Για την Προεδρία της Δημοκρατίας
Το πρόβλημα αφορά τη λειτουργία των θεσμών και τη θεσμική άποψη της κυβέρνησης, Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε εκ των προτέρων μια απόλυτα θεσμική στάση στο συγκεκριμένο ζήτημα. Δυστυχώς, ο κ. Μητσοτάκης, κοιτάζοντας στο εσωτερικό του κόμματός του και των εσωτερικών του διευθετήσεων, αποφάσισε να παίξει με έναν ακόμα θεσμό της χώρας.
Το σημαντικό για εμάς είναι το εξής: Ότι κρατώντας μια απόλυτα θεσμική στάση, όπως αρμόζει στο κόμμα που ο λαός εξέλεξε ως αξιωματική αντιπολίτευση, ήρθαμε με μια πρόταση συνθετική, η οποία μπορούσε να ενώσει όχι μόνο τις προοδευτικές δυνάμεις, αλλά το σύνολο του πολιτικού κόσμου, στο πλαίσιο του εθίμου που υπάρχει ο Πρόεδρος Δημοκρατίας να έρχεται από την αντίπαλη πολιτική οικογένεια, προτείνοντας την κ. Λούκα Κατσέλη. Ο κ. Μητσοτάκης επέλεξε άλλη οδό. Δυστυχώς το ΠΑΣΟΚ επέλεξε -μολονότι ο αρχικός ισχυρισμός του ήταν ότι δεν ήθελε να πάει σε μια λογική καταγραφής- επέλεξε εντέλει τη λογική της καταγραφής. Και ακόμα και αυτή η πρόταση που έφερε το ΠΑΣΟΚ κατέδειξε το εσφαλμένο της δικής του επιλογής.
Απαντώντας στο αν ο ΣΥΡΙΖΑ «βιάστηκε» να προτείνει τη Λ. Κατσέλη, όπως ισχυρίζεται το ΠΑΣΟΚ, ο Γ. Βασιλειάδης σημείωσε: Αυτά είναι προφάσεις εν αμαρτίαις. Και το θέμα είναι αν επιλέγεις να είσαι ουρά του κ. Μητσοτάκη και της κυβέρνησης στο πλαίσιο ενός βολικού δικομματισμού ή αν θέλεις όντως να παρεμβαίνεις, να κάνεις διακριτή τη θέση σου, να συμβάλλεις προφανώς στον δημόσιο διάλογο, αλλά στο τέλος της ημέρας να τραβάς τις διαχωριστικές γραμμές από τις πολιτικές της κυβέρνησης σε κάθε έκφανση του πολιτικού στίβου. Επομένως, ο καθένας για να δικαιολογεί τη στάση του μπορεί να πει ό,τι θέλει. Στο τέλος, όλοι εδώ κρινόμαστε. Και νομίζω ότι και τα αποτελέσματα των μετρήσεων της κοινής γνώμης μάλλον δικαιώνουν τον ΣΥΡΙΖΑ και τη στάση του.
Η Λ. Κατσέλη είναι ένα πρόσωπο το οποίο έχει και έναν ιδιαίτερο υψηλό συμβολισμό, γιατί όρθωσε ανάστημα την περίοδο πτώχευσης του ελληνικού κράτους και φτωχοποίησης των Ελλήνων πολιτών, δίνοντας ένα μεγάλο αγώνα για να σωθεί η πρώτη κατοικία. Αυτά δεν πρέπει να τα ξεχνάμε. Κι αυτό δεν αφορά μόνο τις προοδευτικές δυνάμεις: αφορά το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας. Το ΠΑΣΟΚ επέλεξε τον δρόμο που επέλεξε. Προχώρησε στη δική του υποψηφιότητα του με ό,τι αυτή συμβολίζει. Και στο τέλος κρινόμαστε όλοι από τους πολίτες. Ήταν ένα ηχηρό μήνυμα.
