Σημαντική μείωση της «μαύρης οικονομίας» στην Ελλάδα από το υψηλό του 30% του ΑΕΠ το 2013 στο 16% του ΑΕΠ το 2021, καταγράφει μελέτη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, τονίζοντας ωστόσο ότι υπάρχουν ακόμα σημαντικά περιθώρια για την περαιτέρω ψηφιοποίηση της οικονομίας, που θα μειώσει το μαύρο χρήμα.
Όπως διαπιστώνει η μελέτη του ΔΝΤ, η παραοικονομία στην Ελλάδα μειώθηκε σημαντικά σε όλες τις περιφέρειες την τελευταία δεκαετία, παρότι εμφάνισε κάποιες παροδικές περιόδους αύξησης κατά τα χρόνια της κρίσης (2013-15) και το 2020 εξαιτίας της πανδημίας. Ειδικότερα, κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους, οι περισσότερες περιφέρειες εμφάνισαν αύξηση του μαύρου χρήματος κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ κατά μέσο όρο, φτάνοντας στο υψηλό του 30% του ΑΕΠ σε εθνικό επίπεδο.
Η αύξηση αυτή αποδίδεται στη μεγάλη ύφεση, την επιδείνωση των φορολογικών κινήτρων λόγω της σημαντικής δημοσιονομικής σύσφιγξης και την περαιτέρω επιδείνωση της κουλτούρας πληρωμών, λόγω της μειωμένης εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση.
Στην πανδημία, η αύξηση της παραοικονομίας αποδίδεται στο γεγονός ότι σε αυτά τα κομμάτια της οικονομίας, η δραστηριότητα μειώθηκε λιγότερο από ό,τι στην επίσημη οικονομία, η οποία ήταν πιο εκτεθειμένη στα περιοριστικά μέτρα.
Σε κάθε περίπτωση, η ανάλυση του ΔΝΤ δείχνει ότι υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις στο μέγεθος της μαύρης οικονομίας ανάμεσα στις περιφέρειες. Συγκεκριμένα, η παραοικονομία διαμορφώνεται στο 5% του ΑΕΠ στη Δυτική Μακεδονία, αλλά αγγίζει το 18% του ΑΕΠ στην Κρήτη.
Γενικά, η μείωση του μαύρου χρήματος είναι μεγαλύτερη (πάνω από 15 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ) στην Αττική και στα νησιά, ενώ διαμορφώνεται περίπου στις 10 ποσοστιαίες μονάδες στη Δυτική Ελλάδα. Το ΔΝΤ αποδίδει τις διαφορές στην πρόοδο της ψηφιοποίησης.
Όπως προκύπτει από την ανάλυση του ΔΝΤ, η μείωση της μαύρης οικονομίας οδήγησε σε αύξηση των φορολογικών εσόδων περίπου κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, με τα στοιχεία της Κομισιόν να δείχνουν ότι το κενό του ΦΠΑ μειώθηκε τουλάχιστον κατά 16 ποσοστιαίες μονάδες της φορολογικής του βάσης από το 2013 έως το 2021 (ή κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ). Η μείωση της παραοικονομίας συνδέεται επίσης και με την υψηλότερη ανάπτυξη.
Σύμφωνα πάντοτε με το ΔΝΤ, η συρρίκνωση της μαύρης οικονομίας μπορεί να αποδοθεί στην αυστηροποίηση των σχετικών μέτρων και την εφαρμογή τους. Εκτός αυτού, δόθηκαν κάποιες ευελιξίες στην αγορά εργασίας, οι οποίες έδωσαν κίνητρο για νομιμοποίηση ορισμένων δραστηριοτήτων. Παράλληλα, η πρόοδος στην ψηφιοποίηση και ο εκσυγχρονισμός των πληροφοριακών συστημάτων προσέφεραν τη δυνατότητα καλύτερης εποπτείας, αλλά και κίνητρα για συμμόρφωση.
Παρόλα αυτά, το ΔΝΤ επισημαίνει ότι υπάρχει ακόμη τεράστιο περιθώριο βελτίωσης. Συγκεκριμένα στο κομμάτι της ψηφιοποίησης παρατηρούνται κενά, όπως στην ενσωμάτωση των ψηφιακών τεχνολογιών και στις ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες των ΜμΕ. Με περαιτέρω εκσυγχρονισμό των πληροφοριακών συστημάτων θα μπορούσε να γίνει καλύτερη εποπτεία της φορολογικής συμμόρφωσης, να διευκολυνθεί η καταχώριση επιχειρήσεων και επαγγελματιών, να υπάρχει πρόσβαση σε σχετικές δημόσιες υπηρεσίες και να ενσωματωθούν καλύτερα οι ελεύθεροι επαγγελματίες στην οικονομία.
Πάντως, σύμφωνα με το ΔΝΤ, η έμφαση που δίνεται στην ψηφιοποίηση και την εκπαίδευση προσωπικού με τη χρηματοδότηση μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης δημιουργεί προοπτικές προόδου τα επόμενα χρόνια.
(Moneyreview – Freepik photo)