Ο Γέρος του Μοριά είχε προειδοποιήσει ότι δεν θα δείξει έλεος σε κανένα Τουρκοπροσκυνημένο. Τις προειδοποιήσεις του αυτές, τις κατέγραφε σε επιστολές, για να είναι σίγουρος ότι θα φτάσουν παντού.
Γιατί ο Κολοκοτρώνης έγραψε την επιστολή;
Το 1825 όταν στο Μοριά έφθασε ο Ιμπραΐμ, που σκόρπισε τον φόβο, πολλοί υπέκυψαν στις απειλές του κι άφησαν τα όπλα. Έντρομοι, από την ανεξέλεγκτη βία και τη βαρβαρότητα, γύρισαν στα χωράφια και τα σπίτια τους, δηλώνοντας υποταγή. Επικεφαλής όσων συνεργάστηκαν με τον Αιγύπτιο, ήταν ο καπετάνιος Δημήτρης Νενέκος, τον οποίο οι ντόπιοι τον σέβονταν και τον πίστευαν, καθώς έσπερνε φήμες και καλλιεργούσε πανικό.
Ο Νενέκος είχε δείξει από την αρχή το σκληρό του πρόσωπο, αφού για να γίνει οπλαρχηγός του προκρίτου της Πάτρας, δολοφόνησε δύο πολεμιστές που διεκδικούσαν κι αυτοί το αξίωμα.
Στην αρχή ο Νενέκος διακρίθηκε σε αρκετές πολιορκίες. Μετά την πολιορκία και την πτώση του Μεσολογγίου όμως, ο άλλοτε πατριώτης οπλαρχηγός δεν μπόρεσε να αντισταθεί στα προνόμια που του έταξε ο σουλτάνος Ιμπραΐμ και ξεκίνησε τη συνεργασία μαζί του. Έτσι προσκύνησε, δηλαδή αλλαξοπίστησε και άρχισε να πολεμά εναντίον των Ελλήνων. Σε λίγο καιρό είχε γίνει επικεφαλής των «τουρκοπροσκυνημένων».
Οι προδότες άρχισαν να αυξάνονται με ανησυχητικό βαθμό. Αυτό κινητοποίησε τον Γέρο του Μοριά, ο οποίος αποφάσισε να λάβει τα μέτρα του. Προκειμένου να αναζωπυρώσει την επανάσταση, συνέταξε κάποιες επιστολές. Μέσω των επιστολών αυτών προειδοποιούσε πως, όποιο χωριό δεν επανερχόταν στο ελληνικό στρατόπεδο, θα το πλήρωνε με αίμα.
Αν φοβόντουσαν τον Ιμπραΐμ, ο ευφυής στρατηγός κατάλαβε ότι έπρεπε να φοβούνται αυτόν πιο πολύ. Δεν έβαλε όμως στο στόχο τους απλούς χωρικούς. Ο Κολοκοτρώνης δεν ήταν μικροκακοποιός, αλλά ηγέτης μιας επανάστασης. Με τον στρατηγικό του νου κατάλαβε ότι πρέπει να κυνηγήσει την ηγεσία του προδοτικού κινήματος, δηλαδή τον Νενέκο, που είχε γίνει Μπέης, είχε πάρει χρήματα και γη και συγκρούστηκε σε μάχες με τους πρώην συμπολεμιστές του.
Ο γέρος του Μοριά ορκίστηκε να τον σκοτώσει μόλις έμαθε ότι ο Νενέκος είχε την ευκαιρία να σκοτώσει τον Ιμπραΐμ, όταν χάθηκε στο δάσος κι όχι μόνο δεν το έκανε, αλλά τάχθηκε με το μέρος του. Και ο γέρος όπως πάντα κράτησε τον λόγο του.
Ο Σαγιάς, το πρωτοπαλίκαρό του, με εντολή του Κολοκοτρώνη τον σκότωσε. Λίγες μέρες μετά την εκτέλεση του Νενέκου, το μαζικό προσκύνημα τελείωσε. Ο φόβος ήταν πιο μεγάλος προς τον Κολοκοτρώνη, που έβαζε μπροστά το ιδανικό της ελευθερίας, παρά προς τον Ιμπραΐμ.
Το κείμενο της επιστολής του Κολοκοτρώνη, έχει ως εξής:
«Εις Ελόγου Σας χωρία της Λιοδώρας, όλα από Ζάτουνα έως Ασπρα Οσπήτια. Ευθύς όπου λάβετε το παρόν μου να ακούσετε την φωνήν του γενναιοτάτου χιλιάρχου Δημητράκη Πλαπούτα, τον οποίον διορίζω με πληρεξουσιότητα να πάρη τα άρματα σας και όλοι μαζύ να ελθήτε το ογληγορώτερον κατά το χρέος σας. Του έδωσα άδεια δια εκείνους από εσάς όπου δεν θελήσουν να θύση και να απολέση με φωτιά και τζεκούρι, οι δε λοιποί είσθε εις την αγάπην μου και κάμνετε το χρέος σας με προυθυμίαν, και ελπίζω ότι θ’ ακολουθήσετε χωρίς δυσκολίας. Ακολουθήσατε λοιπόν καθώς σας γράφω και ακολουθήσατε τον Καπιτάν Δημητράκη να προφθάσετε το ογληγορώτερον.
15 Ιουνίου 1822, Σαραβάλι εκ της πολιορκίας Πατρών.
(Mixanitouxronou)