Ένας διάσημος Λιβανέζος συλλέκτης και έμπορος αρχαιοτήτων, ο Τζορτζ Λόφτι, βρίσκεται στο μικροσκόπιο ερευνών των ποινικών δικαστηρίων της Νέας Υόρκης κατηγορούμενος ότι διακινούσε λεηλατημένα λαθραία αντικείμενα. Ο κατηγορούμενος επί σειρά ετών συνεργαζόταν με τις αρχές δίνοντας πληροφορίες για τη διακίνηση λεηλατημένων και λαθραίων αντικειμένων, ωστόσο διακινούσε ο ίδιος εκατοντάδες από αυτές.
Ο Λόφτι που είναι σήμερα 81 ετών και υπήρξε επιχειρηματίας φαρμακευτικών προϊόντων στην Τρίπολη εμπορευόταν κυρίως ρωμαϊκά ψηφιδωτά.
Έχει κατηγορηθεί για εμπορία “εκατοντάδων κομματιών” που φέρεται να διακινήθηκαν λαθραία από τον εμπόλεμο Λίβανο, τη Συρία και τη Λιβύη και τα οποία διατηρούσε στις κατοικίες του κοντά στη Βηρυτό και στην Τρίπολη, το Μανχάταν, το Παρίσι και το Ντουμπάι ή σε αποθήκες στο Νιου Τζέρσεϊ, πριν τα διαθέσει στην αγορά. Η μονάδα Μονάδα Εμπορίας Έργων Τέχνης (ATU) της Εισαγγελίας της Νέας Υόρκης, με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Μάθιου Μπογκντάνος, έχει κατασχέσει πολλά από αυτά και άλλα από τελωνειακούς υπαλλήλους στη Γαλλία και τον Λίβανο.
Ο Λοφτι ομολόγησε ότι ήταν ο πρώην κάτοχος μιας μαρμάρινης κεφαλής ταύρου από τη Σιδώνα αξίας 12 εκατομμυρίων δολαρίων που κατασχέθηκε από το Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης το 2017. Στο μουσείο έφτασε μετά από δανεισμό το 2010 και όπως αποκαλύφθηκε ανασκάφηκε το 1967 από έναν Γάλλο αρχαιολόγο από την περιοχή Εσμούν του Λιβάνου, εκλάπη από την πολιτοφυλακή των Φαλαγγιτών κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου το 1981 από το φρούριο της Βύβλου. Οι πρώτοι γνωστοί ιδιοκτήτες του αντικειμένου ήταν ο Λόφτι και η Φρίντα Τσάκος που διατηρούσε στη Ζυρίχη την γκαλερί Nefer και εμπλέκεται και σε άλλες υποθέσεις επιστροφής αρχαιοτήτων στην Ιταλία από το μουσείο Γκετί και έχει υπάρξει δωρήτρια του ΜΕΤ με θραύσματα αγγείων προς τιμήν του επί έξι δεκαετίες επιμελητή του μουσείου Ντίτριχ φον Μπότμερ που είχε εμπλακεί σε πολλές μη νόμιμες αγορές για λογαριασμό του μουσείου.
Ο Λόφτι ισχυρίστηκε ότι ότι αγόρασε το κεφάλι του ταύρου στο βόρειο Λίβανο τη δεκαετία του 1980 μαζί με έναν μαρμάρινο κορμό και, αργότερα, μια ανδρική φιγούρα από έναν τοπικό έμπορο που ονομάζεται Φαρίντ Ζιαντέ. Ο κορμός που είχε βγει στην αγορά για 10 εκατομμύρια δολάρια, κατασχέθηκε στο διαμέρισμα του Λόφτι το 2017 και τελικά επαναπατρίστηκε στον Λίβανο μαζί με το κεφάλι του ταύρου.
Επί σειρά ετών ο Λόφτι υπήρξε πληροφοριοδότης της ATU, παρέχοντας “πολύτιμες πληροφορίες για πολλές έρευνες λαθρεμπορίου αρχαιοτήτων”, προστατεύοντας κατ΄ουσίαν τη δική του επιχείρηση. Επικοινώνησε για πρώτη φορά με το ΜΕΤ σχετικά με την περιβόητη χρυσή σαρκοφάγο που κατασχέθηκε στο Met το 2019, οδηγώντας σε μια έρευνα που εκτείνεται στις ΗΠΑ, τη Γαλλία και τη Γερμανία σχετικά με τις αιγυπτιακές αρχαιότητες που πωλήθηκαν στο Met και το Λούβρο του Αμπού Ντάμπι.
Σύμφωνα με τους ερευνητές ο Λόφτι πούλησε στο MΕΤ ένα υποτιθέμενο λεηλατημένο αιγυπτιακό χάλκινο αγαλματίδιο ενός γονατιστού ιερέα ή ηγεμόνα, το οποίο κατασχέθηκε από το μουσείο τον περασμένο Φεβρουάριο και θα επιστραφεί στην Αίγυπτο και είχε στην κατοχή του τρεις κυρηναϊκές νεκρικές θεότητες που κατασχέθηκαν το 2012 στο αεροδρόμιο Charles de Gaulle του Παρισιού με την υποψία ότι είχαν λεηλατηθεί στη Λιβύη.
Άλλα αγάλματα από την Κυρηναϊκή, μια περιοχή που λεηλατήθηκε σε μεγάλο βαθμό κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου στη Λιβύη, εντοπίστηκαν στην αγορά των ΗΠΑ αφού φέρεται να φωτογραφήθηκαν στην κατοικία του Λότφι στο Μανχάταν. Ένα κατασχέθηκε το 2019 στο διαμέρισμα του Τζαμάλ Ριφάι στο Μπρούκλιν, ιδιοκτήτη της γκαλερί Aphrodite Ancient Art Gallery. Κατασχέθηκαν ακόμα ένα σκαλιστό ασβεστολιθικό άγαλμα από την Παλμύρα που δείχνει μια ξαπλωμένη ανδρική μορφή που περιβάλλεται από τη σύζυγο και τα τρία παιδιά του, το οποίο μεταφέρθηκε από το Ντουμπάι στη Νέα Υόρκη το 2011, καθώς και μια σειρά ρωμαϊκών ψηφιδωτών από τη Συρία και τον Λίβανο και φαίνεται να έχουν πουληθεί από τον τζιαντέ ενώ “αρκετά” άλλα ψηφιδωτά που πέρασαν από τα χέρια του Λόφτι εξακολουθούν να κυκλοφορούν στην αγορά ή να βρίσκονται στην κατοχή του ΜΕΤ.
lifo/ pexels