Συγκεκριμένα, το τηλεφώνημα δείχνει «μια προτεραιότητα από το νέο Πρόεδρο και την έμφαση που δίνει στα ζητήματα της ευρύτερης περιοχής. Αναγνωρίζεται η πρόοδος που έχει συντελεσθεί από την ελληνική κυβέρνηση ως προς τα επιτεύγματα της ελληνικής οικονομίας, αλλά και η σταθερή στρατηγική συμμαχία που υπάρχει μεταξύ της Ελλάδας και των ΗΠΑ. Έχουμε μια αμυντική συμφωνία πενταετούς διάρκειας για πρώτη φορά, που υπεγράφη από την ελληνική κυβέρνηση».
Συνεπώς, «θα πιάσουμε το νήμα με τον Πρόεδρο Τραμπ στο πλαίσιο των στρατηγικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών, ώστε να μπορούμε να αποκομίσουμε τα μέγιστα δυνατά οφέλη για τη χώρα μας και την ευρύτερη περιοχή. Αυτή είναι η δική μας δουλειά και επιδίωξη, εμείς φυσικά δουλεύουμε και για μια ισχυρή Ευρώπη». Και, στη συνέχεια, «εμείς πρώτα και πάνω από όλα βάζουμε τα εθνικά συμφέροντα και υπηρετούμε αυτά, όποιον κι αν έχουμε απέναντί μας», υπογράμμισε ο υπουργός Επικρατείας, που μίλησε και για το δίλημμα της Ευρώπης να επανακαθορίσει τις προτεραιότητές της.
«Ενδεχομένως στο άμεσο μέλλον να υπάρξουν πιο έντονοι οικονομικοί ανταγωνισμοί. Όπως πολύ εύστοχα έχει πει ο πρωθυπουργός, η Ευρώπη πρέπει να βγει από τη γεωστρατηγική -γεωπολιτική αφέλειά της, να πάψει να θεωρεί ότι θα έχει πάντα τις ΗΠΑ να την προστατεύουν και να δαπανούν χρήματα για την άμυνά της. Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα δαπανά το 3% του ΑΕΠ για εξοπλισμούς», σημείωσε και κάλεσε και τις άλλες χώρες να πράξουν το ίδιο.
Όμως, ο Άκης Σκέρτσος αναφέρθηκε και στην ενεργειακή αυτονομία: «Η Ελλάδα έχει κάνει ένα τεράστιο άλμα ως προς την απεξάρτησή της από τον άνθρακα», επεσήμανε εξηγώντας ότι «αποκτούμε τη δική μας παραγωγική αυτονομία, αυτό σημαίνει ότι σε βάθος χρόνου μπορούμε να μειώσουμε τις εισαγωγές μας σε ενέργεια και ακόμη και να εξάγουμε. Το ίδιο πρέπει να κάνει και η Ευρώπη».
Για το μήνυμα της εκλογής του Ντόναλντ Τραμπ, ο Άκ. Σκέρτσος έδωσε την εξής απάντηση: «Πρέπει να σκύψουμε με μεγάλη προσοχή πάνω από τα αποτελέσματα της αμερικανικής κάλπης. Οι Αμερικανοί πολίτες λένε, μέσα από την ψήφο τους, ότι ανησυχούν πολύ για τις εισοδηματικές ανισότητες, για τις επενδύσεις, για τις θέσεις εργασίας, για το ρήγμα μεταξύ της περιφέρειας και των αστικών κέντρων, και ζητούν από τα κόμματά τους να σκύψουν πάνω από τα προβλήματα αυτά».
Στην παρατήρηση, όμως, ότι επικεφαλής κομμάτων που τοποθετούνται δεξιότερα της Νέας Δημοκρατίας προσπαθούν να εκμεταλλευθούν τη νίκη Τραμπ, ο υπουργός Επικρατείας υπογράμμισε: «Θεωρώ ότι όποιος ετεροπροσδιορίζεται, δηλώνει πολιτική ανασφάλεια για τη δική του ταυτότητα. Δεν αισθάνεται ασφαλής πάνω στις δικές του ιδεολογικές αρχές και αξίες, και προσπαθεί να αντλήσει κάποια δύναμη από τρίτους. Εμείς πιστεύουμε στις αρχές και τις αξίες της ΝΔ, στον κοινοβουλευτισμό, στον ευρωπαϊσμό, στο φιλελευθερισμό, σε ό,τι κάνει πιο ισχυρό τον καθένα από εμάς να κάνει αυτό που θέλει και μπορεί, τα όνειρά του, να ζήσει καλύτερα στην Ελλάδα. Τέτοιες πολιτικές υλοποιούμε, αυτή είναι η πολιτική παρακαταθήκη του Κωνσταντίνου Καραμανλή».
