Σε μια νέα περίοδο ετοιμάζεται να περάσει ένας από τους σημαντικότερους προϊστορικούς οικισμούς στη βόρεια Ελλάδα, το Ντικιλί Τας, μετά την ομόφωνη απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ) για την κατασκευή ενός σύγχρονου προστατευτικού θόλου και την ανάδειξη του βραβευμένου ανασκαφικού έργου, που πραγματοποιείται τα τελευταία χρόνια.
Ο προϊστορικός οικισμός Ντικιλί Τας (που σημαίνει «όρθια πέτρα» στα τουρκικά) βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα της πεδιάδας των Φιλίππων, στις παρυφές της σημερινής κωμόπολης των Κρηνίδων, του δήμου Καβάλας. Απέχει λιγότερο από 2 χλμ από το κέντρο της φημισμένης αρχαίας πόλης των Φιλίππων και τον ομώνυμο αρχαιολογικό χώρο. Το μαρμάρινο επιτύμβιο μνημείο ρωμαϊκής εποχής, από το οποίο προέρχεται το τοπωνύμιο Ντικιλί Τας, στήθηκε πλάι στην αρχαία Εγνατία οδό (τον δρόμο που ως γνωστόν συνέδεε το Δυρράχιο με την Κωνσταντινούπολη), η οποία διέσχιζε την πόλη των Φιλίππων, ακολουθώντας περίπου την ίδια διαδρομή με τη σημερινή επαρχιακή οδό, που οδηγεί στην πόλη της Καβάλας.
«Βάσει των αποτελεσμάτων των ανασκαφών και των πυρηνοληψιών (καρότων), η κατοίκηση στη θέση του Ντικιλί Τας εξελίχθηκε αδιάκοπα από τα μέσα της 7ης χιλιετίας μέχρι και το 1.100 π.Χ., ενώ βρέθηκαν και λείψανα κατοίκησης των αρχαϊκών, ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων, όπως και τα ερείπια ενός βυζαντινού πύργου στην κορυφή του λόφου» εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Έφορος Αρχαιοτήτων Σερρών και συνδιευθύνουσα των ανασκαφικών ερευνών Δρ. Δημητρία Μαλαμίδου.
Το Ντικιλί Τας αξιολογείται ως ένας ιδιαίτερα σημαντικός αρχαιολογικός χώρος χάρη στις γνωστικές, κοινωνικές και υλικές αξίες που τον χαρακτηρίζουν. Τα οικιστικά κατάλοιπα που βρέθηκαν είναι άφθονα και σε εξαιρετική κατάσταση διατήρησης που τα καθιστούν εύκολα αναγνώσιμα από το κοινό. Η ποικιλία και η ποιότητα των ευρημάτων είναι υψηλής αξίας και δείχνουν ότι πρόκειται για έναν ζωτικής σημασίας προϊστορικό οικισμό.
Αξιόλογη είναι η αρχαιότερη μαρτυρία παραγωγής κρασιού σε αυτόν, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε όλο τον κόσμο
Προστασία των νεολιθικών κατοικιών
Το στέγαστρο που πρότεινε η μελετητική ομάδα της ανασκαφής και έλαβε την ομόφωνη έγκριση του ΚΑΣ θα επιτρέπει στους επισκέπτες να έρθουν σε επαφή με προϊστορικά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα που σπάνια μπορούν να συναντήσουν σε αρχαιολογικούς χώρους, ώστε να ανακαλύψουν και να κατανοήσουν ένα άγνωστο μακρινό παρελθόν. «Το στέγαστρο», σημειώνει η κ. Μαλαμίδου, «θα προσφέρει επαρκή προστασία των νεολιθικών σπιτιών από τα καιρικά φαινόμενα, ενώ ταυτόχρονα θεωρείται συμβατό με τον αρχαιολογικό χώρο και δεν δημιουργεί σύγχυση ως προς τα μορφολογικά χαρακτηριστικά, τα υλικά και τον τρόπο κατασκευής των νεολιθικών οικιστικών μονάδων».
