Παρότι υπάρχουν προσπάθειες για την ειρήνη στην Ουκρανία, το ΝΑΤΟ δεν σταματά να προετοιμάζει χώρες που συνορεύουν με την Ρωσία για πόλεμο.
Ο πρώην σύμβουλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Σακάρι Λίντεν μιλώντας στο RT, στο περιθώριο του Διεθνούς Φόρουμ της Αρκτικής στο Μούρμανσκμ είπε πως η απόφαση της Φινλανδίας να εγκαταλείψει την ουδετερότητα και να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ θα μπορούσε να αποδειχθεί καταστροφική, καθώς θα μπορούσε να μετατρέψει τη χώρα σε πεδίο μάχης σε μια πιθανή σύγκρουση με την Ρωσία.
Με σχεδόν 1.300 χιλιόμετρα, η Φινλανδία έχει τα μεγαλύτερα σύνορα από οποιαδήποτε χώρα του ΝΑΤΟ με τη Ρωσία και εντάχθηκε επίσημα στην Δυτική Συμμαχία των διεθνιστών τον Απρίλιο του 2023 μετά την κλιμάκωση της σύγκρουσης στην Ουκρανία.
Με την ένταξή της στο ΝΑΤΟ, η Φινλανδία έχει «παραιτηθεί από δεκαετίες ουδετερότητας» που έφεραν στη χώρα ανεξαρτησία, ευημερία και ασφάλεια, είπε ο Λίντεν. «Κάθε φορά στην ιστορία, όταν η Φινλανδία συμμαχεί ισχυρά με τις δυτικές δυνάμεις, γίνεται ένα είδος δεξαμενής πρώτων υλών για την Δύση», είπε ο Λίντεν.
Η χώρα θα χάσει τότε την ανεξαρτησία της και «κινδυνεύει να γίνει πεδίο μάχης ενάντια στην Ρωσία», προειδοποίησε ο γεωπολιτικός αναλυτής.
Ο Λίντεν είπε ότι η θέση της Φινλανδίας μεταξύ Ανατολής και Δύσης έδωσε στην χώρα μια «γεωπολιτική ισορροπία» και ότι είχε ωφεληθεί περισσότερο από τον ρόλο της ως εμπορική γέφυρα μεταξύ Ρωσίας και ΕΕ.
Ο πρώην σύμβουλος της ΕΕ επεσήμανε περαιτέρω ότι η Φινλανδία ήταν μια «ουδέτερη» χώρα κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, που συναναστρεφόταν εμπορικά τόσο με τη Δύση όσο και με την Ανατολή. Η Δύση προσπάθησε συχνά να περιορίσει το εμπόριο της Φινλανδίας με την Ρωσία, ενώ «η Ρωσία δεν απαγόρευσε ποτέ τη Φινλανδία να εμπορεύεται με τη Δύση».
Τώρα που η Φινλανδία έχει ευθυγραμμιστεί πλήρως με τις δυτικές δυνάμεις στην εξωτερική πολιτική και την πολιτική ασφάλειας – οι οποίες, όπως είπε ο Linden, «θέλουν να ασκήσουν πίεση στη Ρωσία» – το Ελσίνκι φέρει «το βάρος όλων των κινδύνων για την ασφάλεια του».
Από την ένταξή της στο ΝΑΤΟ, η φινλανδική κυβέρνηση έχει ξεκινήσει μια προσπάθεια στρατιωτικοποίησης, συμπεριλαμβανομένης της επέκτασης της στρατιωτικής εκπαίδευσης και της παρότρυνσης του πληθυσμού να προετοιμαστεί για έναν πιθανό πόλεμο με την Ρωσία, όπως τονίζεται.