Για τις πρωτοβουλίες του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ
Γενικά, ο τρόπος που πολιτεύεται ο ΣΥΡΙΖΑ από την ημέρα που καταφέραμε να ανακτήσουμε τη σοβαρότητα μας και την αξιοπιστία μας -θέλουμε πολύ δρόμο ακόμα βέβαια γι’ αυτό- καταδεικνύει τη μεγάλη αγωνία μας να δώσουμε φωνή στην κοινωνική πλειοψηφία, να δώσουμε λύσεις στα προβλήματα των πολιτών με συγκεκριμένη ατζέντα, η οποία είναι προφανώς ανοιχτή προς όλες οι προοδευτικές δυνάμεις, γιατί αγγίζει ακριβώς τα προβλήματα του πολίτη. Σας υπενθυμίζω ότι αυτή την περίοδο τρέχουμε θεσμικές συναντήσεις για τα μεγάλα ζητήματα που απασχολούν την κοινωνία, όπως για τις τράπεζες, με έναν κύκλο συνομιλιών, οι οποίες θα καταλήξουν και σε συγκεκριμένες πολιτικές πρωτοβουλίες και νομοθετικές πρωτοβουλίες του Κόμματός μας.
Η άποψή μας και η θέση μας και η προσπάθεια -και κοινοβουλευτικά- για την επαναφορά του 13ου και του 14ου μισθού, που οι συνθήκες είναι ώριμες και αφορά μια μεγάλη διάκριση και εξόντωση συγκεκριμένων στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας. Το αγροτικό ζήτημα, που είμαστε πάλι στην πρώτη γραμμή, με συγκεκριμένες θέσεις και συγκεκριμένες θέσεις που αφορούν από τη στιγμή της παραγωγής μέχρι τη στιγμή της κατανάλωσης στο ράφι. Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει και πρέπει να είναι και σοβαρή αντιπολίτευση, αλλά και η φωνή της κοινωνικής πλειοψηφίας στο Κοινοβούλιο και με αυτό τον τρόπο να γεννήσουμε, να ξαναδημιουργήσουμε την εμπιστοσύνη για την πολιτική αλλαγή.
Για τις τράπεζες
Οι μειώσεις στις τραπεζικές συναλλαγές που έφερε η κυβέρνηση, είναι ακόμα ένα δώρο του κ. Μητσοτάκη στο τραπεζικό καρτέλ. Το ΠΑΣΟΚ δεν πιστεύω ότι το έχει καρπωθεί αυτό, ως πρωτοβουλία. Ακόμα και η πρωτοβουλία του ΠΑΣΟΚ, που ήρθε αρκετά καθυστερημένα σε σχέση με τις πρωτοβουλίες που έχει αναλάβει ο ΣΥΡΙΖΑ -γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ξύπνησε ξαφνικά χθες και είδε το θέμα των τραπεζών. Μιλάμε για το τραπεζικό καρτέλ εδώ και πέντε χρόνια. Φωνάζουμε και μέσα στη Βουλή και έξω από τη Βουλή ότι το σύστημα έχει πρόβλημα, εδώ και μια πενταετία. Έχουμε πάρει πρωτοβουλίες και συζητήσεων στο Κοινοβούλιο, όχι τώρα, εδώ και τέσσερα χρόνια. Άρα λοιπόν βλέπουμε μια πρωτοβουλία που ήρθε από το ΠΑΣΟΚ, ήρθε αργά, καλοδεχούμενη, αλλά και πάλι ήταν άτολμη.
Το ερώτημα και το ζητούμενο σήμερα είναι ένα: Υπάρχει η πολιτική δύναμη που μπορεί να συγκρουστεί με τα καρτέλ; Με τα καρτέλ συνολικά: από τον τραπεζικό τομέα που ξεκινάει το συνολικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, μέχρι τα κάθε είδους μικρότερα καρτέλ, τα οποία καταλήγουν να διαλύουν το μέσο οικογενειακό εισόδημα. Αυτό είναι το ζητούμενο. Και σε αυτή τη λογική όλες οι δυνάμεις είναι καλοδεχούμενες. Να φτιάξουμε και μέτωπα και συμμαχίες. Εάν όμως πραγματικά θέλουμε να συγκρουστούμε και να βάλουμε τις διαχωριστικές γραμμές, με αγκαλιές και φτιασιδώματα αλλαγές δεν γίνονται. Εάν δεν έρθεις σε σύγκρουση με την πολιτική Μητσοτάκη, με την πολιτική της Δεξιάς, με την πολιτική του νεοφιλελευθερισμού, δεν μπορείς να πετύχεις καμιά ουσιαστική αλλαγή στην καθημερινότητα και στη ζωή των Ελλήνων πολιτών.
