H Εφορεία Αρχαιοτήτων Κεφαλληνίας και Ιθάκης, ύστερα από υπόδειξη της θέσης (2/2023), προχώρησε και προχωρεί (4/2023 και όποτε αυτό είναι δυνατόν και επιτρέπεται στο πλαίσιο των όλων υπηρεσιακών υποχρεώσεων) σε σωστική έρευνα στην θέση “Κοτρώνι” Λακήθρας, λίγο έξω από το Αργοστόλι.
Η θέση “Κοτρώνι βρίσκεται σε διάσελο και έχει ακώλυτη θέα σε όλη την Λειβαθώ, σε μέρος της Κρανιάς, προς το χώρο του αεροδρομίου και τη Ζάκυνθο.
Στον τόπο αυτό που παραμένει απροσπέλαστος από τον άνθρωπο τουλάχιστον από την δεκαετία του 1940, σύμφωνα με τις αεροφωτογραφίες του Κτηματολογίου, οι εκπλήξεις υπήρξαν σχεδόν συνεχείς.
Σταδιακά ήρθαν στο φως δυο μεγάλα φρέατα βάθους μέχρι και πέντε μέτρων, τα οποία περιβάλλονται από “αρχιτεκτονικά” διατεταγμένους λίθινους δακτυλίους, προσδίδουν μνημειώδη χαρακτήρα στα επιμέρους ενώ συγκρατούν τα εξωτερικά πρανή από χώμα και λίθους, που με τη σειρά τους δημιουργούν την εικόνα γένεσης ενός τύμβου. Τα πρανή αυτή, διαμορφώνονται από διαφορετικών μεγεθών φυσικούς ή ελάχιστα κατεργασμένους ασβεστόλιθους. Το μέγεθός τους μειώνεται από τα φρέατα προς την εξωτερική περίμετρο, η οποία διαστρώνεται από ασβεστολιθικές λατύπες. Στοιχεία αρχιτεκτονικής σε συνδυασμό με το συνολικό μέγεθος και η εν είδει τύμβου έξαρση προσδίδουν αίσθηση μνημειακότητας στο σύνολο, ενοποιώντας μάλιστα τα δύο φρέατα. Στο εσωτερικό αυτών σώζονται σε εκπληκτική κατάσταση διατήρησης τα ίχνη των εργαλείων εξόρυξης του πετρώματος. Και στα δύο υφίσταται περιμετρική λάξευση μέχρι 20 εκ. που δημιουργούσε τη δυνατότητα έδρασης ξυλοδοκού ή ξυλοδοκών, θα μπορούσε ακόμη και εξέδρας από ξυλοδοκούς για τη διαμόρφωση κάποιου είδους δαπέδου ή για την υποστήριξη άλλης κατασκευής με σκοπό την ανάσυρση και τελική απομάκρυνση του υλικού από το εσωτερικό. Η πρόσβαση στο εσωτερικό γινόταν από ξύλινη σκάλα, της οποίας τα επιμέρους σκαλοπάτια, στην μία πλευρά τοποθετούνταν σε λαξευμένες υποδοχές στον φυσικό βράχο.