Πέρα όμως από το θολωτό σκέπαστρο, η μελέτη περιλαμβάνει και μια σειρά άλλων έργων, που θα συμβάλουν στην ανάδειξη του προϊστορικού οικισμού, θα τον κάνουν επισκέψιμο και σε συνδυασμό με τον αρχαιολογικό χώρο των Φιλίππων, που αποτελεί μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO, θα δημιουργήσει ένα μοναδικό μνημειακό σύνολο.
Μεταξύ άλλων, η πρόταση περιλαμβάνει: Τη δημιουργία εισόδου και υποδομών εξυπηρέτησης των επισκεπτών, τη δημιουργία μονοπατιών επίσκεψης με υλικά φιλικά προς το χρήστη, κατάλληλων για ΑμΕΑ, και σε απόλυτη συμφωνία με το περιβάλλον, τη δημιουργία χώρων στάσης με τον κατάλληλο αστικό εξοπλισμό, την πληροφόρηση των επισκεπτών με τις κατάλληλες ενημερωτικές πινακίδες και την πρόβλεψη χώρου για μελλοντική εγκατάσταση μουσείου και χώρου για εργαστήρια πειραματικής αρχαιολογίας.
Η βράβευση από το Γαλλικό Ινστιτούτο
Το 2020 η αρχαιολογική ερευνητική ομάδα του Ντικιλί Τας βραβεύθηκε από τη Γαλλική Ακαδημία με το Μέγα Βραβείο Αρχαιολογίας του ιδρύματος Simone και Cino Del Duca, σε αναγνώριση της επιστημονικής ποιότητας της ομάδας και της σπουδαιότητας των ανασκαφικών εργασιών στον προϊστορικό οικισμό.
Η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Σερρών, αρχαιολόγος Δημητρία Μαλαμίδου, συνδιευθύνει από το 2008 το ανασκαφικό πρόγραμμα μαζί με την επίτιμη Έφορο Αρχαιοτήτων Χάιδω Κουκούλη – Χρυσανθάκη, μέλη και οι δύο της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας. Από την πλευρά της Γαλλικής Σχολής Αθηνών, συνδιευθύνουν το πρόγραμμα οι Pascal Darcque και Ζωή Τσιρτσώνη.
«Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός», συνεχίζει η κ. Μαλαμίδου, «ότι στη λεγόμενη “οικία 1”, του προϊστορικού οικισμού που χρονολογείται γύρω στο 4200 π.Χ., βρέθηκε η πιο παλιά μέχρι στιγμής ένδειξη οινοποίησης στην Ευρώπη. Χημικές αναλύσεις οργανικών καταλοίπων σε πήλινα αγγεία έδειξαν την ύπαρξη χημικών ενώσεων που με ασφάλεια υποδηλώνουν διαδικασία ζύμωσης σταφυλιών για παραγωγή κρασιού».
Στο σύνολο των ευρημάτων που είδαν μέχρι σήμερα το φως της αρχαιολογικής σκαπάνης περιλαμβάνονται εκτός των άλλων και μια σειρά από αντικείμενα κόσμησης. Τα πιο ενδιαφέροντα, σύμφωνα με την κ. Μαλαμίδου, είναι μια σειρά από κυνόδοντες αγριόχοιρου ως πρώτη ύλη, καθώς και τα τελικά επεξεργασμένα διακοσμητικά πλακίδια που φτιάχνονταν από αυτούς. «Βρέθηκαν επίσης εκατοντάδες χάντρες περιδέραιου, λίθινες και οστέινες, ενώ τέσσερα φύλλα χρυσού, τυλιγμένα γύρω από μία ή περισσότερες χάνδρες στο ίδιο περιδέραιο, είναι φτιαγμένα από καθαρό χρυσό», σημειώνει η Έφορος Αρχαιοτήτων Σερρών.
