Τα πράγματα στο ζήτημα του προγράμματος των νέων φρεγατών του Πολεμικού Ναυτικού δε βαίνουν όπως ακριβώς θα έπρεπε καθώς υπάρχουν θέματα, για τα οποία δεν τηρούνται ή δεν γίνονται τα προβλεπόμενα.
ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ:
Διαγωνισμός
Πρώτα από όλα δεν υπάρχει εν εξελίξει κανονικός διαγωνισμός, δηλαδή διαγωνιστική διαδικασία, η οποία έχει προκηρυχθεί από τον αρμόδιο φορέα με βάση το νομικό πλαίσιο που υπάρχει γι αυτές τις περιπτώσεις. Με το πρόσχημα ότι μία κανονική διαγωνιστική διαδικασία θα καταναλωνόταν αρκετός χρόνος, αυτή παρακάμφθηκε, έτσι ώστε να υπάρξει ταχύτερΟ αποτέλεσμα. Το ζήτημα όμως είναι ότι το Πολεμικό Ναυτικό, υποτίθεται, ότι αναζητά λύση στο πρόβλημα της ανανέωσης του στόλου του από το μακρινό 2008 και όχι τα τελευταία χρόνια και ήδη έχει παρέλθει αρκετός χρόνος είτε με τις απευθείας συνομιλίες με τους Γάλλους για τις γαλλικές Belh@ara, είτε τώρα που υπάρχουν περισσότερες προτάσεις και παλιότερα με τις FREMM για όσους θυμούνται.
Το πρόβλημα που εντοπίζεται στη διαδικασία που ακολουθείται τώρα δεν είναι μόνο το ότι δε γίνεται διαγωνισμός, είναι ότι δεν έχουν γίνει γνωστές οι επιχειρησιακές απαιτήσεις του Πολεμικού Ναυτικού για τα πλοία που θα προμηθευτεί. Φανταστείτε τον εαυτό σας να μπαίνει σε ένα μαγαζί και ο πωλητής να αρχίζει να παρουσιάζει από παντελόνια και μπλούζες μέχρι φουλάρια και τελικά αναζητάτε.. παπούτσια. Ανάλογα συμβαίνουν και στην τύποις διαδικασία που ακολουθείται, καθώς οι υποψήφιες εταιρείες έχουν κατέβει με τα σχέδια που διαθέτουν και υποθέτουν ότι θα καλύπτουν τις όποιες απαιτήσεις του Πολεμικού Ναυτικού. Απόδειξη γι αυτό αποτελεί το ότι υπάρχουν τεράστιες διαφορές μεταξύ των υποψήφιων πλοίων με σχεδιάσεις από 4.000- 6.000 τόνους εκτόπισμα, διαφορές στους αισθητήρες που προσφέρονται, διαφορές στις διαμορφώσεις και πολλά άλλα.
Αν υπήρχε διαγωνιστική διαδικασία με την κανονική έννοια, που θα χρειαζόταν 2 χρόνια να ολοκληρωθεί, θα υπήρχαν σαφείς προδιαγραφές και επιχειρησιακά κριτήρια του Πολεμικού Ναυτικού με βάση τα οποία οι εταιρείες θα προσάρμοζαν τις σχεδιάσεις τους και θα κατέβαιναν με αυτές στο διαγωνισμό. Αν μία εταιρεία δεν είχε τη σχεδίαση που θα πληρούσε τα κριτήρια που θα τίθονταν, απλά δε θα κατέβαινε στο διαγωνισμό. Παράδειγμα, η Lockheed Marine, η οποία δεν κατέβηκε με τις MMSC τόσο στο διαγωνισμό για τις FFG(X) των ΗΠΑ, όσο και στο διαγωνισμό για τις νέες φρεγάτες του Καναδέζικου Ναυτικού, αφού γνώριζε εξ αρχής ότι η σχεδίασή τους ήταν κάτω των ορίων που έθετε ο διαγωνισμός και από το να «κοπεί» η σχεδίαση με ότι αυτό σημαίνει για τη φήμη της εταιρείας, απλά αποσύρθηκαν και από τους δύο διαγωνισμούς. Στη δική μας περίπτωση, έχουν το πλοίο με τα περισσότερα αρνητικά από όλο τον ανταγωνισμό και δεν κόβονται..