ΔΕΙΤΕ ΦΩΤΟ ΕΔΩ
Η επόμενη έκπληξη ήταν η προσεκτικά στρωματογραφημένη διαμόρφωση του εδάφους μπροστά από το μεγαλύτερο Φρέαρ. Σε επαφή με τον φυσικό βράχο διαμορφώνεται στρώση αργίλου πάχους μισού σχεδόν μέτρου, στην οποία έχει ανακατευτεί κεραμική, σκόπιμα θραυσμένη, στην κυριολεξία κατατεμαχισμένη, μαζί με απολεπίσματα διαφόρων μεγεθών από την κατεργασία πυριτόλιθου. Τα όστρακα ανήκουν στην κατηγορία της τραχείας, «οικιακής» λεγομένης κεραμικής, πρόκειται δηλαδή για όστρακα από πηλό με άφθονα εγκλείσματα, ως επί το πλείστον χειροποίητη. Κάποια όστρακα φέρουν και στίλβωση. Χρονολογούνται σε ύστερο στάδιο της Ύστερης Εποχής του Χαλκού (σε συγχρονισμό με την μυκηναϊκή κεραμική, στην ΥΕΙΙΙΓ). Είναι εκπληκτικά όμοια με την κεραμική προηγούμενων περιόδων, ακόμη και της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού ή Τελικής Νεολιθικής. Πρόσφατο εύρημα, η ταφή Πολεμιστή από το Μπόρζι των Τζανάτων με κεραμική ΜΕ, όπως λέγεται παράδοσης (συγχρ. ΥΕΙΙΙΒ2), είναι χαρακτηριστική ως προς αυτό. Επιστρέφοντας στην κεραμική των Φρεάτων, σημειώνουμε ότι ανασύρθηκε και λιγοστή «μυκηναϊκή» κεραμική (τα εισαγωγικά αναφέρονται στο γεγονός ότι είναι προφανής η τοπική παραγωγή και αυτής της κατηγορίας). Εφαρμόσθηκαν, επιπλέον, διάφορες τεχνικές για τη διαπίστωση τυχόν διαφοροποιήσεων στη διαστρωμάτωση της κεραμικής, χωρίς, όμως, να προκύψει κάτι νέο, διαφορετικό. Θραύσματα από το ίδιο αγγείο βρίσκονται σε διαφορετικά σημεία της «πλατφόρμας» αυτής, πάνω από την οποία διατάσσονται στρώματα εδάφους, διαφορετικού χρώματος, σαφέστατα διακρινόμενα. Πρόκειται για κατασκευή που έγινε συνολικά και σε μικρό χρονικό διάστημα. Το δε φαινόμενο της σκόπιμης θραύσης ανοικτών αγγείων (εδώ κατατεμαχισμού πλην μιας περίπτωσης) αποτελεί την πλήρη αντιστροφή ανάλογης πρακτικής που συναντούμε σε ταφικά μνημεία, όπου κεραμική (συμποτική και στην συντριπτική πλειονότητα μυκηναϊκή) σωρεύεται στους δρόμους. Για πρώτη φορά ανιχνεύεται αυτή η πρακτική, με προφανή τελετουργικά χαρακτηριστικά στο νησί και γενικότερα.
Η είσοδος – διάδρομος προς το μεγαλύτερο νότιο Φρέαρ έχει σφραγιστεί με παχύ στρώμα ανθρακικού ασβεστίου, πάλλευκου και καθαρού. Το ίδιο διαπιστώθηκε και στον διάδρομο πρόσβασης στο βόρειο Φρέαρ. Πάνω από αυτά, στο τελευταίο, ορατό στους διαβάτες επιφανειακό στρώμα, τοποθετήθηκε το κάτω μέρος (βάση και μέρος της κοιλιάς), κλειστού αγγείου, με επίπεδη βάση, κατασκευασμένου κατά την σπειροειδή τεχνική. Το άλλο μισό, από την κοιλιά μέχρι το λαιμό βρέθηκε στον άλλο διάδρομο του βόρειου Φρέατος, αρκετά μέτρα μακριά. Και σ’ αυτόν, επίσης, συναντούμε στρώμα ανθρακικού ασβεστίου. Συνανήκοντα όστρακα από το αγγείο των διαδρόμων εισόδου στα Φρέατα, περισυνελέγησαν κατά τον καθαρισμό των «αρμών» των εν είδει τύμβου δακτυλίων που περιβάλλουν τα φρέατα τόσο στο ΒΑ όσο και στο ΝΔ τμήμα. Και πάλι, η τελετουργική διάσταση είναι προφανής.