Η ιστορική εξέλιξη της τούμπας
Η τούμπα του Ντικιλί Τας, με ύψος ανθρωπογενών επιχώσεων 16 μέτρων, είναι μία από τις μεγαλύτερες τούμπες των Βαλκανίων. Το χαμηλότερο σημείο, στο οποίο έχουν φτάσει οι ανασκαφές μέσα στον οικισμό, βρίσκεται περίπου 5 μέτρα ψηλότερα από το φυσικό έδαφος, δηλαδή από το αρχικό επίπεδο της πεδιάδας.
«Στο σημείο αυτό», τονίζει η κ. Μαλαμίδου, «βρισκόμαστε γύρω στο 5500 π.Χ., στις αρχές της Νεότερης Νεολιθικής περιόδου, σύμφωνα με την τρέχουσα αρχαιολογική ορολογία, πράγμα που σημαίνει ότι η πρώτη εγκατάσταση θα πρέπει να έγινε αρκετούς αιώνες νωρίτερα. Οι έρευνες επιβεβαίωσαν ότι στη βάση του λόφου υπάρχουν ανθρωπογενείς αποθέσεις της Αρχαιότερης Νεολιθικής, που χρονολογούνται με ασφάλεια στο δεύτερο μισό της 7ης χιλιετίας π.Χ.».
Η θέση κατοικείται σχεδόν χωρίς διακοπή μέχρι το 1.200 π.Χ. περίπου, στο τέλος της λεγόμενης Εποχής του Χαλκού. Λείψανα αυτής της περιόδου έχουν βρεθεί πολύ κοντά στην κορυφή της τούμπας, κάπου 15-16 μέτρα πάνω από το αρχικό έδαφος. Ο χώρος συνέχισε να κατοικείται, πιο σποραδικά όμως, και στη διάρκεια των ιστορικών χρόνων. Τον 10ο αιώνα, χτίζεται στην κορυφή ένα κτίσμα με γερά θεμέλια και τοίχους, ένας πύργος, που προφανώς συνδέεται με τη γειτονική βυζαντινή ακρόπολη των Φιλίππων. Πριν από τον ερχομό των αρχαιολόγων, η τούμπα είχε πια πάψει να κατοικείται από αιώνες και ο χώρος καλλιεργούνταν με καπνά, όπως και τα περισσότερα άλλα χωράφια στη γύρω περιοχή.
Οι ελληνογαλλικές έρευνες στο Ντικιλί Τας
Οι πρώτες δοκιμαστικές τομές έγιναν το 1920 από τον Γάλλο αρχαιολόγο L. Renaudin. Οι πρώτες, όμως, συστηματικές ανασκαφές ξεκίνησαν σαράντα χρόνια αργότερα, το 1961, από τον Γάλλο καθηγητή J. Deshayes και τον Έλληνα Δ. Θεοχάρη, τότε Έφορο Αρχαιοτήτων.
Οι εργασίες τους, που κράτησαν ως το 1975, έφεραν στο φως εκατοντάδες κατάλοιπα σπιτιών από διάφορες περιόδους και αποκάλυψαν το μεγαλύτερο μέρος της λεγόμενης «στρωματογραφικής ακολουθίας», δηλαδή της σειράς διαδοχής των στρωμάτων κατοίκησης.
Μετά το 1986, ακολούθησαν άλλα δύο ερευνητικά προγράμματα, από τον Γάλλο καθηγητή της Σορβόννης R. Treuil και την τότε Έφορο Αρχαιοτήτων Καβάλας Χάιδω Κουκούλη-Χρυσανθάκη. Τα προγράμματα αυτά απέδωσαν σημαντικά στοιχεία για την οργάνωση του οικισμού και τον τρόπο ζωής των κατοίκων.
Το 2019 ξεκίνησε ένας τέταρτος κύκλος ερευνών, σε μια νέα ελληνογαλλική συνεργασία. Οι έρευνες στο Ντικιλί Τας πραγματοποιούνται πάντοτε υπό την αιγίδα της Γαλλικής Σχολής Αθηνών και της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, με τη στήριξη και εποπτεία του υπουργείου Πολιτισμού.
(ΑΠΕ -ΜΠΕ / Β. Λωλίδης / photo: pixabay)