδημαϊκή συζήτηση, σημειώνουν οι συγγραφείς.
Τελικά, η έκθεση δεν στοχεύει να διευθετήσει το θέμα αλλά να θέσει τις βάσεις για μελλοντική έρευνα. Με την πρόοδο στις αναλυτικές τεχνολογίες και μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση, η αρχαιολογία και οι σχετικές επιστήμες θα μπορούσαν να ρίξουν νέο φως σε αυτό το ιστορικό αίνιγμα.
Δείτε ΦΩΤΟ ΕΔΩ
photo: pixabay