Ενδιάμεση
Έχουμε αναφερθεί αρκετές φορές στο ζήτημα της ενδιάμεσης λύσης και υπάρχουν γενικά διφορούμενες απόψεις για το ζήτημα με δύο βασικά ερωτήματα τα οποία δεν έχουν απαντηθεί επίσημα μέχρι στιγμής.
Α) Για ποιο λόγο θέλουμε τα πλοία της ενδιάμεσης λύσης;
Η απάντηση σε αυτό το βασικό ερώτημα δεν έχει δοθεί και το ζήτημα είναι ακόμα πιο δύσκολο να απαντηθεί αφού υπάρχουν διάφορες απαντήσεις και ανάλογα με το συμφέρον του, ο καθένας προωθεί την απάντηση που τον συμφέρει. Το Ναυτικό χρειάζεται τα πλοία της ενδιάμεσης λύσης για να καλύψει το κενό της μίας ή δύο ΜΕΚΟ 200 όταν μπούν στο ναυπηγείο για τον εκσυγχρονισμό και όταν αυτός ολοκληρωθεί θα αποσύρει τα πλοία της ενδιάμεσης;
Τα χρειάζεται για να καλύψει το κενό των ΜΕΚΟ κατά των εκσυγχρονισμό και αφού ολοκληρωθεί ο εκσυγχρονισμός και των 4 ΜΕΚΟ, τα πλοία της ενδιάμεσης να χρησιμοποιηθούν για να καλύψουν τη θέση 2 εκ των παλαιών φρεγατών κλάσης «S» οι οποίες και θα αποσυρθούν;
Αν ισχύει το πρώτο, τότε το Πολεμικό Ναυτικό πρέπει να κλείσει μία συμφωνία για 4 νέες φρεγάτες, των εκσυγχρονισμό των 4 φρεγατών ΜΕΚΟ και 2 πλοία ενδιάμεσης λύσης, τα οποία απλά θα καλύψουν τις τρύπες προσωρινά και θα αποσυρθούν σχετικά σύντομα. Σε αυτή την κατηγορία πλοίων εντάσσονται τα πλοία ενδιάμεσης λύσης, τα οποία είναι ηλικίας κοντά σε αυτή των υπαρχόντων φρεγατών κλάσης ΜΕΚΟ 200 του Πολεμικού Ναυτικού όπως είναι οι ολλανδικές «Μ», τα 2 γαλλικά Cassard, οι αγγλικές Type-23, τα CG- Ticonderoga( αν προσφερθούν τελικά) και παρόμοια πλοία.
Αν ισχύει το δεύτερο, τότε το Πολεμικό Ναυτικό αναζητά πλοία, τα οποία όχι μόνο θα του καλύψουν το κενό όσο θα πραγματοποιείται ο εκσυγχρονισμός των ΜΕΚΟ 200, αλλά που θα μείνουν στις τάξεις του για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι Ολλανδικές «Μ» επειδή έχουν εκσυγχρονιστεί πρόσφατα, μπορούν να σταθούν για μία γεμάτη 15ετία, οι Type 23 για αρκετά έτη αν υποστούν μερικές αλλαγές και φυσικά, με βάση της απειλή εξ ανατολών και για τις 2 αυτές επιλογές.
Καλύτερη επιλογή σε αυτό το ερώτημα αποτελούν νέες σχεδιάσεις πλοίων τα οποία θα ναυπηγηθούν, μικρότερου εκτοπίσματος και με σχεδόν όμοια συστήματα. Τέτοια είναι τόσο οι κορβέτες Α-3000 που προτείνουν οι Ισπανοί όσο και οι S-10514που προτείνουν οι Ολλανδοί. Αμφότερες οι σχεδιάσεις αυτές είναι πλοία των 3.000 τόνων ( παρόμοιες των υπαρχόντων φρεγατών του στόλου ) και θα είναι εξοπλισμένες με συστήματα παρόμοια ή ίδια, με τα πλοία που προτείνονται. Αν επιλεγεί μία από τις 2 προτάσεις, τότε το Ναυτικό θα έχει 2 νέα πλοία σε 34 μήνες ( Ισπανοί ) ή σε 30 μήνες ( Ολλανδοί ) από την υπογραφή της σύμβασης και στο σύνολο 6 ολοκαίνουρια πλοία που θα μείνουν σε υπηρεσία 40 έτη, αντί 4 νέων που προτείνουν άλλοι με ενδιάμεση λύση, η οποία θα χρειαστεί να αποσυρθούν σε μέχρι το πέρας της δεκαετίας.