Για την επαναφορά του 13ου και του 14ου μισθού στο Δημόσιο
Καταρχήν, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει κυβερνήσει και έχει κυβερνήσει με οικονομική επάρκεια και το έχει αποδείξει με τα αποτελέσματά του. Άρα λοιπόν κάθε πρόταση που κάνουμε, προφανώς είναι κοστολογημένη και παίρνει ως δεδομένα βασικές οικονομικές παραμέτρους. Κανένας δεν θέλει να βλάψει τη συνολική εικόνα της οικονομίας ούτε τα δημόσια ταμεία. Θέλει να δώσει αναπτυξιακή προοπτική, αλλά όμως και δικαίωμα στους Έλληνες να μπορούν να ζουν με αξιοπρέπεια. Άρα λοιπόν, η πρόταση που θα έρθει, θα δίνει λύση.
Το σημαντικό είναι να μην απεμπολήσουμε το δικαίωμα στον 13ο και 14ο μισθό. Μην το θεωρήσουμε αυτό σαν δεδομένο. Η οικονομία αντέχει. Και όχι μόνο αυτό. Το να δίνεις οποιαδήποτε παροχή -και το έχω πει πολλές φορές και αυτό νομίζω είναι εύκολα κατανοητό- το να δίνεις μια παροχή, ιδίως σε κοινωνικές ομάδες στις οποίες οποιαδήποτε παροχή δεν έρχεται στο περίσσευμα, έρχεται να καλύψει το υστέρημα, είναι ένα νούμερο αυτό που βγαίνει από τα δημόσια ταμεία, αλλά ταυτόχρονα δημιουργείται και ένα άλλο νούμερο το οποίο έρχεται στα δημόσια ταμεία από την κατανάλωση του ποσού αυτού.
Άρα λοιπόν, χωρίς αφορισμούς αλλά και κοστολογημένα, θα έρθουμε με αυτήν εδώ την πρόταση, η οποία μπορεί να δώσει ανάσα σε μία μερίδα εργαζομένων, οι οποίοι έχουν υποστεί μια τεράστια κοινωνική αδικία όλα αυτά τα χρόνια. Και η όποια ανάπτυξη, για να έχει νόημα, πρέπει να αφορά τους πολίτες. Πρέπει να αφορά όλους. Δεν πρέπει να αφορά τα καρτέλ, τους λίγους και εκλεκτούς. Πρέπει λοιπόν τα αποτελέσματα όλων αυτών των θυσιών όλων αυτών των ετών, κάποια στιγμή να αποδοθούν στην ίδια την ελληνική κοινωνία, η οποία πέρασε όσα πέρασε όλα αυτά τα χρόνια. Και αν θέλουμε πραγματικά να έχουμε κοινωνική δικαιοσύνη, το κράτος θα πρέπει να λύσει αυτές τις αδικίες, αλλά και να είναι παντού και να παρεμβαίνει προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας και εις βάρος των καρτέλ. Παντού ισχυρό κράτος. Και αυτή είναι η βασική μας αντίθεση με τη Δεξιά, για να μπορέσουμε να διασφαλίσουμε κοινωνική δικαιοσύνη.