Στα δυτικά αυτού του συνόλου έχουμε άνδηρα, το πέρας των οποίων διαμορφώνεται από ερριμμένες λατύπες. Τέτοιες έχουμε άφθονες και στο νότιο τμήμα. Πάνω από αυτές (δυτικά των φρεάτων), η ανασκαφή έφερε στο φως (από κάτω προς τα πάνω) την εξής ενδιαφέρουσα στρωματογραφική διάταξη: στρώμα κόκκινου χώματος, εξαιρετικά αργιλώδους, καθαρού με ελάχιστα όστρακα, πάνω από αυτό το γνωστό, μαύρο αργιλώδες υπόστρωμα, οστρακοβριθές, ακολουθούν οι λατύπες μαζί με θραυσμένο αγγείο. Περισυλλέγεται από παντού πλήθος πυριτολιθικού υλικού τώρα και μεγάλου μεγέθους. Παντού, πρόκειται για αποκρούσματα που φέρουν τμήμα του φλοιού.
Συνοψίζοντας, πρόκειται για κυλινδρικά σχεδόν φρέατα. Εντός αυτών δεν βρέθηκαν κινητά ευρήματα τίποτε. Η εσωτερική στρωματογραφία διαπιστώθηκε ότι ήταν οριζόντια μέχρι ενός σημείου κοντά στην περιμετρική πατούρα. Από εκεί και πάνω τα στρώματα παρουσιάζουν κλίση. Προέρχονται όχι από σκόπιμη εναπόθεση, αλλά από μεταγενέστερες καταρρεύσεις τόσο του περιμετρικού ανώτατου λίθινου τοιχίου, όσο και τμημάτων του εσωτερικού της τυμβοειδούς κατασκευής.
Περιγράφοντας αυτό που μας δίνουν τα ανασκαφικά δεδομένα: Δι’ εξόρυξης, αφαιρέθηκε υλικό, δημιουργήθηκε φρέαρ, το οποίο ξαναγέμισε. Η στρωματογραφία του γεμίσματος από χώμα και ασβεστόλιθους διαφόρων μεγεθών έχει προκύψει ως ένα ύψος (το μεγαλύτερο) ανθρωπογενώς, και από εκεί και πάνω ως αποτέλεσμα κατάρρευσης υλικών προϊόντος του χρόνου. Αρκεί η μακροσκοπική παρατήρηση για να διαπιστώσει κάποιος ότι το άχρηστο υλικό εξόρυξης από το εσωτερικό σωρευόταν στο Ν – ΝΑ τμήμα της περιμέτρου του φρέατος, όπου και η «πλατφόρμα» από αργιλώδες έδαφος, αναμεμιγμένο με πλήθος οστράκων και αποκρουσμάτων πυριτόλιθου.
Τα Φρέατα αυτά ανήκουν σε ένα ευρύτερο σύνολο, είναι τα αποτυπώματα στον χώρο διαδικασίας εξόρυξης υλικού. Τα Φρέατα αυτά ξαναγέμισαν και αναδείχθηκαν ως τοπόσημο σε μία θέση περίοπτη. Χρονολογούνται στην περίοδο μετά το 1200 και έως το 1100 π.Χ. ίσως και λίγο αργότερα. Το σύνολο είναι αποτέλεσμα δραστηριότητας λίγων ετών, όπως προκύπτει από την ενότητα της κεραμικής, από οποιοδήποτε στρώμα και σημείο και αν περισυλλέχθηκε (και αν έχει περισυλλεγεί μέχρι στιγμής) αυτή, τη διάταξη της στρωματογραφίας, την εκπληκτική διατήρηση των ιχνών εργαλείων στα τοιχώματα του φυσικού βράχου.
