«Βρισκόμαστε πράγματι σε ένα σημαντικό σταυροδρόμι στα ελληνοτουρκικά και βεβαίως καλό είναι να θυμόμαστε ότι δεν ήταν πάντοτε οι περίοδοι ηρεμίας ένα κεκτημένο. Στο πρόσφατο παρελθόν είχαμε μεγάλες εντάσεις με την Τουρκία», δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Πρώτο Πρόγραμμα του ραδιοφώνου της ΕΡΤ, το οποίο επικαλείται το Αθηναϊκό Πρακτορείο.
Όπως εξήγησε, βρισκόμαστε στο σημείο εκείνο, «στο οποίο έχουμε λάβει την εντολή οι δύο υπουργοί Εξωτερικών να διερευνήσουμε αν μπορεί να υπάρξει ένα κοινό πλαίσιο για να προχωρήσουμε την συζήτηση σε ένα άλλο στάδιο, σε ένα στάδιο, το οποίο θα αφορά την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης».
«Δεν είμαστε ακόμη εκεί. Είμαστε ακόμη στη συζήτηση, η οποία αφορά το ποιο θα είναι το εύρος της συζήτησης, με ποιες αρχές θα γίνει η συζήτηση αυτή. Άρα στην πραγματικότητα, σε ένα προκριματικό στάδιο», τόνισε χαρακτηριστικά.
Αυτή την στιγμή, όπως τόνισε, «έχει εδραιωθεί ένα καθεστώς, το οποίο είναι σχετικώς καλής κατανόησης, έχει αναπτυχθεί μία σχετική αμοιβαία εμπιστοσύνη, έτσι ώστε να προλαμβάνουμε περαιτέρω εντάσεις και κρίσεις».
«Έχουμε την ευκαιρία, εάν υπάρξει σύμπτωση σε ό,τι αφορά τα θεμελιώδη, να προχωρήσουμε στο ζήτημα της οριοθέτησης. Εάν προκύψει τέτοια κοινή κατανόηση το οποίο δεν μπορώ να προδικάσω ακόμα πριν ξεκινήσει η συζήτηση, τότε η συζήτηση θα γίνει στο επίπεδο των Υπουργών Εξωτερικών και το επίπεδο του πολιτικού διαλόγου», συμπλήρωσε.
Αναφερόμενος στις διερευνητικές επαφές, ανέφερε ότι έχουν μια διαδρομή περίπου 20 ετών, όπου «γινόταν μια συζήτηση, η οποία δεν είχε αποφέρει οτιδήποτε».
«Είχαμε 64 κύκλους διερευνητικών επαφών, οι οποίες δυστυχώς, δεν απέφεραν τα αναμενόμενα. Μάλλον νομίζω ότι μας έθεσαν πιο πίσω από την αρχική μας θέση. Αυτή τη στιγμή εκείνο το οποίο απαιτείται είναι να υπάρξει μία ισχυρή πολιτική βούληση. Και στη συνέχεια, εφόσον υπάρχει αυτή η ισχυρή πολιτική βούληση, η οποία θα αποτυπωθεί σε μία κοινή θέση για το πώς προχωράμε τότε να δούμε τα τεχνικά και τα νομικά ζητήματα της οριοθέτησης», υπογράμμισε.
Ερωτηθείς σχετικά ανέφερε ότι το ζήτημα οριοθέτησης αιγιαλίτιδας αφορά αποκλειστικά και μόνο την ελληνική κυριαρχία, άρα είναι αποκλειστικά και μόνο ζήτημα της χώρας μας: «Το πότε θα ασκηθεί, θα μου επιτρέψετε να το διατηρήσω σε επίπεδο εσωτερικό. Είναι ιδιαιτέρως κρίσιμο. Αυτό, το οποίο μπορώ να σας πω, μετά βεβαιότητας, είναι ότι η Ελλάδα έχει το δικαίωμα, το οποίο της αποδίδει απολύτως το διεθνές δίκαιο, να επεκτείνει όποτε το κρίνει η ίδια η χώρα, με τον τρόπο που προβλέπει το διεθνές δίκαιο και θα το πράξει».
«Η Ελλάδα δεν πρόκειται ποτέ να απεμπολήσει την κυριαρχία της, το δικαίωμά της να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια. Αυτό είναι κάτι, το οποίο το διατηρούμε ως δικαίωμα. Δεν έχει ασκηθεί καθ’ όλη τη διάρκεια προφανώς της Μεταπολίτευσης, αλλά αυτό δεν απεμπολεί, ούτε κατά διάνοια, το δικαίωμα, το οποίο απορρέει αυτοτελώς από το διεθνές δίκαιο. Άρα, η συζήτηση ότι θα παραμείνουμε στα 6 ναυτικά μίλια είναι προφανώς αλυσιτελής», ισχυρίστηκε.
Η παραπομπή στη Χάγη, συμπλήρωσε είναι το τελικό στάδιο, το οποίο θα μπορούσε δυνητικώς να υπάρξει, εφόσον υπάρξει ένα συνυποσχετικό, εάν δηλαδή οι δύο χώρες καταλήξουν σε ό,τι αφορά το εύρος της διαφοράς, το οποίο άγεται ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι δηλώσεις της προέδρου της Επιτροπής Εξωτερικών και Εθνικής ‘Αμυνας της Βουλής των Ελλήνων, κ. Ντόρας Μπακογιάννη, στον Ναύσταθμο Κρήτης στην Σούδα. Στην ομιλία της η κ. Μπακογιάννη ανέλυσε τις τρέχουσες ανησυχητικές εξελίξεις στην Ανατολική Ευρώπη και την Μέση Ανατολή και αναφέρθηκε στο ρόλο της Ελλάδας στην περιοχή, στη σημασία της Νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ, καθώς και στις σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας επισημαίνοντας τα εξής: «Ως σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ και γείτονες σε μια περιοχή γεμάτη προκλήσεις, πιστεύω ότι οι χώρες μας έχουν τόσο ηθική όσο και στρατηγική υποχρέωση να επιλύσουν την μοναδική μας διαφορά, την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ), σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, και να αφήσουν τις παλαιές διαφορές στο παρελθόν».