Ταυτοχρόνως, είπε και αυτό: «Η χώρα υπέφερε πάρα πολύ από τους εμπόρους της πατρίδας, της ελπίδας και, δυστυχώς, μιας πλάνης γύρω από την οικονομία, που δεν στηριζόταν σε γερά πόδια. Χτίζουμε μια πιο στιβαρή οικονομία στην Ελλάδα για να μπορέσει να στηρίξει και καλύτερα εισοδήματα».
Στα θέματα της οικονομίας, επέμεινε ότι «υπάρχει μια καθαρή αύξηση εισοδήματος κοντά στο 7% – 7,5%». Από την άλλη, διευκρίνισε, «οι πιο ευάλωτοι πιέζονται πολύ και χρειάζεται η κυβέρνηση να σκύψει ακόμη περισσότερο πάνω από τις δικές τους ανάγκες για να μειωθούν οι ανισότητες που δημιουργήθηκαν και διευρύνθηκαν την προηγούμενη δεκαετία».
Με αφορμή, εξάλλου, τη σημερινή κοινοβουλευτική συζήτηση για το νομοσχέδιο για την υγεία, δήλωσε ότι χάρη «στις παρεμβάσεις του Άδωνι Γεωργιάδη και της Ειρήνης Αγαπηδάκη θα υπάρχει κάλυψη του πληθυσμού από δωρεάν προσωπικό γιατρό». Αναγνωρίζοντας δε, ότι «οι δείκτες δημόσιας και ατομικής υγείας δεν πηγαίνουν πολύ καλά», παρέθεσε σειρά κυβερνητικών πολιτικών, με στόχο αφενός τη μείωση της ατομικής δαπάνης υγείας, αφετέρου την αξιοπρέπεια.
Στο ερώτημα για ενδεχόμενο ανασχηματισμό του υπουργικού σχήματος, μίλησε για «αποκλειστικό προνόμιο του πρωθυπουργού». Επίσης, όσον αφορά τη συζήτηση για Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ανέφερε ότι αυτή «έχει τοποθετηθεί στις αρχές του χρόνου από τον ίδιο τον πρωθυπουργό». Χαρακτήρισε δε, «άκαιρη και προσβλητική» προς το θεσμό της Προέδρου της Δημοκρατίας τη σχετική συζήτηση.
Για το ραντεβού του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Νίκο Ανδρουλάκη σημείωσε ότι «έχει ζητηθεί με κάθε τρόπο από τον ίδιο τον πρωθυπουργό και ελπίζω να γίνει σύντομα». Άλλωστε, προσέθεσε, «εμείς ζητούμε διαρκώς συναινέσεις», αλλά «τα πρώτα δείγματα γραφής από τη νεοεκλεγμένη ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, δεν είναι θετικά. Βλέπουμε μια άρνηση σε μια σειρά από αυτονόητες νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης». Εν κατακλείδι, «βλέπουμε μια στείρα άρνηση που δεν υπηρετεί τις σημερινές ανάγκες της κοινωνίας».
Η συνέντευξη έκλεισε με όσα γίνονται σε σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία και τον Στέφανο Κασσελάκη: «Αυτή η πολυδιάσπαση της Αριστεράς και του ΣΥΡΙΖΑ σε κόμματα και κομματίδια, αδυνατώ να καταλάβω σε τι διαφοροποιούνται ως προς τις πολιτικές θέσεις τους. Δείχνει ένα απόλυτο πολιτικό αδιέξοδο της Αριστεράς, με θλίβει προσωπικά, δημιουργεί συνθήκες ανισορροπίας στο πολιτικό σύστημα».
Ενώ, τέλος, χαρακτήρισε «θλιβερό», το γεγονός ότι «ένα κόμμα, ο ΣΥΡΙΖΑ, που πρέσβευε ότι υπηρετεί και εκφράζει το ηθικό πλεονέκτημα, να έχει ως προσωρινό πρόεδρο έναν καταδικασμένο πολιτικό για το ζήτημα της κατάχρησης εξουσίας, να έχει πρόεδρο του συνεδρίου ένα πρόσωπο το οποίο έχει φυλακισθεί στο παρελθόν, να έχει υποψήφιο πρόεδρο έναν πολιτικό που εκφράζει θέσεις που είναι κόντρα στο κράτος δικαίου. Είναι μια κατάπτωση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, πάρα πολύ προβληματική για το κράτος δικαίου και την ίδια τη δημοκρατία, και πρέπει να μας προβληματίσει όλους».
(ΑΠΕ -ΜΠΕ / photo: intime)