Τα δεδομένα παραπέμπουν σε έναν από τους πρωιμότερους χώρους εξόρυξης στον ελλαδικό χώρο (και όχι μόνο), μοναδικό για την Ύστερη Εποχή του Χαλκού, με τα δεδομένα της έρευνας να παραπέμπουν και σε τελετουργική συμπεριφορά. Ανάλογα φαινόμενα έχουν διαπιστωθεί αλλού, πολύ όμως μακριά από το Ιόνιο Πέλαγος και την Κεφαλονιά, στον βόρειο ευρωπαϊκό κυρίως χώρο. Η συνέχιση της έρευνας θα δείξει τον βαθμό της σύνδεσης με ανάλογα μορφολογικά χαρακτηριστικά και τεχνικές εξόρυξης στην νοητή ζώνη που εκτείνεται από την νότια Βρετανία μέχρι και την Πολωνία. Μην ξεχνάμε ότι στην Κεφαλονιά έχει εντοπισθεί η μεγαλύτερη συγκέντρωση ήλεκτρου στο ελλαδικό χώρο (κατά την Ύστερη Εποχή του Χαλκού), η δε προέλευση των υάλινων ευρημάτων της ΥΕΧ στο νησί καταδεικνύει την κομβική της θέση και τη μετοχή της σε ευρύτερα δίκτυα οικονομικής δραστηριότητας, επαφών και ανταλλαγών.
Σχεδόν στις υπώρειες του υψώματος (Κοτρωνιού) που ανακαλύφθηκε το προϊστορικό αυτό τοπίο, σήμερα μία ελληνική εταιρεία (IoKal Group) εξορύσσει και εξάγει σε όλον τον κόσμο το καθαρότερο ανθρακικό ασβέστιο. Στον ίδιο τόπο, τα ίδια πράγματα, με διαφορά μερικών χιλιετιών. Αρχαιολογία και μοντέρνα οικονομική δραστηριότητα καταδεικνύουν σε τι βάθος χρόνου τα περιβαλλοντικά δεδομένα προσδιορίζουν – κατευθύνουν την ανθρώπινη δραστηριότητα (Μέσα σε ασβεστολιθικές αποθέσεις συναντάται ο πυριτόλιθος. Πλήθος απολεπισμάτων που φέρουν κομμάτια από τον φλοιό έχουν ήδη περισυλλεγεί και είναι ορατά παντού επιφανειακά. Δεν είναι το πιο εύκολο σημείο ή ο πιο εύκολος τρόπος εξόρυξης, αλλά όπως πλέον προκύπτει στην βιβλιογραφία, δεν είναι μόνο ο παράγοντας «ευκολία πρόσβασης» που προσδιορίζει αυτήν την δραστηριότητα, αλλά το περίοπτο της θέσης, η σημασία που μπορεί να προσλάβει ως τοπόσημο. Είναι το ανθρακικό ασβέστιο που επίσης έχει χρήσεις, διαπιστωμένες κυρίως σε τάφους στην Κεφαλονιά (Μαζαρακάτα-Μπόρζι Τζανάτων) και χαρακτηριζόταν στις ανασκαφικές εκθέσεις ως ασβέστης. Η σάρωση Lidar, του υψώματος στο βόρειο τμήμα αυτών των Φρεάτων, το οποίο μας προσέφερε ο αείμνηστος συνάδελφος, Καθηγητής Νίκος Ζαχαριάς, αποκάλυψε μέσα στη βλάστηση και άλλες τέτοιες εκμεταλλεύσεις. Φρέατα πλέον εντοπίζονται προς ΒΑ μέχρι τα Χελμάτα, πλησίον του Αργοστολίου. Βρισκόμαστε σε κάτι πολύ ευρύτερο από εκείνο που έχει ξεκινήσει να ερευνάται.
Η Κεφαλονιά αποτελεί ένα νησί ιδιαίτερο, σε ιδιαίτερη γεωγραφική θέση
Συνειδητοποιούμε πως στην Προϊστορία και Πρωτο-ιστορία λειτουργεί ανάλογα προς άλλους κεντρο – μεσογειακούς νησιωτικούς σχηματισμούς. Αυτά τα νησιά, μεγάλα σε μέγεθος, έχουν μία στέρεα, ριζωμένη στους αιώνες παράδοση, μετέχουν στα δίκτυα επαφών και υιοθετούν πολιτισμικά στοιχεία, τα οποία ενσωματώνουν στην δική τους ιδιοσυγκρασία είτε μεταπλάθοντάς τα είτε νοηματοδοτώντας τα διαφορετικά.
