Ο εθελοντισμός και η φροντίδα των εγγονιών μειώνουν την πιθανότητα να νιώθει κάποιος μοναξιά μετά την ηλικία των 50 ετών, ενώ αντίθετα η φροντίδα του/της συζύγου ή συντρόφου σχετίζεται με αυξημένη μοναξιά, σύμφωνα με μια νέα μεγάλη διεθνή επιστημονική μελέτη, την πιο ολοκληρωμένη του είδους της μέχρι σήμερα.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη Σάμια Αχτέρ-Χαν του Ινστιτούτου Ψυχιατρικής, Ψυχολογίας και Νευροεπιστήμης του Βασιλικού Κολλεγίου (King’s) του Λονδίνου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό για θέματα γήρανσης και ψυχικής υγείας «Aging and Mental Health», πραγματοποίησαν μια συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση στοιχείων από 28 έρευνες που αφορούσαν συνολικά σχεδόν 192.000 ανθρώπους σε 21 χώρες.
«Η μοναξιά μπορεί να κάνει τους ανθρώπους να νιώθουν απομονωμένοι και αποσυνδεδεμένοι από τους άλλους, κάτι που μπορεί να έχει ένα ευρύ φάσμα αρνητικών επιπτώσεων στη σωματική και ψυχική υγεία τους. Υπάρχει πιεστική ανάγκη να εντοπίσουμε τους ανθρώπους που είναι πιο ευάλωτοι στο αίσθημα της μοναξιάς και να αναπτύξουμε στοχευμένες λύσεις. Τα ευρήματα μας δείχνουν ότι η παροχή φροντίδας σε έναν σύντροφο με πολύπλοκα προβλήματα υγείας, ιδίως άνοια ή νόσο Αλτσχάιμερ, σχετίζεται με υψηλότερα επίπεδα μοναξιάς, ενώ από την άλλη η φροντίδα των παιδιών ή ο εθελοντισμός βοηθάνε να μειωθεί η μοναξιά των ηλικιωμένων», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια.
Η μελέτη αναδεικνύει επίσης το γεγονός ότι αρκετοί ηλικιωμένοι προσφέρουν πολλές σημαντικές και μη πληρωμένες υπηρεσίες σε άλλους, συγγενείς και μη, κάτι που συχνά προσδίδει ένα νόημα στη ζωή τους. Η αναγνώριση αυτών των υπηρεσιών από τους άλλους αποτελεί σημαντικό βήμα, σύμφωνα με τους ερευνητές.
amna/ pexels