αλλά και να συμβάλει στην κατανόηση των μεγάλων ηφαιστειακών εκρήξεων παγκοσμίως. Στην έρευνα συμμετέχει και το Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ).
Πολλές από τις πιο καταστροφικές ηφαιστειακές εκρήξεις στην Ιστορία συνέβησαν σε νησιωτικά ηφαίστεια, γι’ αυτό μεγάλο μέρος του υλικού των εκρήξεων έχει αποτεθεί στον πυθμένα της θάλασσας. Αυτό καθιστά δύσκολη τη διερεύνηση του υλικού αυτού για να διαπιστωθεί το πραγματικό μέγεθος μιας έκρηξης με αποτέλεσμα το μέγεθος αυτών των μεγάλων γεγονότων και οι κίνδυνοι που απορρέουν από αυτά να μην είναι ακόμη καλά κατανοητά, ακόμη και μεταξύ των ειδικών.
Μια διεθνής ομάδα επιστημόνων, με επικεφαλής τον θαλάσσιο γεωεπιστήμονα, Γενς Κάρστενς του γερμανικού Κέντρο Ωκεάνιων Ερευνών GEOMAR Helmholtz στο Κίελο και με τη συμμετοχή της αναπληρώτριας καθηγήτριας του Τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του ΕΚΠΑ, Εύης Νομικού, και ερευνητών από ιδρύματα στη Νορβηγία, τις ΗΠΑ και τη Γαλλία, μέτρησε με ακρίβεια τη Μινωική έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης, η οποία συνέβη πριν από περίπου 3.600 χρόνια, και το ηφαιστειακό υλικό που εκτινάχθηκε και αποτέθηκε τόσο στην ξηρά όσο και στη θάλασσα. Η μελέτη τους δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Nature Communications».
Συνδυάζοντας τις πιο σύγχρονες γεωφυσικές και γεωλογικές μεθόδους, οι επιστήμονες επανεξέτασαν τη Μινωική έκρηξη της Σαντορίνης και προσδιόρισαν ακριβέστερα τον όγκο του εκτοξευόμενου μάγματος, μέσω του οποίου μετριέται το μέγεθος μιας έκρηξης. Όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η αναπληρώτρια καθηγήτρια του ΕΚΠΑ, Εύη Νομικού, μέσα από τη μελέτη του υλικού αυτού «προσπαθούμε να συνθέσουμε αυτό το “παζλ”, το πώς ήταν το ηφαίστειο της Σαντορίνης πριν από τη Μινωική έκρηξη, πώς ήταν μετά και πόσος ήταν τελικά αυτός ο όγκος που εκτινάχθηκε και εξαπλώθηκε γύρω από τη Σαντορίνη. Αυτό μόνο αν μελετήσουμε πολύ καλά τον υποθαλάσσιο χώρο θα μπορούμε να το ανακαλύψουμε».
Οι ερευνητές σε αυτή τη νέα δημοσίευση διαπίστωσαν ότι ο όγκος του υλικού που εκτινάχθηκε στο χερσαίο έδαφος και τον υποθαλάσσιο χώρο της Σαντορίνης ήταν 26-41 κυβικά χιλιόμετρα, σημαντικά μικρότερος από ό,τι είχε υποτεθεί προγενέστερα (οι εκτιμήσεις από προηγούμενους υπολογισμούς έκαναν λόγο για 86 κυβικά χιλιόμετρα εκτοξευόμενου μάγματος). Ο όγκος του εκτιναχθέντος υλικού δίνει πληροφορίες, εξάλλου, για τον όγκο του μαγματικού θαλάμου που βρίσκεται κάτω από το ηφαίστειο.
Είναι η πρώτη φορά που υπολογίζονται τόσο ακριβείς τιμές για όλες τις επιμέρους συνιστώσες, καθώς μέχρι σήμερα οι εκτιμήσεις του όγκου της έκρηξης βασίζονταν είτε στην εκτίμηση του όγκου της κατάρρευσης της καλδέρας είτε στην ελλιπή καταγραφή των προϊόντων της έκρηξης. Και οι δύο προσεγγίσεις από μόνες τους είναι περιορισμένες ως προς την επεξηγηματική τους δύναμη.
Για τους νέους υπολογισμούς, οι ερευνητές συνδύασαν διαφορετικές μεθόδους από πολλές ερευνητικές αποστολές. Για παράδειγμα, μπόρεσαν να εντοπίσουν αποθέσεις τέφρας από τη Μινωική έκρηξη σε 41 πυρήνες ιζημάτων που συλλέχθηκαν κατά τη διάρκεια της ερευνητικής αποστολής με το σκάφος Poseidon το 2017 και έτσι να προσδιορίσουν τον όγκο της τέφρας της έκρηξης. Τα δεδομένα που συνέλεξαν τους επέτρεψαν ακόμα και να χαρακτηρίσουν το υλικό που έπεσε στο κέντρο του κρατήρα του ηφαιστείου.
«Η δημοσίευση αυτή είναι αποτέλεσμα της άριστης συνεργασίας μεταξύ των Ελλήνων και ξένων επιστημόνων που συμμετείχαν σε παλαιότερες ωκεανογραφικές αποστολές γύρω από τον υποθαλάσσιο χώρο της Σαντορίνης. Συλλέχθηκαν και επεξεργάστηκαν γεωλογικά και γεωφυσικά δεδομένα και ο συνδυασμός αυτών οδήγησε στη σωστότερη ερμηνεία για τον όγκο της Μινωικής έκρηξης», επισημαίνει η κ. Νομικού.
Με τη νέα επιστημονική προσέγγιση η ερευνητική ομάδα έβγαλε συμπεράσματα για την πραγματική έκταση της Μινωικής έκρηξης και τελικά δημιούργησε ένα πιο αξιόπιστο σημείο αναφοράς για την καλύτερη ταξινόμηση και μέτρηση και άλλων μεγάλων ηφαιστειακών εκρήξεων παγκοσμίως.
«Οι εκρήξεις μπορούν να κοστίσουν ζωές και να επηρεάσουν ακόμη και το κλίμα. Είμαστε στην ευχάριστη θέση να έχουμε συμβάλει με την έρευνά μας σε ένα βήμα προς την καλύτερη κατανόηση αυτών των μεγάλης κλίμακας γεγονότων και, κατά συνέπεια, στη βελτίωση της εκτίμησης του κινδύνου», εξηγεί ο επικεφαλής της ομάδας, δρ. Γενς Κάρστενς.
Η έρευνα τώρα συνεχίζεται και με τις υποθαλάσσιες ερευνητικές γεωτρήσεις που έγιναν τον Δεκέμβριο του 2022 και τον Ιανουάριο του 2023 στο πλαίσιο της μεγάλης ωκεανογραφικής αποστολής του Διεθνούς Προγράμματος Εξερεύνησης των Ωκεανών (IODP). Οι υποθαλάσσιες γεωτρήσεις έγιναν στα σημεία που υπέδειξε η ερευνητική ομάδα ως κρίσιμα, έπειτα από την ανάλυση των σεισμικών προφίλ και την τοπογραφία του υποθαλάσσιου πυθμένα, ώστε να επιβεβαιωθεί και με τις γεωτρήσεις ο όγκος του ηφαιστειακού υλικού της Μινωικής έκρηξης της Σαντορίνης.
(ΑΠΕΜΠΕ – φωτο:freepik)