Σχετικά με τις κινητοποιήσεις για το έγκλημα των Τεμπών
Ο ελληνικός λαός χθες έδωσε ένα ηχηρότατο μήνυμα προς όλους μας. Προς την κυβέρνηση, ότι δεν μπορεί να ανεχτεί την κοροϊδία, τη διαφθορά, το ψέμα και τη συγκάλυψη. Αλλά ταυτόχρονα ήταν και ένα μήνυμα στις υπόλοιπες δυνάμεις -και κυρίως προοδευτικές δυνάμεις- ότι ο ελληνικός λαός ασφυκτιά και απαιτεί από όλους σοβαρότητα και εναλλακτικό σχέδιο. Άρα λοιπόν, πρέπει όλοι να πάρουμε αυτό το μήνυμα. Και είναι καθήκον της αντιπολίτευσης, απέναντι σε μια κυβέρνηση η οποία κρύβει τα πάντα κάτω από το χαλί, ρίχνει συσκότιση σε όλα τα σοβαρά θεσμικά και μη θεσμικά ζητήματα που έχουν συμβεί τον τελευταίο καιρό -σας θυμίζω από τις υποκλοπές μέχρι το έγκλημα των Τεμπών- σοβαρή λοιπόν προσπάθεια για δημιουργία μετώπου για να πέσει άπλετο φως. Για να ικανοποιηθούν τα νεκρά παιδιά μας, οι νεκροί συμπολίτες μας και οι οικογένειές τους, οι οποίες κατασυκοφαντούνται από μια ανερμάτιστη κυβέρνηση και από έναν ανερμάτιστο τσούρμο υπουργών, χωρίς κανέναν σεβασμό. Έχουμε ακούσει διάφορα αυτές τις ημέρες, τα οποία είναι εξίσου τρομακτικά με το ίδιο το γεγονός, απέναντι σε αυτούς τους γονείς.
Για την κατάσταση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ
Θα διαφωνήσω ότι το αφήγημα της Αριστεράς δεν κερδίζει. Δεν πρέπει να ρίξουμε το βάρος στο αφήγημα, πρέπει να ρίξουμε το βάρος σε εμάς. Προφανώς η αντιπολίτευση έχει ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα -συνολικά η αντιπολίτευση- να μπορέσει όχι να κεφαλαιοποιήσει τη φθορά, αλλά να μπορέσει να πείσει ότι έχει ένα σοβαρό αφήγημα για το αύριο, ένα σοβαρό και ασφαλές αφήγημα για την επόμενη μέρα. Αυτή την κρίση πληρώνουμε. Και ο κατακερματισμός που υπάρχει, ευνοεί ακόμα περισσότερο την εικόνα αυτή. Γιατί στο τέλος της ημέρας -και γι’ αυτό λέω ότι και τα αποτελέσματα δημοσκοπήσεων ενδεχομένως πολλές φορές να είναι και τα λογικά- στην ερώτηση «ποιος θέλεις να σε κυβερνήσει» όταν από τη μία πλευρά βλέπεις κατακερματισμό και δεν βλέπεις ένα συνεκτικό σχέδιο και από την άλλη μεριά βλέπεις οποιοδήποτε σχέδιο, ακόμα και αν διαφωνείς… Ξέρετε, είναι πάρα πολύ εύκολο είτε να πας σπίτι σου και να πεις «δεν συμμετέχω στη διαδικασία», είτε να πας στον ισχυρότερο.
Άρα λοιπόν εμείς, ο ΣΥΡΙΖΑ, κι αυτό είναι κοινή μας πεποίθηση και κοινή μας διακήρυξη, Θα είμαστε πάλι στην πρώτη γραμμή για να μπορέσουν να γίνουν ευρύτερες συμμαχίες, πολιτικές συμμαχίες με συγκεκριμένο πρόγραμμα, αλλά με διαιρετικές τομές σε σχέση με τη Δεξιά, όχι στη λογική της απλής εναλλαγής στην εξουσία, όχι στη λογική της καλύτερης διαχείρισης. Δεν θέλουμε άλλη διαχείριση. Θέλουμε άλλο μοντέλο: άλλο πολιτικό μοντέλο, άλλο κοινωνικό μοντέλο, άλλο οικονομικό μοντέλο.
Στο πλαίσιο αυτό λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι στην πρώτη γραμμή για να υπάρξει ανασύνθεση του χώρου, για να υπάρξουν όλες αυτές οι πρωτοβουλίες, αλλά όμως με την πολιτική στο επίκεντρο και τις διαχωριστικές γραμμές. Τι τραπεζικό σύστημα θέλουμε, πώς θέλουμε να λειτουργεί η οικονομία, η αγορά ενέργειας. Εδώ είναι οι μεγάλες διαχωριστικές γραμμές και πάνω σε αυτές τις γραμμές μπορούν να δημιουργηθούν, σε πρακτικές πολιτικές, οι συμμαχίες. Αλλά ξαναλέω, με την πολιτική στο επίκεντρο.
Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα για τον ΣΥΡΙΖΑ. Βέβαια, για να γίνει αυτό, ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει είναι δυνατός. Γι’ αυτό διεκδικούμε μέσα από τη σοβαρότητα και την επανίδρυση μας, με έναν τρόπο, να μπορέσουμε να ανακτήσουμε την επαφή μας και την επικοινωνία μας με τον ελληνικό λαό και την εμπιστοσύνη ότι μπορεί, με τον ΣΥΡΙΖΑ ισχυρό, να πετύχουμε τη μεγάλη, την πολυπόθητη, αυτή τη στιγμή, όπως προκύπτει για την ελληνική κοινωνία, πολιτική και κοινωνική αλλαγή.
Έχουν γίνει πάρα πολλά λάθη, αυτό είναι το δεδομένο. Και όποιος δεν το παραδέχεται αυτό, προφανώς κοροϊδεύει τον κόσμο. Περάσαμε μια πολύ μεγάλη κρίση. Δεν καταφέραμε να ανακτήσουμε τη σχέση αξιοπιστίας με τον ελληνικό λαό. Πέρα από την προπαγάνδα, την πολύ μεγάλη προπαγάνδα και κατά της κυβέρνησης του 2015-19 -και τώρα που συμπληρώθηκε αυτή η δεκαετία και κάναμε και μια ανασκόπηση-, ξεχάσαμε πράγματα που συνέβησαν και τα οποία το σύστημα επιμελώς και με φροντίδα από την πρώτη ημέρα προσπαθούσε να τα βάλει στο περιθώριο, όπως π.χ. τις ρυθμίσεις των 100 δόσεων που ήρθαν το 2015, ένα ολόκληρο σύμπλεγμα πολιτικών.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε να ανακτήσει αυτή τη σχέση αξιοπιστίας με τον ελληνικό λαό. Και διαπράξαμε πολλά λάθη -και τεχνικά λάθη πολλές φορές. Όπως το γεγονός ότι λίγο πριν κάνουμε Συνέδριο ξέσπασε η πανδημία κι όλα πήγαν μια διετία πίσω. Όλα αυτά επηρέασαν την όλη διαδικασία. Αλλά το πολιτικό πρόβλημα συνέχισε να υφίσταται. Και πολλές φορές μια διγλωσσία που έβγαινε και από το κόμμα, έβγαζε ένα θολό μήνυμα, με αποτέλεσμα, σε έναν λαό που έχει περάσει πάρα πολλά τα τελευταία δέκα χρόνια, να μην εκπέμπει και τη σταθερότητα αλλά και τον ριζοσπαστισμό.
Έγινε ό,τι έγινε μετά τη σοκαριστική απόφαση να αλλάξουμε ηγεσία μετά από 15 χρόνια και την απόφαση του Αλέξη Τσίπρα να παραμερίσει. Νομίζω ότι μετά από όλα αυτά ξαναπατάμε στα πόδια μας. Έχουμε μια ηγεσία υπό τον Σωκράτη Φάμελλο, ο οποίος έχει καταφέρει, στον μέσο συμπολίτη, να ανακτήσει την εικόνα αξιοπιστίας και σοβαρότητας. Δείχνει δηλαδή ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένας αξιόπιστος συνομιλητής. Από το να φτάσουμε από αυτό το σημείο μέχρι την ανάκτηση των ποσοστών μας, έχει πάρα πολύ δρόμο. Και εκεί πέρα πρέπει να είμαστε όλοι μας σοβαροί. Και το κυριότερο να έρθουμε με προτάσεις: ρεαλιστικές προτάσεις, εφαρμόσιμες προτάσεις. Και να μην ξεχάσουμε το βασικό: Τη δημιουργία μετώπων απέναντι στις πολιτικές της Δεξιάς.
Με πληροφορίες από ΑΠΕΜΠΕ – φωτο:eurokinissi