Δεν είναι τυχαίο ότι από την μελέτη της ταφικής αρχιτεκτονικής και την χωρική ανάλυση των αρχαιολογικών δεδομένων στην Κεφαλονιά, προκύπτει πια μία εικόνα ενδογενούς δυναμισμού και με βεβαιότητα επιχώριων χαρακτηριστικών. Αναφερόμαστε στον κεφαλληνιακό χαρακτήρα της αρχιτεκτονικής των θαλαμωτών τάφων στο νησί, αλλά και των λεγομένων θολωτών. Κοιτάζοντας από τα δυτικά προς τα ανατολικά και νοτιοανατολικά, από την χερσόνησο της Παλικής προς την Λειβαθώ, τα Μαυράτα έως τους Πρόννους διαπιστώνουμε φαινόμενα ζωνικότητας, μιλώντας με όρους χωρικής πια στατιστικής. Πρόκειται για νοηματοδοτήσεις διαφορετικές, για φαινόμενα άλλοτε προσανατολισμού μόνο στην παράδοση, άλλοτε στην υιοθέτηση στοιχείων και από τον ηπειρωτικό κορμό. Αυτό μπορεί να συμβαίνει και σε τόπους που δεν απέχουν πολύ μεταξύ τους. Έχουμε προσεγγίσεις του τοπίου και διαμορφώσεις ταφικών τοπίων που φέρουν στο νου αντίστοιχα στην ανατολική Σικελία. Κεφαλληνιακά χαρακτηριστικά, όπως τα “οπαία” των θαλαμωτών τάφων, οι προσβάσεις εν είδει φρέατος – λάκκου, οι “σιροί”, η γεωμετρική οργάνωση του ταφικού χώρου, οι πολύ βαθείς λάκκοι, το φρεατοειδές εσωτερικό των θολωτών τάφων, έρχονται να συμπληρώσουν – σε συγκεκριμένες ζώνες – στοιχεία, όπως οι μακροί δρόμοι και οι θόλοι.
Στα Φρέατα της Λακήθρας ο χώρος γίνεται τοπόσημο μέσω στοιχείων που παραπέμπουν στοιχειωδώς σε τύμβο, υπάρχει ο διάδρομος πρόσβασης και βέβαια το βαθύ όρυγμα, όπως στους θολωτούς
Μην βιαστούμε να συγκρίνουμε τα μέταλλα με τον «ταπεινό» και «παρωχημένο» για κάποιους πυριτόλιθο, δεδομένου ότι η ίδια η Κεφαλονιά μας δίνει την απάντηση. Από την ταφή του “πολεμιστή” στα Τζανάτα του 1300/1250 π.Χ., στην οποία ο πυριτόλιθος (αιχμές βελών) με τον χαλκό (χάλκινος οπλισμός) συνυπάρχουν (και βέβαια την απόλυτα ντόπια κεραμική παράδοση) μέχρι το νέο και μοναδικό εύρημα της Λακήθρας και την ανάσυρση ακόμη και τεμαχίων σιδήρου από αδιαμφισβήτητα χρονολογούμενα στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού στρώματα (ΥΕΙΙΙΓ) μεσολαβούν 200 χρόνια. Ο “ταπεινός” πυριτόλιθος συνυπάρχει τόσο με τον χαλκό όσο και με την πρωιμότερη ίσως εμφάνιση σιδήρου στο Ιόνιο, αλλά και ευρύτερα ακόμη, στον αιγαιακό χώρο (δεν αναφερόμαστε ασφαλώς σε κοσμήματα).
(ΠΗΓΗ: Υπουργείο Πολιτισμού / photo: pixabay)