Επειδή η προηγούμενη εμπειρία δείχνει ότι δεν πρόκειται αργότερα να υπάρξει ανανέωση του στόλου μεγάλη και το Ναυτικό πρέπει να αντικαταστήσει συνολικά 9 φρεγάτες μέσα στην τρέχουσα δεκαετία, επιλογές που δίνουν νέα πλοία, έστω και μικρότερου εκτοπίσματος, με καλές δυνατότητες και θα μείνουν σε υπηρεσία για 40 έτη, είναι προτιμητέες από παλαιά πλοία, καθώς θα καλύψουν τις τρύπες και θα αντικαταστήσουν επαρκέστατα τα παλαιότερα σκάφη.
Β) Είναι η ενδιάμεση λύση βασικότερη των κύριων πλοίων του προγράμματος;
Αρκετές φορές το τελευταίο εξάμηνο, έχει γραφεί σε διάφορα μέσα ότι επειδή κάποιος προτείνει ενδιάμεση λύση καλή, τότε να γίνουν εκπτώσεις στις επιχειρησιακές δυνατότητες και στην ποιότητα των πλοίων που προσφέρονται ως η κύρια λύση για το πρόγραμμα των φρεγατών του Πολεμικού Ναυτικού. Δηλαδή, δεν πειράζει τα 4 πλοία που θα ναυπηγηθούν και θα υπηρετήσουν 40 χρόνια στο Πολεμικό Ναυτικό, να είναι κατώτερα του επιδιωκόμενου, αρκεί τα 2 σκάφη της ενδιάμεσης να είναι πολύ ποιοτικά. Το πόσο λάθος είναι αυτός ο συλλογισμός, είναι κάτι προφανές και προωθείται όχι από αφέλεια αλλά συνήθως για τη δικαιολόγηση της προώθησης πλοίων, τα οποία υστερούν έναντι άλλων σχεδιάσεων. Όταν υπάρχουν στο διαγωνισμό σχεδιάσεις όπως οι γερμανικές ΜΕΚΟ Α200, οι A 140, SIGMA 11515 και οι F-110 και προτείνεται να αγοράσουμε τις MMSC που υστερούν δραματικά επειδή μπορεί οι ΗΠΑ να δώσουν 2 Ticonderoga τα οποία θα έχουν τρομερό κόστος ένταξης στο στόλο, αυτό δεν είναι σωστό και θα έπρεπε να αποφευχθεί.
Ναυπηγεία
Τεράστιο λάθος η σύνδεση του προγράμματος των φρεγατών του Πολεμικού Ναυτικού με την τύχη των ναυπηγείων του Σκαραμαγκά ή της Ελευσίνας ή και των δύο μαζί. Καμία σοβαρή ναυπηγική εταιρεία δεν έχει πρόβλημα να συνεργαστεί με το οποιοδήποτε ναυπηγείο για ένα πρόγραμμα ναυπηγήσεων και όπως είναι λογικό, κανένας επιχειρηματίας δε θα αρνιόταν να συνεργαστεί ναυπηγικούς κολοσσούς για τη ναυπήγηση των πλοίων του Ναυτικού.
Ακατανόητη λοιπόν η επιμονή για ύπαρξη λύσης στα ζητήματα των ναυπηγείων μαζί με τα νέα πλοία. Η Κυβέρνηση ορθώς ζητεί από τους ενδιαφερόμενους την εγχώρια ναυπήγηση όσων περισσότερων μονάδων γίνεται από τις 4 με την ανάλογη μεταφορά τεχνογνωσίας αλλά κακώς επιδιώκει να λύσει το ζήτημα των ναυπηγείων πακέτο με την όποια επιλογή. Το σωστό είναι να τρέξουν τα ναυπηγεία, να αγοραστούν από τον όποιο ενδιαφερόμενο, να έρθουν σε λειτουργική κατάσταση χωρίς να είναι κρατικοδίαιτα και έπειτα η κυβέρνηση να υποδείξει στην όποια εταιρεία κερδίσει στο πρόγραμμα των νέων φρεγατών, με ποια ναυπηγεία θα συνεργαστεί για τη διεκπεραίωση του προγράμματος θέτοντας μάλιστα και τις απαραίτητες δεσμευτικές ρήτρες τόσο στην κατασκευάστρια, όσο και στα ναυπηγεία για την ορθή εκτέλεση των συμβάσεων εντός των χρονοδιαγραμμάτων και τήρησης όλων των δεσμεύσεων προς το ελληνικό δημόσιο, έτσι ώστε να μη δούμε ξανά τα ίδια φαινόμενα με τα υποβρύχια και της ΤΠΚ τύπου Super Vita.
Διακρατική συμφωνία/χρηματοδότηση
Κυκλοφορεί η άποψη ότι η δυνατότητα διακρατικής συμφωνίας είναι ένα + στην επιλογή του υποψηφίου καθώς αυτό αποτελεί διευκόλυνση για την κυβέρνηση. Διακρατική συμφωνία μπορούν να προσφέρουν εταιρείες από χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, ήτοι, οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο βασίλειο. Οι κανονισμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης απαγορεύουν διακρατικές συμφωνίες μεταξύ των μελών της. Αυτό όμως δεν αποτελεί εμπόδιο και απόδειξη περί αυτού αποτελεί η συμφωνία για τα Rafale, η οποία υπογράφηκε με τις κατασκευάστριες εταιρείες Dassault, Safran και MBDA και όχι απευθείας με τη Γαλλική Κυβέρνηση. Ωστόσο, το όλο εγχείρημα λειτούργησε όπως έπρεπε στην περίπτωση των Rafale και ανάλογα μπορεί να λειτουργήσει και στην περίπτωση των νέων φρεγατών με χώρες εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ότι ισχύει με το θέμα της ύπαρξης ή μη διακρατικής συμφωνίας, ισχύει και με το ζήτημα της ύπαρξης ή μη χρηματοδοτικού πλαισίου από τις ενδιαφερόμενες πλευρές. Όλοι γνωρίζουν ότι η Ελλάδα δεν έχει τα καλύτερα δημοσιονομικά και ότι είναι ευκαιρία να δοθούν χρήματα με τον ανάλογο τόκο που θα αφήσουν και τις δύο πλευρές ευχαριστημένες. Λεγόταν ότι οι ΗΠΑ έχουν δυνατότητα για χρηματοδότηση μέσω των FMS(Foreign Military Sales) ή οι Γάλλοι μέσω των ιδρυμάτων τους και των ομολόγων. Τελικά αποδείχθηκε ότι οι Ολλανδοί προσφέρουν χρηματοδότηση στο 80% του προγράμματος, όπως και οι Ισπανοί, αμφότεροι μέσω χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων τους και δεν υπάρχουν μόνο Γάλλοι και Αμερικανοί. Κανείς δε θα πεί όχι στη χρηματοδότηση ενός προγράμματος ύψους 5 δις ευρώ με ζεστό χρήμα από το εξωτερικό.
Επίλογος
Το βασικότερο είναι ότι το Πολεμικό Ναυτικό πρέπει να λάβει πλοία τα οποία θα δώσουν σαφέστατο ποιοτικό πλεονέκτημα έναντι του εξ ανατολών αντιπάλου, και τέτοιο δίνει μόνο η κατάλληλη τεχνολογία στα νέα πλοία με έναν ικανό αριθμό από αυτά να εντάσσεται σε υπηρεσία σε όσο δυνατόν συντομότερο διάστημα. Όλοι οι υπόλοιποι παράγοντες της εξίσωσης έρχονται σε δεύτερη μοίρα και δεν πρέπει να υποσκελίζουν τη βασική επιδίωξη του προγράμματος, η οποία δεν είναι άλλη από αυτή της απόκτησης 4 πολύ ποιοτικών κύριων μονάδων και του εκσυγχρονισμού των 4 ΜΕΚΟ 200.